Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2017

Αν διαβάζαμε Θουκυδίδη...





...θα γνωρίζαμε πως, για να μπορέσει κανείς να αμυνθεί, χρειάζονται τρία πράγματα:


Πρώτον θέληση ελευθερίας. Να προστατέψει κανείς τη χώρα του για να είναι ελεύθερος.
Δεύτερον, στρατηγικό σχεδιασμό να δείξεις στον άλλον να σέβεται, άρα να έχεις αυτοσεβασμό ο ίδιος,
και τρίτων χρήματα.
Τι είναι εκείνο που στη δεκαετία του '80 έκανε την Ελλάδα να είναι σε καλύτερη θέση κι από άποψη συσχετισμών; Διότι δεν ήταν μόνο ότι είχαμε οικονομική υπεροχή, είχαμε και συσχετισμούς.
Σήμερα η Ελλάδα είναι ένα οικονομικό πτώμα, σε απόλυτη εξάρτηση και με περιδεής πολιτικούς οι οποίοι βαίνουν στα κανάλια και λένε κατά καιρούς ότι πρέπει να χαϊδεύουμε την Τουρκία γιατί θα μας πάρει κανένα νησί...
Τι άλλο χρειάζεται δηλαδή να δεχθούμε;
Για ποια άλλη κατάντια μπορούμε να μιλήσουμε γι΄αυτή την πολιτική τάξη; ...


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ
(Απομαγνητοφώνηση αποσπάσματος συνέντευξης, Ελένη Ξένου)




Γ.Κοντογιώργης, Η Ελλάδα στη δίνη της Νέας Τάξης, αιχμάλωτη της κομματοκρατίας. 3.2.2017
Η Ελλάδα οικονομικά, κοινωνικά αλλά και γεωπολιτικά είναι σε καθεστώς Ιμίων , είπε στον 9,84 ο πολιτικός επιστήμονας Γιώργος Κοντογιώργης.



💻

ΓΙΏΡΓΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ

Ο Θουκυδίδης και η εποχή μας - 10.1.2017





Ακολουθεί απόσπασμα από τη σειρά διαλέξεων με τίτλο: "Ο Θουκυδίδης και η εποχή μας". Η απομαγνητοφώνηση έγινε από την Ελένη Ξένου.

