Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2018

Γ. ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ: 

"Κατάντησαν Γιαπί τη Φοιτητική Εστία του Παντείου Πανεπιστημίου"


Γιώργος Κοντογιώργης:
Αυτό το καθεστώς το ζούμε δεκαετίες τώρα. Απλώς, αυτή την περίοδο έχουμε φτάσει στο τελευταίο σκαλοπάτι.
Έχουμε απ΄τη μια μεριά ένα κράτος το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν θέλει να αναλάβει τον ρόλο του. Να δημιουργήσει δηλαδή ένα πανεπιστήμιο που να εκπληρώνει τον ρόλο του, και αυτό διότι, όπως και σε όλους τους άλλους τομείς, ο σκοπός που θεωρούν ότι πρέπει να εκπληρώνει το πανεπιστήμιο, είναι ο κομματικός σκοπός. Η κομματική ιδιοποίηση.
Τον δημόσιο θεσμό γενικώς και το πανεπιστήμιο συγκεκριμένα, από δημόσιο θεσμό τον έχουν μεταβάλει σε ιδιωτικό χώρο. Ο καθένας τον λυμαίνεται και βεβαίως η εφαρμογή του νόμου αφορά μόνο τους άλλους.
Ξέρετε, το άσυλο, είναι χρήσιμο εκεί που δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Δηλαδή στα αυταρχικά καθεστώτα. Εκεί που η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι κατοχυρωμένη, έρχονται όσοι επικαλούνται το άσυλο για να την ιδιοποιηθούν ή για να την καταστείλουν. Ζούμε ένα καθεστώς που ιδεολογικά θέλει τη προλεταριοποίηση του πνεύματος. Όπως στα κομμουνιστικά καθεστώτα η προλεταριοποίηση της κοινωνίας γίνεται με την αφαίρεση της ιδιοκτησίας της οικονομίας απ΄αυτήν και την περιέλευσή τους στο κράτος, εδώ η προλεταριοποίηση γίνεται με την ιδιοποίηση του πνεύματος. Δηλαδή με την απαγόρευση των ανθρώπων να σκέφτονται. Τι θέλουν; Θέλουν να σκέφτονται με τον δικό τους τρόπο. Με άλλα λόγια, να είμαστε σε διατεταγμένη υπηρεσία, σε αυτό το οποίο θέλουν οι διάφορες αυτές συμμορίες, που παίζουν τον ρόλο των παρατάξεων, που είναι τελικά το μακρύ χέρι της ίδιας της κομματικής νομενκλατούρας.
Έχει σημασία να συζητάμε σε μια χώρα που γέννησε το πνεύμα, για την παραγωγή πνεύματος, την παραγωγή γνώσης; Εδώ, το μεγάλο ιδανικό των ανθρώπων, είναι να φέρουμε τα ξένα πανεπιστήμια στην Ελλάδα. Ακούγαμε τον κύριο πρωθυπουργό να μας λέει ότι, το ζήτημα είναι αν θα έρθουν τα Κολούμπια. Μα, αυτό είναι ζήτημα; Ή να φτιάξουμε ένα δημόσιο πανεπιστήμιο που θα είναι για αυτό το σκοπό και όχι για τους κομματικούς και άλλους σκοπούς;
Το χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Κύπρος! Η Κύπρος έχει γίνει πρότυπο στην ευρύτερη περιοχή, στην ανάπτυξη ιδιωτικού ή δημόσιου πανεπιστημίου, και, είναι Έλληνες αυτοί που τα διακινούν. Εμείς γιατί δε μπορούμε; Κάποιοι μας τραβούν το μανίκι.


Δημοσιογράφος:
Στη περίπτωση του Παντείου Πανεπιστημίου, που επί πρυτανεία σας είχε αγοραστεί ένα πολυτελές ξενοδοχείο, με σκοπό να γίνει φοιτητική εστία, με πισίνα στην οροφή, κλιματισμό σε όλα τα δωμάτια, χαλιά, εστιατόρια και πολλά άλλα. Η μορφή που βλέπουμε σήμερα, δεν έχει καμία σχέση μ΄αυτό το οποίο μόλις περιέγραψα. Τι συνέβη κύριε Κοντογιώργη;







Γιώργος Κοντογιώργης:
Χαίρομαι που το αναδεικνύετε αυτό το θέμα. Το αγοράσαμε επί πρυτανείας μου και μάλιστα αντί πινακίου φακής. Είχε όλα αυτά τα οποία περιγράψατε μέσα. Για τους φοιτητές πια. Αφού το παρέδωσαν οι πρυτανικές αρχές -οι οποίες βέβαια είναι οι μόνες που φυλακίστηκαν σ΄ αυτόν το τόπο από τους αξιωματούχους της χώρας, για ό,τι διέπραξαν- αφού το παρέδωσαν λοιπόν στις παρατάξεις, το υπενοικίαζαν, στη συνέχεια από εκεί έγινε διακίνηση γυναικών, ναρκωτικών και πολλών άλλων ανομιών, και, στο τέλος βεβαίως, άρχισαν να ξεπουλάνε ένα προς ένα τα πάντα. Από τα κλιματιστικά μέχρι και τις πόρτες. Σήμερα δεν έχει ούτε πόρτες ούτε διαχωριστικά εσωτερικά. Γι΄ αυτό υπάρχει κανείς που θα δώσει ευθύνες; Που θα απολογηθεί; Αυτή η εικόνα που παρουσιάζει αυτό το κτήριο ξέρετε, είναι η αντιπροσωπευτική εικόνα του πανεπιστημίου. Δηλαδή, ενός πανεπιστημίου που θεωρείται ότι είναι κέντρο ανομίας, όπου εκκολάπτονται τα πάντα. Όλα αποβράσματα της κοινωνίας. Δεν επιτρέπουν στη μάζα του φοιτητικού κόσμου να έχει εκπαίδευση.
Έχω διδάξει σε πάρα πολλά ξένα πανεπιστήμια. Σας διαβεβαιώ ότι ο φοιτητής γνωρίζει ότι θα είναι καθημερινά στη τάξη και στα εργαστήρια, ο καθηγητής γνωρίζει ότι πρέπει να είναι εκεί παρόν και να προσφέρει έργο, κανείς δεν ζήτησε από τον καθηγητή να εξασφαλίσει την τάξη στο πανεπιστήμιο. Ο καθηγητής πρέπει να βρει έτοιμη την πραγματικότητα αυτή. Να του την διασφαλίσει η πολιτεία.
Μας λένε τώρα ότι πρέπει οι καθηγητές και οι φοιτητές, με τα σφριγηλά κινήματα, ποια; αυτά της αλητείας του παρελθόντος που συγκρότησαν συμμορίες και λυμαίνονταν το πανεπιστήμιο και το μετέβαλαν σε δικό τους χώρο; Αυτοί λοιπόν, δεν είναι δυνατόν να διασφαλίσουν -ακόμα κι εκείνοι που έχουν τη καλή θέληση- την τάξη στο πανεπιστήμιο. Πρέπει να έρθει η πολιτεία.
Ξέρετε, στη Γαλλία, όταν αποτόλμησα πριν από λίγα χρόνια -κάποια γκρουπούσκουλα- να κάνουν κατάληψη στη Σορβόνη, χωρίς να ερωτηθεί κανένας μπήκε η αστυνομία με εντολή της πολιτείας και τους πέταξε έξω και τους πήγε και στην δικαιοσύνη. Αυτή είναι η ευνομούμενη πολιτεία. Διότι ήθελε να διασφαλίσει την ελευθερία των χώρων και τη κίνηση των ιδεών στο πανεπιστήμιο, χωρίς να φοβάται ο φοιτητής κι ο καθηγητής να τις διακινεί και να τις ανταλλάσσει ως απόψεις στην αίθουσα ή στους χώρους του πανεπιστημίου. Αυτό στην Ελλάδα θεωρείται ότι είναι αδίκημα.