(...) Αν θέλουμε να δούμε τι ήταν ο ελληνικός κόσμος, δε θα τον προσεγγίσουμε ως «Ελλάδα», όπως λένε «αρχαία Ελλάδα», θα τον προσεγγίσουμε ως «κοσμοσύστημα». Ως ένα σύνολο δηλαδή κρατών –στην πρώτη αυτή περίοδο που εξετάζει και ο Θουκυδίδης- που, συγκροτούν μια ομοιογενή αλλά και αυτοτροφοδοτούμενη εσωτερικά από δυναμικές και καταστάσεις πραγματικότητα, της οποίας ανάλογο δεν είναι η σημερινή Ελλάδα, αλλά ο σημερινός κόσμος. Είναι, αυτό που έχω διακρίνει, το «ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα» μικρής κλίμακας (που έχει ως βάση δηλαδή ως θεμέλιο την πόλη) και που αντιτείνεται στο «ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα» μεγάλης κλίμακας, που είναι το κράτος έθνος σήμερα. Αυτό όμως, παρόλο που είναι ένα σημαντικό στοιχείο για να εξετάσουμε πώς αναπτύσσονται οι σχέσεις δύναμης στο πραγματικό επίπεδο, πώς θα διεξαγάγει τον πόλεμο η Αμερική έναντι της Αθήνας, (δεν θα πάει με σπαθιά, ούτε με ξύλινα πλοία, θα πάει με αεροπλανοφόρα, με αεροπλάνα και λοιπά), αυτό είναι το καινούργιο στοιχείο που κινητοποιεί η μεγάλη κλίμακα, αλλά οι διακρατικές σχέσεις παραμένουν ίδιες. Το δεύτερο όμως, που, στοιχειοθετεί αν θέλετε και την αδυναμία της νεοτερικότητας, είναι ότι, επειδή αντιλαμβάνεται τη μεγάλη κλίμακα στην οποία βρίσκεται σήμερα ο κόσμος, ως κάτι το εξαιρετικά –και είναι όντως πρωτόγνωρο και εξαιρετικό στην εξέλιξή του- θεωρεί ότι είναι καθόλα ανώτερη. Και, σ’ αυτό το “καθόλα” έχει βάλει λοιπόν και την ανθρωποκεντρική εξέλιξη. Και την εξέλιξη δηλαδή του ανθρώπου, του κοινωνικού ανθρώπου, μέσα στο γίγνεσθαι της ελευθερίας. Και όλων των παραμέτρων που οδηγούν σ’ αυτήν την ελευθερία. Άρα, πώς θα δικαιολογήσει αυτήν την ανωτερότητα; Δηλώνοντας παραδείγματος χάρη ότι το πολιτικό σύστημα σήμερα είναι δημοκρατία, -δε μπορεί να το πει ακραία μορφή ολιγαρχίας ή μοναρχευομένη ολιγαρχία- είναι “δημοκρατία”, το τυποποιεί με επιθετικούς προσδιορισμούς για να το ταξινομήσει στη δημοκρατία και μάλιστα, το θεωρεί ότι είναι και ανώτερο από την δημοκρατία. Δηλαδή απ’ το φαινόμενο που έδωσε και το όνομα «δημοκρατία». Κάνει λοιπόν μια αφαίρεση εδώ. Ποια είναι η αφαίρεση σ’ αυτή την αντιστοιχία του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος, που είναι το ελληνικό, μικρής κλίμακας και στο ανθρωποκεντρικό μεγάλης κλίμακας; Ότι, η ανθρωποκεντρική ωριμότητα του ελληνικού κόσμου, δηλαδή, αυτής της εποχής της μικρής κλίμακας, όπως είπαμε -έχει φτάσει ο Πελοποννησιακός Πόλεμος- στην δημοκρατία. Δηλαδή, σε πολιτικό σύστημα και σε οικονομικό σύστημα που θεραπεύει την καθολική ελευθερία (ατομική, κοινωνική και πολιτική) αλλά που, ακριβώς γι’ αυτό η πολιτική προσλαμβάνεται ως ελευθερία. Πεδίο εμπραγμάτωσης της ελευθερίας κι όχι πεδίο συγκρότησης εξουσίας επί της κοινωνίας η οποία παραμένει ιδιώτης. Θα μου πείτε, στις διακρατικές σχέσεις τι σημασία έχει; Πάλι πόλεμο θα κάνουνε. Το είπαμε όμως. Ότι, είναι διαφορετικό να αντιμετωπίζουμε τον πόλεμο υπό το πρίσμα του δήμου και των συμφερόντων του και, ως πρωταγωνιστή και διαφορετικό να το αντιμετωπίζουμε υπό το πρίσμα αυτών που επηρεάζουν τα πράγματα στην κορυφή και στις προτεραιότητες μιας χώρας όπως παραδείγματος χάρη οι Ηνωμένες Πολιτείες. Πολλοί λένε ότι, σ’ αυτό το πλαίσιο δε μπορούμε να συγκρίνουμε την Αθήνα με τις Ηνωμένες Πολιτείες για να δούμε πώς διαμορφώνεται ο ηγεμονισμός στη μία ή στην άλλη. Είναι λάθος. Δεν πρέπει να είναι όμοια τα πράγματα για να κάνουμε τη σύγκριση. Όσο πιο διαφορετικά είναι, τόσο πιο πρόσφορη και πλούσια σε αποτελέσματα είναι η σύγκριση την οποία κάνουμε. Γιατί, θα μας επιτρέψει να δούμε και άλλες διαστάσεις που δε μπορούμε να τις συλλάβουμε διαφορετικά. Ένα λοιπόν, πολύ σημαντικό στοιχείο είναι αυτό: το γεγονός ότι δηλαδή, λείπει απ’ την εποχή μας η έννοια του συστήματος που εμπραγματώνει την ελευθερία. Την ελευθερία σε όλα τα επίπεδα. Ατομικό, κοινωνικό και πολιτικό. Επειδή δεν μπορούν να συλλάβουν αυτή την παράμετρο σήμερα όπου επικρατεί μόνο η ατομική ελευθερία -γι’ αυτό και το πολιτικό σύστημα κατέχεται χωρίς διαμαρτυρία από κάποιον μονάρχη εκλόγιμο- λένε ότι, οι αρχαίοι ναι, είχαν πολιτική ελευθερία αλλά δεν είχαν ατομική ελευθερία. Εάν θέλετε να δείτε, τον βαθμό της ανοησίας (χωρίς εισαγωγικά), που περιέχει αυτή –και πολλές άλλες- αλλά αυτή η αντίληψη, μπορείτε να σκεφθείτε κατά πόσον ένας δουλοπάροικος -(γιατί όποιος δεν είναι ελεύθερος είναι ή δούλος ή δουλοπάροικος)- κατά πόσον ένας δουλοπάροικος στην προσωπική του ζωή μπορεί να αυτοκυβερνιέται και να μην ενδιαφέρεται να αποκτήσει, να ανακτήσει και την ατομική του ελευθερία. Τι σημαίνει; Η ελευθερία είναι σωρευτικό. Ο Αριστοτέλης μας το έχει δείξει. Γιατί το έχει δείξει η πραγματικότητα που μελέτησε. Είναι σωρευτική η ελευθερία. Ξεκινάει απ’ την ατομική υποστασιοποίηση, απ’ την αποδέσμευση δηλαδή από εκείνον ο οποίος τον έχει εξαρτημένο κάποιον και, διευρύνει το πεδίο της στο κοινωνικό (εκεί που συνάπτει συμβάσεις, εργασία) και στο πολιτικό. Εάν στο αξιακό σύστημα της εποχής μας δεν εμπεριέχεται η έννοια παραδείγματος χάρη της κοινωνικής ελευθερίας κι ο κόσμος διαδηλώνει για να εκχωρήσει ελευθερία, (αυτό δηλώνει η σύμβαση εργασίας), δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει η έννοια εξ αντικειμένου. Εξ υποκειμένου δεν υπάρχει. Δεν τη γνωρίζουμε και δε μας αφορά στο στάδιο που βρισκόμαστε. Το ίδιο και στην πολιτική. Το εάν υπάρχει ή όχι η πολιτική, είναι το εξ αντικειμένου που αποδεικνύεται μέσα από τα πράγματα. Από τον ιστορικό κόσμο που τη δημιούργησε. Αλλά, εξ υποκειμένου, δε μας αφορά. Το να αντιστρέψουμε όμως την πυραμίδα και να πούμε ότι, επειδή εμείς δεν έχουμε πολιτική ελευθερία και την ορίζουμε όχι ως αυτονομία αλλά ως δικαίωμα, και στη συνέχεια να δηλώνουμε ότι αφού δεν έχουμε πολιτική ελευθερία έχουμε όμως ατομική, ενώ οι αρχαίοι είχαν πολιτική (αυτοκυβερνιώνταν) αλλά δεν ήταν ελεύθεροι σε προσωπική βάση, ε αυτό, ξεπερνάει κάθε όριο λογικής σκέψης. Κι όμως, έτσι διδάσκεται σήμερα. Και γι’ αυτό μας λένε, ότι, το “αύριο”, εάν δεν μας αρέσει το σημερινό πολιτικό σύστημα, οι άλλοι επιλογή που έχουμε είναι το αυταρχικό καθεστώς. Δεν υπάρχει επόμενη μέρα. Δεν έχει γνωσιολογία την οποία είχε ο Θουκυδίδης. Γνωρίζει ο Θουκυδίδης όπως ο Αριστοτέλης και οι άλλοι, ότι άλλες ήταν οι προτεραιότητες άρα και οι θεσμοί και οι εξωτερικές πολιτικές των χωρών στην προ-Σολώνεια εποχή, στην εποχή του Ομήρου, -μας τα εξηγεί αυτά- και άλλες οι προτεραιότητες στην εποχή του Πελοποννησιακού Πολέμου, ενώ σήμερα μας λένε ότι αυτές είναι οι προτεραιότητες και τελειώνουν. Και αυτοί είναι οι θεσμοί, που, τις πραγματοποιούν. Έχουμε λοιπόν αυτή τη μεγάλη διαφορά. Πρώτα πρώτα, την συνειδητοποίηση ότι σήμερα είμαστε αντιμέτωποι μεταξύ της πολιτικής ως δύναμης -στις διακρατικές σχέσεις- και της πολιτικής ως εξουσίας με ό,τι συνεπάγεται στο εσωτερικό, ενώ τότε, το διακύβευμα ήταν πολιτική ως δύναμη και πολιτική ως ελευθερία για όλους ή για αυτούς που είχαν τις προϋποθέσεις της ολιγαρχίας -αλλά είναι ένα τελείως διαφορετικό εσωτερικό πεδίο που καθορίζει τις διακρατικές σχέσεις- και, το δεύτερο, αυτό που έχει να κάνει με την διαπίστωση ότι ο ελληνικός κόσμος είναι το αντίστοιχο κατ’ αναλογίαν της σημερινής πλανητικής εποχής. Άρα, εκεί εστιάζεται η δυνατότητα της σύγκρισης. Όχι στο τι λέει στη ρητορική εκδοχή του πράγματος ο Θουκυδίδης, αλλά στις πραγματικότητες που αναλύει. Διότι η αξία του έργου του Θουκυδίδη, δεν έγκειται σ’ αυτό που ο ίδιος δημιούργησε. Γιατί δεν το δημιούργησε από την φαντασία του. Αλλά στην αυστηρή μεθοδολογική προϋπόθεση της προσέγγισης της πραγματικότητας που ζούσε. Αυτήν μας παρέδωσε. Και αυτή που μας παρέδωσε λοιπόν, συγκροτεί απ’ την άλλη πλευρά, την έννοια ενός πανοράματος της δημοκρατίας. Θα δούμε μέσα από τις διμοιρίες του που μας παρουσιάζει ο Θουκυδίδης, τα παραδείγματα εκείνα που είναι πολύ παραστατικά, όχι για το πώς διαμορφώνεται η στρατηγική απλώς, αλλά πώς λειτουργεί η δημοκρατία στην πράξη.