Το παράδοξο είναι ότι δεν αντιλαμβανόμαστε ότι, ο φασισμός πριν γίνει σύστημα είναι τρόπος. Και εφαρμόζεται και στους δημόσιους χώρους και στους ιδιωτικούς χώρους σήμερα. Μη ξεχνάμε, ότι αυτό που συνέβη στο Πάντειο, συμβαίνει σε όλα τα πανεπιστήμια. Και, μην ξεχνάμε επίσης ότι αυτή τη στιγμή, ένας, ή μάλλον πολλοί εξ αυτών οι οποίοι ήταν οι μεγάλοι συντελεστές των καταλήψεων των πανεπιστημίων, δηλαδή της ιδιοποίησης του δημοσίου χώρου και των εκβιασμών και των άλλων ανομιών που συνέβαιναν εκεί, που θεωρούν την ανομία ως κανονικότητα, μας κυβερνούν αυτή τη στιγμή. Με πρώτον τον πρωθυπουργό. Πώς μπορούμε να μιλήσουμε για «αριστεία»; όταν, οι διαδοχικοί υπουργοί παιδείας μας λένε ότι πρέπει να υπερισχύσει η «αριστεία των μηδενικών»; Όταν αισθάνονται υπερήφανοι διότι έχουν αποκτήσει διπλώματα απ΄ το εξωτερικό που ομολογούν τελικά, ότι θεωρούν υπέρτατη αξία ζωής όχι να διαμορφώσουν τους όρους σοβαρών πανεπιστημίων στην Ελλάδα, αλλά πώς θα διώξουν τους Έλληνες να πάνε στο εξωτερικό να σπουδάσουν. Δεν εμπιστεύονται την ελληνική κοινωνία. Δεν εμπιστεύονται το διδακτικό προσωπικό. Δεν τους ενδιαφέρει η έρευνα. Αν σας περιγράψω τους αγώνες που έχω κάνει στη διάρκεια της πρυτανείας μου για να δημιουργήσω θεσμούς έρευνας, και, αναγκάστηκα πραξικοπηματικό τω τρόπω να δημιουργήσω εσωτερικούς θεσμούς, κέντρα ερευνών, χωρίς να ερωτηθεί η πολιτεία διότι η πολιτεία το αρνιόταν, μπορείτε να αντιληφθείτε τι συμβαίνει σ΄αυτή την άρχουσα πολιτική τάξη. Θέλει το πανεπιστήμιο ιδιοποιημένο. Δικό της. Και όχι δημόσιο.


Θέλω να συγχαρώ όλους αυτούς που με αφετηρία τη Θεσσαλονίκη, έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες να ξεκαθαρίσουν τον δημόσιο χώρο του πανεπιστημίου τους από όλην αυτή τη καταισχύνη η οποία αυτή τη στιγμή κυριαρχεί. Και δυστυχώς, θα συνεχίσει φοβάμαι.




https://contogeorgis.blogspot.com/2018/12/blog-post_23.html?fbclid=IwAR04-UrF9ihgDilvyPFGTWpg3waPHrzsjoIv4veabdlFWjwFOJWaVWQhnEg

TV100 ThessalonikiΔημοσιεύτηκε στις 17 Δεκ 2018ΕΓΓΡΑΦΗ 939
Ο πρώην πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου Γιώργος Κοντογιώργης μιλώντας σήμερα στην εκπομπή “Λόγια της Πόλης“ αποκάλυψε την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στο κτίριο της φοιτητικής εστίας του Παντείου εξηγώντας πως αγοράσθηκε επί πρυτανείας του το 1990. Όπως εξήγησε ο ίδιος “Ήταν πολυτελές ξενοδοχείο με πισίνα στην οροφή, κλιματισμό σε όλα τα δωμάτια, χαλιά, εστιατόριο και πολλά άλλα. Παρεδόθη από τους πρυτάνεις που με διαδέχθηκαν στις κομματικές παρατάξεις, στο πλαίσιο της συναλλαγής μαζί τους, οι οποίες αφού το υπενοικίαζαν σε διάφορους ημετέρους και τρίτους, στέγασαν διακίνηση γυναικών και ναρκωτικών κλπ, το λεηλάτησαν ολοκληρωτικά. Σήμερα έμεινε μόνο ο σκελετός όπως φαίνεται. Κανείς δεν ζήτησε ευθύνες από κανέναν.”είπε χαρακτηριστικά.


Απομαγνητοφώνηση, Ελένη Β. Ξένου.

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

Γ.Κ. - Παρουσίαση του τόμου «Aristotle - Contemporary Perspectives on his Thought»










Το ζήτημα που θέτει ο τίτλος του βιβλίου για το οποίο κληθήκαμε να μιλήσουμε εδώ, έγκειται στην πρωτοτυπία ή στην επικαιρότητα του Αριστοτέλη, δηλαδή τι είναι αυτό που τον κάνει μια προσωπικότητα η οποία συνεχίζει ακόμα να προκαλεί το ενδιαφέρον στην εποχή μας. Πιστεύω ότι και μόνο το γεγονός ότι δεν θεωρείται αλλά είναι θεμελιωτής των περισσοτέρων επιστημονικών πειθαρχείων που γνωρίζουμε σήμερα, θα μπορούσε να τον τοποθετήσει στην τάξη των μεγάλων στοχαστών της διαχρονίας. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ωστόσο, το ζήτημα δεν είναι αυτό. Πρέπει να ξεχωρίσουμε νομίζω αυτό που, αποτελεί «θετικές επιστήμες» κυρίως, όπου εκεί έβαλε θεμέλια σημαντικά αλλά δεν είχε τις προϋποθέσεις μέσα απ΄ τη παρατήρηση να οδηγηθεί στα πεπραγμένα της εποχής μας που, υπάρχει όλη αυτή η δυνατότητα να υποβάλλουμε σε γνώση και πείραμα μέσω της τεχνολογίας και πολλών άλλων δεδομένων τα φυσικά ή άλλα φαινόμενα, εκείνο που όμως θεωρώ ότι συνιστά την πρωτοτυπία του Αριστοτέλη και την διαρκή επικαιρότητα, είναι ό,τι έχει να κάνει με τις (σε πληθυντικό) κοινωνικές επιστήμες. Λέω κοινωνικές επιστήμες και όχι φιλοσοφία, διότι, θα μας πάει αλλού. Θέλω να μείνω στα γήινα. Για να δείξω μερικά στοιχεία που στη πραγματικότητα μας επιτρέπουν να μιλήσουμε για έναν Αριστοτέλη, ο οποίος υπερβαίνει τις διανοητικές και γνωστικές δυνατότητες της εποχής μας και, ανήκει στο μέλλον! Γι΄ αυτό και θεωρώ –αν θέλετε και, το έχω πει πολλές φορές- ότι το συνέδριο αυτό, για τα δύο χιλιάδες τετρακόσια χρόνια του Αριστοτέλη και οι εκδόσεις αυτή στα αγγλικά και η άλλη που θα ακολουθήσει, αποτελούν έργο ζωής όχι μόνο για τον συντελεστή της -τη Δήμητρα Σφενδόνη-, αλλά ως παρέμβαση στα επιστημονικά δρώμενα της εποχής μας. Ξανά βάζει τον Αριστοτέλη στο πεδίο της επιστημονικής συζήτησης, όπως οφείλει να είναι. Όπως οφείλει να έχει θέση σ΄αυτήν. 

Τι σημαίνει λοιπόν, η επικαιρότητα του Αριστοτέλη στις κοινωνικές επιστήμες. Να το θέσω διαφορετικά το ζήτημα. Γιατί ο Αριστοτέλης -με βάση όσα θα πω πολύ σύντομα- έχει αυτή την επικαιρότητα στις μέρες μας; Εάν ακολουθήσουμε τους σύγχρονους/νεότερους στοχαστές, που ασχολήθηκαν και με τον Αριστοτέλη, -ειπώθηκε από τον κύριο Κουλουμπαρίτση- είναι εκείνοι που βάζουν πολλά θαυμαστικά, (ότι τα είπε όλα), είναι οι άλλοι που θεωρούν ότι η νεοτερικότητα δεν έχει να κάνει κανένα διάλογο με τον Αριστοτέλη και την αρχαία φιλοσοφία διότι είναι ξεπερασμένη, (αναφέρεται σε άλλα θέματα) υπάρχουν και οι άλλοι οι οποίοι διακρίνουν –έχει σημασία αυτό- μεταξύ της πραγματικότητας των πόλεων και της φιλοσοφίας λέγοντας ότι, οι φιλόσοφοι και ιδιαίτερα ο Αριστοτέλης, έχει αγγίξει πράγματα τα οποία υπερέβαιναν την εποχή τους και γι΄ αυτό είναι και σύγχρονα με τη σημερινή έννοια του χρόνου. Ενώ, με διαφορετικούς όρους θα μπορούσε να πει κανείς ότι με την πραγματικότητα της πόλης δεν έχει να κάνει κανείς κανέναν διάλογο. Ξεχωριστή η περίπτωση στοχαστή ο οποίος έθεσε έτσι το ζήτημα και, ακολουθήθηκε από πολλούς δικούς μας, είναι ο Πιέρ Βιντάλ Νακέ. Ένας Γάλλος, ο οποίος έλεγε από μια στιγμή και μετά ό,τι του άρεσε, -ό,τι φανταζόταν- γιατί θεωρούσε ότι είχε το αναγκαίο κύρος ό,τι πει να είναι και αποδεκτό και, αναγκαστικά αποδεκτό από τους άλλους. Δεν μας εμπνέει, άρα, η πραγματικότητα ο Αριστοτέλης και οι άλλοι στοχάστηκαν σε ένα άλλο επίπεδο ημιθέων ή θεών, που δεν έχουν αυτά που είπαν να κάνουν με την πραγματικότητα. Ε λοιπόν, τόσο ο Πλάτωνας όσο, ιδίως ο Αριστοτέλης, μόνο με την πραγματικότητα της εποχής τους και το παρελθόν αυτής της πραγματικότητας στοχάζονταν. Επομένως, εάν θέλει κανείς να κάνει διάλογο με τον Αριστοτέλη και να τον κατανοήσει, πρέπει πρώτα να προσαρμόσει τη σκέψη του σ΄ αυτό που είναι η πραγματικότητα την οποία αναλύει ο Αριστοτέλης. Κι όχι την παραποίηση την οποία έκαναν στη συνέχεια με αρχή τον Διαφωτισμό και κυρίως τον 20ο αιώνα, οι νεοτερικοί και ιδίως οι Δυτικοί φιλόσοφοι. 

Ποια είναι λοιπόν η πρωτοτυπία του Αριστοτέλη; Το γεγονός ότι είχε την διεισδυτική αναλυτική και συστηματική προσέγγιση μπροστά του, ενός ολόκληρου βίου, -του ελληνικού κόσμου των πόλεων- από τις αρχές της συγκρότησης αυτού του κόσμου, μέχρι την εποχή του. Που, παρελαύνουν εκεί όλα τα κοινωνικά συστήματα, όλα τα πολιτικά συστήματα, όλα τα οικονομικά συστήματα και επομένως έχει υλικό -παρατηρώντας τα συστηματικά και μελετώντας τα- να τα αναδείξει. Αυτό έκανε ο Αριστοτέλης. Όταν ανέκυψε το ζήτημα της νομισματικής οικονομίας και μέσω αυτού της νέας εξάρτησης της νομισματικής, (δηλαδή του δανεισμού), μας αναδεικνύει απ΄ τη μια μεριά τους κοινωνικούς τυράννους που κάνουν τις κοινωνικές επαναστάσεις στο όνομα της ισομοιρίας και απ΄ την άλλη τον Σόλωνα, ο οποίος πράττει τον συμβιβασμό της Σεισάχθειας. Μας λέει όμως, ότι η πιο μεγάλη τομή του Σόλωνα δεν ήταν η Σεισάχθεια, αλλά, η μεταβολή του πολιτικού συστήματος από μοναρχικό, εκλόγιμη μοναρχία, ο ίδιος εξελέγη με καθολική ψηφοφορία, για ορισμένο χρόνο και διαλέγονταν με τους μεν και με τους δε αλλά αυτός αποφάσιζε. Ένας πρωθυπουργός δηλαδή σημερινός. Εκλόγιμη/αιρετή μοναρχία. Το λένε όλοι. Έτσι ορίζεται. Διότι κατέχει το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Όταν ο Σόλωνας λοιπόν θέλει να αποτρέψει αυτή τη νέα πραγματικότητα, ο Αριστοτέλης το βλέπει με το διεισδυτικό του μάτι. Καθιέρωσε λέει, το «αντιπροσωπευτικό σύστημα». Δημιούργησε το Δήμο, τον έβαλε δηλαδή, (τη κοινωνία των πολιτών) στην πολιτική διαδικασία να συμμετέχει στις πολιτικές αποφάσεις ώστε, να μην μπορούν να εξαρτώνται αυτοί που κυβερνούν αποκλειστικά από τις δυνάμεις της αγοράς –όπως θα λέγαμε σήμερα-. Θα μας εξηγήσει στη συνέχεια τι; συνέβαλε (τα αίτια), για να πάμε από την ανατροπή αυτού του καθεστώτος σε διάφορες ενδιάμεσες καταστάσεις και στο τέλος της δημοκρατίας. Ψάχνει τα αίτια και μας δίνει το διάγραμμα. Δηλαδή, ουσιαστικά εγκαθιδρύει μια εννοιολογία των φαινομένων και μια βιολογία της εξέλιξής τους. Δε μας λέει ότι πρώτα γεννήθηκε η δημοκρατία και μετά πήγαμε στη μοναρχία. Μας λέει ότι, “κατά μικρόν”, τι ζήτησαν λέει οι άνθρωποι την εποχή του Σόλωνα; ατομική ελευθερία. Όχι το παντεσπάνι της πολιτικής αυτοκυβέρνησης, πολιτικής ελευθερίας. Αυτό λοιπόν, είναι το στοιχείο που συγκροτεί τη πρωτοτυπία του Αριστοτέλη. Μπόρεσε να αναγνώσει με εξονυχιστικό και συστηματικό τρόπο τη βιολογία και την εννοιολογία του ελληνικού κόσμου. 

Θα έμπαινα σε πάρα πολλές άλλες λεπτομέρειες, αλλά για τη συντομία του χρόνου θα πω ότι, αυτή η πρωτοτυπία του Αριστοτέλη, έχει και τα όριά της. Έχει σημασία να τα επισημάνουμε. Ο Αριστοτέλης, έπραξε αυτό που είχε να πράξει σε σχέση με την συγκρότηση μιας εννοιολογίας και βιολογίας του ελληνικού κόσμου των πόλεων, αλλά, δε μπορούσε να τα δει και όλα. Ή προσαρμόστηκε σε πολλά στοιχεία της εποχής του. Εκφράζεται και στο βιβλίο από συνάδελφο που γράφει με τον ίδιο τίτλο περίπου σ΄εμένα, ότι, η απορία πώς ο Αριστοτέλης είναι μεγάλος θιασώτης των πόλεων και θεωρεί ότι δε μπορεί να υπάρξει ελευθερία στον ελληνικό κόσμο χωρίς τις πόλεις, (επικαλείται τον «στέντορα», πώς θα ακουστεί δηλαδή, η φυσική επικοινωνία, ένας απευθυνόμενος στο δήμο) κι απ΄ την άλλη διδάσκει στον Αλέξανδρο την «αυτοκρατορία». Εμ, δε διδάσκει στον Αλέξανδρο την «αυτοκρατορία» αλλά την «κοσμόπολη». Τη διατήρηση των πόλεων μέσα στη κοσμόπολη. Αυτό, έχει κολοσσιαία σημασία αν θέλετε για αυτό το οποίο συνέχισε ο ελληνικός κόσμος ως ιστορική διαδρομή. Ένα άλλο ζήτημα, έχει να κάνει με την έννοια της «δουλείας». Θα έχετε ακούσει οι περισσότεροι το επιχείρημα σχετικά με την αναγκαιότητα της «δουλείας» στην εποχή του, (γιατί είναι προϋπόθεση του σχολάζειν και το σχολάζειν -η σχόλη- είναι προϋπόθεση του καλώς άρχειν, άρα της δημοκρατίας), που λέει ότι θα καταστεί άνευ σημασίας και θα εκπέσει η δουλεία, εάν βρεθούν οι αυτόματες μηχανές όπως τις έχουν οι θεοί. Επιβεβαιώνεται στην εποχή μας -για άλλο λόγο- (η έκπτωση της εργασίας, της μισθωτής εργασίας ουσιαστικά) αλλά, διαψεύδεται από την ίδια την ιστορία του ελληνικού κόσμου. Διότι από τους ελληνιστικούς ήδη χρόνους και ιδίως από το τέλος της Ρώμης και τις αρχές του Βυζαντίου, εκπίπτει η δουλεία διότι γίνεται άχρηστη. Δεν χρειάζεται πια. Είναι αντιοικονομική. Όπως ήρθε στον ελληνικό κόσμο επειδή η εργασία του πολίτη ήταν αντιοικονομική, έτσι φεύγει τώρα επειδή η εργασία του δούλου είναι αντιοικονομική. Είχε καθιερωθεί/εφαρμοστεί η δημοκρατική αρχή στο οικονομικό σύστημα, που στην εποχή που θαυμάζουμε όλοι της δημοκρατίας της Αθήνας, η δημοκρατική αρχή δεν ίσχυε για την οικονομία. Εκεί, ήταν η δουλεία που λειτουργούσε την οικονομία και μέσω της δουλείας υπήρχε το πλεόνασμα το οικονομικό το οποίο επέτρεπε στον πολίτη να είναι μη εξαρτημένος κι άρα ελεύθερος πολιτικά για να διοικεί τη πόλη. Αυτό λοιπόν είναι που στοιχειοθετεί τα όρια. Δηλαδή, διέκρινε και αποκατέστησε στην ευκρίνειά του αυτό το οποίο έβλεπε στην εποχή του και στο παρελθόν, δεν μπόρεσε –ήταν φυσικό- να κάνει προβολή φαντασίας σε μη υπαρκτές καταστάσεις για να πει πώς θα εξελιχθεί στη συνέχεια ο κόσμος. Ήταν υπόθεση δική μας. Το ίδιο μπορεί να πεΙ κανείς και στην αδυναμία του να ξεχωρίσει συστηματικά την εξέλιξη των πολιτικών συστημάτων. Μας λέει, -όπως και οι άλλοι- ότι έχουμε την μοναρχία, την ολιγαρχία και την δημοκρατία. Ο ίδιος όμως μας λέει ότι, στην μοναρχία εγγράφεται και η αντιπροσώπευση ουσιαστικά. Ενώ, μας εξηγεί επίσης σε άλλο σημείο ότι, η ολιγαρχία δεν είναι ένα ενιαίο σύστημα, προσμετράται ως ολιγαρχία από τον αριθμό των πολιτών που συμμετέχουν και από το τιμοκρατικό σύστημα. Αλλά, ως πολιτικό σύστημα μας εξηγεί αλλού, ότι έχουμε ολιγαρχίες μοναρχικές ή δημοκρατικές. Η «μικρά δημοκρατία». Τα εξηγεί, ανεξαρτήτως του εάν προσχωρεί σε κάποιο άλλο πεδίο ανάλυσης το οποίο είναι το κρατούν και πιστεύω ότι δεν μπορούσε να ξεφύγει και απ΄ αυτό. Το ερώτημα όμως είναι το εξής: πώς θα μπορέσει κανείς να ξανά βάλει τον Αριστοτέλη στη τάξη των επιστημών που ανήκει σήμερα, ώστε να διαμορφωθεί μια νέα γνωσιολογία από την εποχή μας η οποία χωλαίνει. Εμφανίζει η εποχή μας ως επιστημονικά αληθή αυτά τα οποία αποτελούν ιδεολογικές επιλογές. Ξέρετε, με τον Διαφωτισμό, μπορεί να επικαλέστηκαν την αρχαιότητα, αλλά διέπραξαν δύο μεγάλες ρήξεις. Η πρώτη ρήξη είναι με τις «έννοιες»! Πήραν έτοιμες τις έννοιες απ΄ τους αρχαίους, αλλά τους έβγαλαν το περιεχόμενο και κράτησαν τη λέξη. Και όπου δε τους βόλευαν πρόσθεταν και έναν επιθετικό προσδιορισμό. Δε βόλευε στη δημοκρατία για να πουν ότι το σημερινό σύστημα της αιρετής μοναρχίας είναι δημοκρατικό, αλλά μας είπαν ότι είναι η έμμεση, αντί για της άμεσης. Δηλαδή, υπάρχουν πράγματα όπως το τραπέζι ή η καρέκλα που είναι άμεσα ή έμμεσα. Υπάρχουν τρόποι να μιλήσει κανείς με έμμεσο ή άμεσο τρόπο, αλλά, τα πράγματα είναι ή δεν είναι. Η διάπραξη λοιπόν αυτής της εννοιολογικής απρέπειας από τη νεοτερικότητα, έχει οδηγήσει και σε μια άλλη απρέπεια. Το λέω απρέπεια με όλη την συνείδηση της λέξεως! Μας διδάσκει η νεοτερικότητα ότι το σημερινό «δημοκρατικό σύστημα» (δηλαδή η αιρετή μοναρχία), είναι ανώτερο απ΄ το αρχαίο. Δηλαδή το να είναι κανείς ατομικά ελεύθερος μόνο (ιδιώτης), είναι ανώτερο από το να έχει την ευθύνη της ζωής του και στο συλλογικό. Άρα, δεν είναι εφιαλτικό να υπάρχει ένας ο οποίος να κατέχει το πολιτικό σύστημα και να αποφασίζει για τη μοίρα μιας κοινωνίας, τη στιγμή που δεν αποδεχόμαστε να είναι κάποιος τρίτος υπεύθυνος για την ζωή μας τη προσωπική. Υπάρχει η διάκριση μεταξύ σήμερα, ελευθερίας και δικαιώματος. Η ατομική ελευθερία ορίζεται ως αυτονομία. Μη παρέμβαση τρίτου. Στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή, η ελευθερία ορίζεται ως δικαίωμα. Να διαδηλώσω… Μα, διαδηλώνω επειδή ΔΕΝ έχω την αυτονομία, άρα την ελευθερία τη πολιτική. Αυτό λοιπόν ο Αριστοτέλης το έχει ξεκαθαρίσει. Και, η σημασία του βιβλίου αυτού και του άλλου που θα ακολουθήσει, είναι ακριβώς αυτός ο διάλογος που ανοίγει. Τα ερωτήματα που εγείρει. Και, να προσθέσω ακόμη ότι ο Αριστοτέλης είναι και ρεαλιστής. Όταν έρχεται η στιγμή να συζητήσει για τις ορθές και παρεκβατικές πολιτείες, γνωρίζει πολύ καλά ο ίδιος ότι η ορθές πολιτείες δεν έχουν πεδίο εφαρμογής. Δε μας φέρνει ένα παράδειγμα ορθής πολιτείας. Αλλά όλες οι πολιτείες τις οποίες αναφέρει και ταξινομεί, είναι παρεκβατικές. Ωστόσο, ο διάλογός του για την ορθή πολιτεία, είναι η πολιτεία της δημοκρατίας στην εκδοχή του Κλεισθένη ή περίπου. Η μετριοπαθής δημοκρατία. Αρέσκονται πολλοί, να κάνουν σήμερα –γιατί, η αδυναμία της νεοτερικότητας να κατανοήσει τον Αριστοτέλη και οι ιδεολογικές της επιλογές, οι ολιγαρχικές, δεν της επιτρέπουν να δει ότι η εκλεκτική συγγένεια του Αριστοτέλη είναι με τη δημοκρατία-. Όλες οι αρχές της δημοκρατίας με μια λογική μεσότητας παρελαύνουν στην «Πολιτεία» του. Αυτή που θεωρεί αυτός ως ιδανική πολιτεία. Και το δεύτερο βεβαίως είναι, -που επωφελήθηκε η νεοτερικότητα λέγοντας ότι καταντά η ριζοσπαστική δημοκρατία να είναι τυραννία- (όπως θα έλεγαν κάποιοι άλλοι επίσης- ο Αριστοτέλης όχι με τόση σαφήνεια-), γιατί; για να δείξουν ότι η καθολική πολιτική αρμοδιότητα που κατέχει ο δήμος στη δημοκρατία είναι το ισοδύναμο της πολιτικής κυριαρχίας που κατέχει κάποιος. Εμ, υπάρχει μια διαφορά. Στην δημοκρατία, δεν υπάρχει υποκείμενο κυριαρχίας. Διότι ο πολίτης αυτοκυβερνιέται. Ενώ στα συστήματα εξουσίας υπάρχει υποκείμενο κυριαρχίας που είναι η «κοινωνία ιδιώτης». 

Αυτές οι αναλύσεις βεβαίως, έχουν σημασία για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε ορισμένα ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με την αντίληψη σήμερα ότι ξαφνικά γεννηθήκαμε, (επικαλούνται τον Αριστοτέλη ως όνομα αλλά, δεν υιοθετούν την ανάλυσή του) γεννηθήκαμε λοιπόν ξαφνικά σήμερα, στη φάση της ολοκλήρωσης. Αυτό είναι αντίθετο από κάθε λογική βιολογίας. Δε γίνεται να βγει κανείς απ΄ τη φεουδαρχία και να εγκατασταθεί στο τέλος του βίου του, του ανθρωποκεντρικού δηλαδή της δημοκρατίας. Πρώτα θα διεκδικήσει τα στοιχειώδη και μετά σιγά σιγά –“κατά μικρόν” όπως θα μας πει ο Αριστοτέλης- θα πάει και στα υπόλοιπα. Θα διευρύνει το πεδίο της ελευθερίας του με την ανάγκη να το διευρύνει για να διατηρήσει τα κεκτημένα ή να τα διευρύνει κι αυτά επίσης. 

Αυτά λοιπόν, είναι τα μεγάλα ζητήματα. Και, οι παραναγνώσεις που γίνονται στον Αριστοτέλη είναι πάρα πολλές! Όπως και η ιστορία έτσι και η εννοιολογία και η βιολογία του κοινωνικού φαινομένου, γίνεται με τους όρους της προβολής του σήμερα και της ανωτερότητάς του. Ξέρετε ποια είναι η διαφορά; Το σήμερα είναι ανώτερο επειδή έχει εγκατασταθεί η μεγάλη κλίμακα. Δηλαδή τα κράτη-έθνη όπως θα τα λέγαμε με απλούστερο τρόπο. Όπου παράγουν ανάγκες και δυναμικές που δεν έχουν σχέση με το παρελθόν. Η τεχνολογία πρώτη. Δε χρειαζόταν στη πόλη. Σήμερα χρειάζεται το αεροπλάνο για να μεταφερθεί κανείς απ΄ το ένα μέρος της Γης στο άλλο. Εκείνο όμως που διαφέρει, είναι ότι αυτή η ανωτερότητα, αντιφάσκει με την αντίληψη ότι ξαφνικά εγκατασταθήκαμε σε μια καθολική ανωτερότητα έναντι του παρελθόντος, πού; στο τέλος του βίου της εξέλιξης των ανθρώπων. Ο καθένας δε γεννιέται δηλαδή στον μηδέν χρόνο, αλλά στα εξήντα του ή στα εβδομήντα του που είναι ώριμος. Λοιπόν, αυτό επειδή δεν γίνεται μπορούμε να αντιληφθούμε τι ακριβώς έρχεται να υπηρετήσει. Εκτός από το γεγονός βεβαίως, ότι πέραν της ιδεολογίας υπάρχει κι ένα κενό γνωσιολογίας. Δηλαδή η αδυναμία να προσεγγιστούν φαινόμενα που δε ζουν. Όπως και ο Αριστοτέλης δε μπόρεσε να προσεγγίσει φαινόμενα τα οποία δεν είχε ζήσει ή δεν ήταν του εμπειρικού του υλικού, έτσι και σήμερα δεν μπορούν να προσεγγίσουν οι νεότεροι στοχαστές αυτά που διδάσκει το παρελθόν, παρά γίνεται η ανάγνωσή τους κατά προβολή του παρόντος στο παρελθόν. Και, αν θέλετε μερικά παραδείγματα που θα τα συναντήσετε και στα κείμενα τα οποία υπάρχουν στο παρόντα και στον άλλο τόμο. Το πολιτικό σύστημα, η πολιτεία, μεθαρμόζεται με τον όρο της πολιτικής εξουσίας. Καμία σχέση. Η πολιτική ως εξουσία, είναι ένας τρόπος οργάνωσης της πολιτικής αλλά που δεν είναι ο μοναδικός. Στη δημοκρατία δεν υπάρχει πολιτική εξουσία. Υπάρχει η πολιτική ως πεδίο εμπραγμάτωσης της ελευθερίας. Της πολιτικής ελευθερίας, της καθολικής ελευθερίας. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Η εξουσία είναι ο τρόπος της αυτονόμησης της πολιτικής και της απόδοσής της σε κάποιον τρίτο ο οποίος την ασκεί και αποφασίζει για τις τύχες της κοινωνίας. Είναι πάρα πολλά τα ζητήματα που μπορεί να δει κανείς, που μας οδηγούν ακριβώς στο να διαπιστώσουμε ότι αρχής γενομένης απ΄ τον Μπενζαμέν Κονστάν, που θα ισχυριστεί ότι η ελευθερία των νεοτέρων, (δηλαδή η ατομική ελευθερία) είναι ανώτερη απ΄ την ελευθερία των αρχαίων, ως εάν η μια είναι αντιθετική στην άλλη και όχι το σωρευτικό αποτέλεσμα που προϋποθέτει την ατομική και τη κοινωνική για να οδηγηθεί κανείς στη πολιτική ελευθερία. Αν πιάσει κανείς τις επιμέρους διαστάσεις στις σκέψεις μέσα από αυτή την ανάγνωση, θα διαπιστώσει πάρα πολλά κρίσιμα θέματα τα οποία σήμερα βρίσκονται σε σπαργανώδη μορφή. Παραδείγματος χάρη η θεωρία της «αξίας». Στο πρώτο βιβλίο του Αριστοτέλη είναι ασύλληπτα πιο προχωρημένη απ΄ ότι οι σύγχρονες θεωρίες της «αξίας». Ή το ζήτημα της «μεταβολής πολιτειών» που το επικαλέστηκα. Το ζήτημα της «διάρκειας του κράτους». Όταν ένα τυρρανικό καθεστώς, ένα καθεστώς άλλο, αναλάβει υποχρεώσεις, τι γίνεται; (με ένα άλλο καθεστώς). Μας αναφέρει πολλά παραδείγματα και μας εξηγεί πότε υπάρχει η συνέχεια του κράτους και πότε όχι. Πότε δηλαδή, κάποιος φορτώνεται υποχρεώσεις που ανέλαβε ένας τρίτος χωρίς να ερωτηθεί και πότε όχι. Τίθεται ζήτημα δηλαδή πολιτείας. Είδους πολιτείας. 

Θα επικαλεστώ ως ένα από τα τελευταία και ενδιαφέροντα σημεία, την άποψη του Αριστοτέλη για τη θρησκεία, για το θείο ουσιαστικά. Η κυρία Βαραλά μας έχει δώσει ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο, το οποίο αξίζει να διαβαστεί. Διότι από εκεί μπορεί να συναγάγει κανείς με πολύ περιεκτικό τρόπο, πώς ο Αριστοτέλης έχει βγάλει τον θεό έξω απ΄ την πόλη –με την έννοια ότι δεν είναι μέρος της πολιτικής ζωής, δεν είναι αυτός δηλαδή που κατευθύνει τα ανθρώπινα- αλλά όμως, είναι όπως λέει, “ο θεός αεί θαυμαστόν, φαμέν δε τον θεόν είναι ζώον αίδιον άριστον, ώστε ζωή και αίων συνεχής και αίδιος υπάρχει τω θεώ”. Το τοποθετεί αλλού. Που σημαίνει, -πέραν της φιλοσοφικής προβληματικής που αναπτύσσεται, (γιατί πρώτη η αιτία και λοιπά)- ότι, επαναφέρει το ερώτημα που ήταν υπαρκτό στην αρχαία θρησκεία, εάν ο θεός είναι δημιουργός του κόσμου ή μέρος της δημιουργίας. Άρα ποια είναι η θέση του στον άνθρωπο ως άτομο και στον άνθρωπο ως κοινωνικό ον. 

Καταλήγω, (νομίζω είμαι μέσα στον χρόνο μου), καταλήγω με τον ίδιο τρόπο που ξεκίνησα. Ότι, η τομή –έργο ζωής για την Δήμητρα- αλλά, τομή στην παρέμβαση που έχει να κάνει με την αριστοτελική σκέψη, δεν αφορά μόνο στη διαπίστωση των επιστημονικών πεδίων που ο Αριστοτέλης δημιούργησε και που τα οδήγησε μέχρι ένα σημείο ώστε να πάρουν τη σκυτάλη οι νεότεροι, αλλά έγκειται στο ότι ανέδειξε μια εννοιολογία και μια βιολογία μέσα απ΄ τη παρατήρηση της εξέλιξης των ελληνικών κοινωνιών των πόλεων της εποχής, η οποία είναι πάρα πολύ χρήσιμη, απολύτως αναγκαία διότι δεν διαθέτουμε άλλο ιστορικό παράδειγμα μεταξύ των άλλων, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε όχι μόνο το παρελθόν, αλλά το παρόν, σε ποιο στάδιο βρισκόμαστε, αντί να πεισθούμε όπως μας διδάσκει η νεοτερικότητα ότι ζούμε στην εποχή της δημοκρατίας –(που είναι το τελικό στάδιο)- ότι ζούμε στην αρχή, που απλώς ξεπεράσαμε την απολυταρχία και είμαστε στην αιρετή μοναρχία, πράγμα που μας επιτρέπει να δούμε με άλλη οπτική και τη λύση των σημερινών προβλημάτων και το μέλλον. Πού πάμε. Τι θα είναι το επόμενο στάδιο. Και το επόμενο στάδιο αν υποθέσουμε ότι θα είναι η «αντιπροσώπευση» ή η «δημοκρατία», βεβαίως δε θα γίνει με τους όρους της πόλης. Δηλαδή με όρους φυσικής επικοινωνίας, να συγκεντρώνονται σε κάποιο σημείο το ενάμιση δισεκατομμύριο των Κινέζων, αλλά με όρους συγκρότησης του πολιτικού συστήματος, του οικονομικού συστήματος όπως ήδη διαφαίνεται, στο επίπεδο της τεχνολογίας. Εκεί θα συναντιόνται οι άνθρωποι. Που θα είναι στο σπίτι τους και παρ΄ όλα αυτά θα διαλέγονται ως εάν είναι παρόντες στην εκκλησία του δήμου. Αυτό όμως, προϋποθέτει πρώτα την ανασυγκρότηση των εννοιών. Το άλμα της σκέψης και της γνώσης, που θα μας επιτρέψει να φτιάξουμε ένα καινούργιο σύστημα –κι αυτή είναι η αξία του Αριστοτέλη ως πηγής πια της αρχαιότητας- να δημιουργήσουμε ένα σύστημα γνώσης και μια βιολογία του κοινωνικού ανθρώπου, που θα μας επιτρέπει να ξέρουμε πώς θα λύσουμε τα καθημερινά μας προβλήματα. Είναι σημαντικό για τη ζωή μας σήμερα! Επίκαιρο και για το μέλλον. Γι΄ αυτό και επιμένω ότι ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ως προς αυτά είναι πρωτοπόρος στο σήμερα αλλά κυρίως μελλοντικός. Θα τον συναντάμε, γιατί θα συναντάμε την εξέλιξη της πόλης όσο εξελίσσεται ο νεότερος άνθρωπος. 

Σας ευχαριστώ.

(( ))

ΓΙΩΡΓΟΣ Δ. ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ

Ομιλία του Οµότιµου Καθηγητή Πολιτικής Επιστήµης και πρώην Πρύτανη του Παντείου Πανεπιστηµίου κ. Γιώργου Κοντογιώργη στην παρουσίαση του τόμου «Aristotle - Contemporary Perspectives on his Thought», η οποία έγινε στις 30.10.2018 στην Θεσσαλονίκη, σε εκδήλωση που διοργάνωσε η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών σε συνεργασία με το «Διεπιστημονικό Κέντρο Αριστοτελικών Μελετών», ΑΠΘ.

Η απομαγνητοφώνηση της ομιλίας, έγινε από την Ελένη Β. Ξένου.












Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2018

«Το Ελληνικό Κοσμοσύστημα και η επικαιρότητά του»
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ



Ερώτηση προς τον κύριο Γ. Κοντογιώργη από το κοινό:
- Γενικότερα, οι Διανοούμενοι, οι Επιστήμονες στην πατρίδα μας (την Ελλάδα), τι θέση πρέπει να έχουν αυτή την κρίσιμη στιγμή;

Απάντηση Και. Γ. Κ.:
- Mη με ρωτάτε για το τι θέση πρέπει να έχουν οι διανοούμενοι. Οι "διανοούμενοι", έχουν μια άκρως υπερασπιστική θέση -στη συντριπτική τους πλειοψηφία- στο κράτος και ενοχοποίηση της κοινωνίας και του παρελθόντος της, των κληρονομιών της. Είναι δηλαδή μια διανόηση η οποία υπερασπίζεται αυτό το οποίο συμβαίνει. Γι΄αυτό και αν παρακολουθήσετε -μόνο την περίοδο της μεταπολίτευσης- (αν και η κρίση η σημερινή δεν είναι η πρώτη) από την συγκρότηση του ελληνικού κράτους, απ΄την βαυαρική περίοδο δηλαδή και μετά, ζούμε σε μια κρίση η οποία έχει να κάνει με την αποδόμηση του Ελληνισμού, άρα και της συρρίκνωσης του.

Αν δείτε λοιπόν αυτή μόνο την περίοδο της μεταπολίτευσης, θα διαπιστώσετε ότι όσο η λεηλασία της Χώρας γιγαντώνεται, ποσοτικοποιείται αυξητικά, τόσο αυτή η "διανόηση" συμβάλει στην θωράκισή της, την θεσμική με σύνταγμα και νόμους και τόσο προσέρχεται μια άλλη πλευρά της "διανόησης" αυτής να την υπερασπιστεί. Να υπερασπιστεί δηλαδή με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τη λεηλασία η οποία συντελείται πάνω στην Κοινωνία. Γι΄αυτό και θα δείτε περισπούδαστες μελέτες, που ενώ διαπιστώνουν το πρόβλημα και θέτουν το ερώτημα γιατί αποτυγχάνουν οι μεταρρυθμίσεις, ουσιαστικά αποδίδουν στην Κοινωνία, όχι στην περίμετρο του κράτους, άρα στους, όπως τους αποκαλώ «συγκατανευσιφάγους» οι οποίοι μοιράζονται τον μπουφέ, λειτουργούν για να μοιραστούν το πρυτανείο του κράτους με την πολιτική τάξη. Όχι σ΄αυτούς που καταστρέφουν δηλαδή τη χώρα, αλλά στην Κοινωνία η οποία υφίσταται τις συνέπειες.

Κοιτάξτε, αν θέλουμε να κατανοήσουμε το τι συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, και γιατί αυτό το βάθος της κρίσης και η καταστροφή από τη συγκρότηση του Ελληνικού Κράτους μέχρι σήμερα, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι αυτό το Κράτος δημιουργήθηκε με ξένα υλικά. Ξένα υλικά με μία έννοια: Όχι γιατί δεν έπρεπε να ελευθερωθούμε παραδείγματος χάρη, αλλά γιατί η Επανάσταση του ΄21 και οι προπάτορες είχαν άλλο σκοπό. Πρώτα πρώτα ο σκοπός ήταν να ανασυγκροτηθεί η κοσμόπολη με σύγχρονους όρους εδαφικού κράτους, αλλά με Δημοκρατία. Με διατήρηση του κεκτημένου. Ακόμα και τα συντάγματα της Επανάστασης, για να μη πάμε στον Ρήγα που είναι η κορυφαία ομολογία αυτού του πράγματος, είναι συντάγματα κοσμοπολιτειακού τύπου. Που συνεκτιμούν το κοινό! Αυτό που συμβαίνει λοιπόν με το νεο-Ελληνικό Κράτος, είναι ότι, η περίφημη Εθνική Απελευθέρωση είναι προσημειωμένη. Προσημειωμένη ως προς το μέγεθος, ένα κράτος που δεν είναι επιβιώσιμο και είναι ασφυκτικά περιορισμένο, ένα κράτος που δεν λέει τίποτε στο μείζονα Ελληνισμό, ο οποίος έχει τελείως άλλα χαρακτηριστικά, ένα κράτος προτεκτοράτο και ένα κράτος το οποίο έρχεται να επιβάλει μια άκρατη απολυταρχία. Μας μεταφέρει ΑΥΤΟ το σύστημα του Κράτους στην προ-Σολώνεια, στη Μυκηναϊκή εποχή, για να μη πάμε πιο αργά. Δηλαδή, στο όνομα του εξ-Ευρωπαϊσμού, γιατί έπαψε να γίνεται λόγος για πρόοδο, η πρόοδος ταυτίστηκε με τον εξ-Ευρωπαϊσμό, στο όνομα του εξ-Ευρωπαϊσμού οπισθοχωρούμε από μια Οικουμενική φάση σε μια πρώιμη κρατοκεντρική φάση που έχει το χαρακτηριστικό της απολυταρχίας. Δηλαδή, όχι του ιδιώτη πολίτη που ανήκει στο κράτος αλλά του υπηκόου. Όταν στερείς, αν εμείς έχουμε χριστεί να αποφασίζουμε εδώ για τα πράγματα της Κορίνθου σε συνέλευση, και ο καθένας έχει ένα πρόβλημα: "φέτος δεν πήγα καλά στην παραγωγή μου και θέτω το ζήτημα", ή "δεν μπορώ να ανταποκριθώ στους φόρους και θέτω το ζήτημα στην ομήγυρη". Ξέρω ότι έχω πολιτική ανάπτυξη, είμαι πολίτης της Δημοκρατίας. Όταν μας αφαιρούν αυτή τη θεσμική βάση και μου λένε να λειτουργήσουμε όπως ο δουλοπάροικος, ο οποίος δουλοπάροικος δε ξέρει τι να κάνει με την ψήφο, δεν την έχει ούτως ή άλλως, αλλά δε ξέρει και τι να την κάνει, -γι΄αυτό και όταν παραδόθηκε στους Γερμανούς τις παραμονές του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, 20ο αιώνα, το δικαίωμα της ψήφου, το εκχώρησαν στον Χίτλερ!- . Όταν λοιπόν μας αφαιρούν αυτήν τη δυνατότητα να λειτουργούμε με όρους πολιτικής ατομικότητας ως εν Δημοκρατία, στη μικρή κλίμακα, αντί δηλαδή να πάρουν τη Δημοκρατία όπως έλεγε ο Ρήγας από την κοινότητα, το κοινό και να την εγκαταστήσουν στο γενικό Κράτος Έθνος, την καταργούν και από την μικρή αυτή κλίμακα. Όπως επιχείρησε και ο Καποδίστριας, ο δυστυχής, να εγκαθιδρύσει ξανά, γιατί την κατήργησαν οι προύχοντες στην Επανάσταση, και να την επανεγκαθιδρύσει. Λοιπόν, τι θα συμβεί; Θα μας φύγει η θεσμική βάση αλλά θα μας μείνει η νοοτροπία. Και αφού ξέραμε ότι δεν υπάρχει η θεσμική βάση του κοινού για να πάμε να θέσουμε το πρόβλημα, θα σκεφτούμε ποιος έχει την πολιτική αρμοδιότητα;...Ο πολιτικός. Πάμε λοιπόν στον πολιτικό και τι του λέμε;...Δε ζητάμε να μας απελευθερώσει από κάτι, γιατί είμαστε ελεύθεροι. Δεν είμαστε δουλοπάροικοι, Του λέμε όμως ότι έχουμε ανάγκη οικονομική να στηρίξουμε τη ζωή μας, άρα, αν έχουμε 6 παιδιά να μας διορίσει κάποιο, κι ο πολιτικός δεν έχει λόγους να σκεφτεί να αναπτύξει τη γεωργία ή τη βιομηχανία ή να αναπτύξει την αστική τάξη που θα δημιουργήσει επιχειρήσεις και άρα θα φέρει και τους εργαζόμενους στην επιχείρησή του. Θα τους κάνει ο ίδιος προσάρτημα των πελατειακών σχέσεων. Για αυτό λέω ότι μας φόρεσαν στενό θεσμικό ένδυμα και βεβαίως δεν μπορούμε να σκεφτούμε την πραγματικότητά μας. Αν μας βάλουν στενά παπούτσια ή το βρεφικό μας σακάκι τι θα φταίει, εμείς που μεγαλώσαμε ή αυτοί οι οποίοι θέλουν να μας περιορίσουν σε έναν παιδικό σταθμό; Αυτή είναι η Πολιτική Ανάπτυξη...Αλλά, επειδή όλες οι χώρες του κόσμου και δη οι Δυτικές, έχουν την ίδια αντίληψη περί Πολιτικής Ανάπτυξης, αυτό που ζουν σήμερα, δηλαδή να προσχωρούν στα κόμματα, να γίνονται μέλη, να κατεβαίνουν σε διαδηλώσεις ή οτιδήποτε, δεν υπάρχει αντίληψη της πολιτικής ανάπτυξης που προσιδιάζει στη Δημοκρατία σε συμπεριφορές άλλες. Ενώ στην Οικονομία, που υπάρχουν διαφοροποιήσεις ξέρουν για παράδειγμα ότι οικονομική ανάπτυξη σημαίνει να έχουμε τόσο εισόδημα σε σχέση με το τόσο. Η Πολιτική δεν είναι μετρήσιμη για τους Δυτικούς γιατί δεν έχουν συγκριτικό παράδειγμα. Σ΄εμάς όμως αυτό συνέβη. Άρα λοιπόν, καθάρισαν οι πολιτικοί, η πολιτική τάξη, με εμάς. Δεν έχουν αντιμέτωπη τη συλλογικότητα μας, έχουν να κάνουν με τον κάθε έναν από εμάς. Αποτέλεσμα;;;...Και οι πολιτικές που ασκούνται, έχουν να κάνουν με τον κάθε έναν από εμάς και όχι με συλλογικές πολιτικές. Διότι δεν τους υποχρεώνει και κανείς να παίξουν αυτό το ρόλο! Και να πάμε και πιο κάτω;;;...Στο όνομα της μεγάλης ιδέας, καταργούν και τη μείζονα Ελληνική Αστική Τάξη, οικουμενικού χαρακτήρα και όχι Εθνικού Κρατικού χαρακτήρα, που αρχίζει τότε να δημιουργείται στη Δύση, και δε της επιτρέπουν να μπει ποτέ μέσα. Την άφησαν βορρά γιατί δεν θέλησαν ποτέ την Εθνική ολοκλήρωση, την άφησαν λοιπόν βορρά στα Εθνικιστικά κινήματα του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα και στον υπαρκτό σοσιαλισμό του 20ου αιώνα! Γιατί αυτός ήταν ο ζωτικός της χώρος. Ακόμα και στο τέλος του 19ου αιώνα για τη Δύση η δύναμη του Ελληνικού κόσμου προκαλεί δέος! Μην τυχόν και ιδιοποιηθεί την Οθωμανική Αυτοκρατορία, το λένε τα έγραφα! Για δε την Ανατολή ο ίδιος ο Ντοστογέφσκι μας μιλάει για το ότι το παράδειγμα το Ελληνικό και όχι κάποιο άλλο, κάποιας άλλης Γερμανικής ή άλλης κοινωνίας, είναι που πρέπει να αποτελέσει το "οδηγό" για τους Ρώσους! Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι μέχρι τώρα, δίνουμε φάρμακο σε λάθος ασθενή! Του έχουμε παραμορφώσει τις συμπεριφορές, έχει στρεβλώσει την αντίληψή του για τα πράγματα, γιατί του διδάχτηκε μια άλλη πραγματικότητα ως πραγματικότητα ενώ δεν είναι. ... Δεν είναι λοιπόν τυχαίο. Εάν μας στερήσουν το δικαίωμα της ψήφου σήμερα, θα εξεγερθούμε! Το γεγονός ότι μας στέρησαν τη δημοκρατία που ζούσαμε και δεν χύθηκε ούτε μια σταγόνα αίματος, δηλώνει ότι ήδη δημιουργήθηκε μια πραγματικότητα, μας εγκατέστησαν σε ένα άλλο περιβάλλον, μας δίδαξαν ένα άλλο περιβάλλον, έφτιαξαν δηλαδή μια διανόηση η οποία δίδαξε ακριβώς το καθεστώς αυτό της στρέβλωσης. Σήμερα γιατί; βρισκόμαστε σε καθεστώς αδυναμίας; Γιατί; λεηλατήθηκε η χώρα και δεν υπάρχει κανένας υπεύθυνος γι΄αυτό; Διότι το Πολιτικό σύστημα ΔΕΝ υπόκειται σε έλεγχο! Μπορεί ο καθένας να κάνει ότι του αρέσει, να κλέβει, να πολιτεύεται, να καταστρέφει και να βγαίνει και τιμητής! Άκουγα πρόσφατα, υπουργό της σημερινής κυβέρνησης, (ΣΥΡΙΖΑ), είπε ότι "μαζί μας ο λαός ανέβηκε στην εξουσία". Εγώ πάντως δε το αισθάνθηκα αυτό. Μπορεί να είμαι σε κατάσταση ονείρου, αλλά, δεν ξέρω.... Και παλαιότερα μας είχε πει ο μακαρίτης ο Παπανδρέου ο λαός μαζί του ανέβηκε στην εξουσία αλλά δεν μας εξήγησε κανείς ποιος τον κατέβασε μετά. Έτσι;...Το ίδιο λοιπόν μας λένε και σήμερα. Αλλά και ο άλλος ο υπουργός, όταν του είπαν ότι τα κινήματα τα ιντερνετικά κάνουν αυστηρή κριτική σε όσα γίνονται, λέει, "αυτά δεν είναι κινήματα, όχλος είναι"... Δηλαδή ότι η κοινωνία είναι όχλος.

Αντιλαμβάνεστε δηλαδή ότι, ο μείζον εχθρός του κομματικού συστήματος είναι η ΚΟΙΝΩΝΙΑ! Δεν αισθάνονται ότι είναι διαχειριστές Δημοσίου Συμφέροντος. Είναι διαχειριστές ιδίου δικαιώματος. Γι΄αυτό λέω ότι, το σύνολο του κόσμου ζει σε καθεστώς εκλόγιμης μοναρχίας. Που σημαίνει την πιο αυστηρή ολιγαρχική πολιτεία που μπορεί να γνωρίσει ο άνθρωπος. Αλλά εκεί, λειτουργεί η ολιγαρχία. Διότι υπάρχουν δυνάμεις οι οποίες επιβάλλουν πολιτικές ολιγαρχίες. Που όμως, δέχονται επίσης ως αναγκαίο κακό την διαμόρφωση ενός ελάχιστου κοινωνικής συνοχής. Άρα ικανοποίησης της κοινωνίας για να μην αμφισβητεί. Στην Ελλάδα, έχουμε κι έναν εκφυλισμό ακόμη κι αυτής της ολιγαρχίας διότι το κομματικό σύστημα αντί να λειτουργεί ως διαμεσολαβητής της κοινωνίας και των διαφόρων στρωμάτων και διαχειριστής του πολιτικού συστήματος, έχει κάτσει επάνω στο σύστημα, το ίδιο ως πολιτικό σύστημα. Θα έχετε ακούσει διάφορους πολιτικούς και όχι μόνο, να λένε: "η Δημοκρατία μας, δηλαδή τα κόμματα...". Το θεωρούν και αυτονόητο ότι έτσι είναι. Δεν υπάρχει η κοινωνία ως διακύβευμα μέσα σ΄αυτό το σύστημα. Διότι είναι ένα σύστημα το οποίο ξεκινάει από τη λογική του πώς θα καταδολιευθεί ο δημόσιος χαρακτήρας της πολιτείας, οι δημόσιες πολιτικές και πώς θα χειραγωγηθεί η κοινωνία. Γι΄αυτό και κατατείνει στο να αποδομεί τις δημόσιες πολιτικές και να φτιάχνει μια παρασιτική οικονομία, ένα παρασιτικό κράτος. Είναι τυχαίο ότι σήμερα η άρχουσα αστική τάξη στην Ελλάδα είναι οι διάφοροι εργολάβοι, οι διάφοροι μεντιάρχες, οι οποίοι λειτουργούν και ως νονοί σε όσους δεν είναι σ΄αυτή τη θέση έναντι του κράτους; Ε λοιπόν, αν θέλουμε να σκεφτούμε πώς θα βγούμε από αυτή την πραγματικότητα, πρέπει να σκεφτούμε την ελληνική ιδιαιτερότητα. Και η ελληνική ιδιαιτερότητα διδάσκει ότι, δεν θα προσαρμοστεί η ελληνική κοινωνία σ΄αυτό το σύστημα, αλλά θα αναγκάσει αυτό το σύστημα να προσαρμοστεί στους όρους της πολιτικής ανάπτυξης. Της ανθρωποκεντρικής ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας. Άρα, να αξιώσει η πολιτική να υπόκειται στο Κράτος Δικαίου, να υπόκειται