Σήμερα, εάν θελήσουμε να πούμε, να ενδιαφερθούμε ως πολίτες, τι γίνεται με τις συνομιλίες στο Κυπριακό, θα μας πουν είναι κρατικό μυστικό. Δεν δικαιούται ο πολίτης να το γνωρίζει. Θα, διαβουλευτούν οι λίγοι της κυβέρνησης όχι όλοι, οι λίγοι της άλλης κυβέρνησης όχι όλοι, όποιοι παράγοντες εμπλέκονται σ’ αυτό και θα βγάλουν μια απόφαση και θα μας την σερβίρουν και θα μας πουν “αυτή είναι”. Το ίδιο συμβαίνει και στις άλλες χώρες. Η ανάπτυξη της στρατηγικής που μας παρουσιάζει ο Θουκυδίδης, του πολιτικού λόγου, είναι δημόσιος! Αναπτύσσεται ενώπιον του πλήθους. Του λαού. Όταν έρχονται οι Κερκυραίοι στην Αθήνα κι αντιστοίχως έρχονται και οι Κορίνθιοι (οι πρεσβείες τους), για να υποστηρίξουν τα συμφέροντα του ενός κράτους ή του άλλου, ώστε να πειστούν οι Αθηναίοι να συνταχθούν με τον έναν ή τον άλλον, ο διάλογος που γίνεται, γίνεται ενώπιον του δήμου. Δημόσια κατατίθενται οι προβληματισμοί, τα επιχειρήματα και, ο δήμος αποφασίζει τι θα ακολουθήσει. Όταν ο Περικλής, ο οποίος δεν ήταν “Ομπάμα” (ο Ομπάμα αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό είπαμε), ο Περικλής έπεισε τους Αθηναίους να μπουν στον πόλεμο και τους εξήγησε γιατί. Έρχεται λοιπόν το δεύτερο έτος του πολέμου, τα πράγματα δεν πάνε και τόσο καλά και, οι Αθηναίοι αρχίζουν να δυσανασχετούν γιατί αισθάνονται τις απώλειες που δεν είχαν συνεκτιμήσει. Και ο τελευταίος λόγος του Θουκυδίδη, είναι μνημειώδης, σ’ αυτό που εξηγεί, ότι δηλαδή “εγώ, μαζί με άλλους σου καταθέσαμε τα επιχειρήματα μαζί με τις προϋποθέσεις για να διαμορφωθεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο εσύ θα αποφάσιζες λαέ συντεταγμένε σε δήμο. Άρα δε μπορείς να προσάπτεις σε άλλον”. Το ίδιο θα διαπιστώσουμε στον διάλογο που αναπτύσσεται ενώπιον του δήμου, μεταξύ του Νικία και του Αλκιβιάδη. Όταν, ο Αλκιβιάδης εξωθεί τους Αθηναίους να πάνε –και θα δούμε γιατί, ένα κολοσσιαίας σημασίας διακύβευμα το οποίο το αναπτύσσει με έναν τρόπο ο Αλκιβιάδης ενώπιον των Σπαρτιατών και που κανείς δεν το έχει επισημάνει ενώ είναι το κεντρικό ζήτημα σε όλη την υπόθεση του Πελοποννησιακού Πολέμου- και ο Νικίας απ’ την άλλη μεριά, προσπαθεί να βρει ένα σωρό επιχειρήματα, για να αποτρέψει αυτή την εκστρατεία. Ήταν η άλλη εκδοχή, της αμερικανικής ηγεμονίας.

Αντιλαμβανόμαστε δηλαδή, ότι, το παιχνίδι ανάμεσα στις επιλογές μιας δύναμης όπως η Αθήνα και, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες σε μια άλλη σύγχρονη χώρα, ενώ έχει να κάνει με την ηγεμονία, τα στοιχεία της ηγεμονίας είναι τελείως διαφορετικά. Και ως προς του φορείς και ως προς τα συμφέροντα και ως προς την εποχή στην οποία αναφέρονται. Και, αυτή ακριβώς η παρέμβαση του Αλκιβιάδη, μας δείχνει ότι ήδη οι Αθηναίοι –ο Ισοκράτης το αναδεικνύει με διαφορετικό τρόπο- είχαν πλήρη επίγνωση ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν άλλο στο επίπεδο του κρατοκεντρισμού κι έπρεπε να τον υπερβούν και να δημιουργήσουν τους όρους της οικουμένης. Δηλαδή, ενός κοσμοκράτους που θα ηγεμόνευε πάνω στις πόλεις.


(...)

ΓΙΏΡΓΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ - Ο Θουκυδίδης και η εποχή μας






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου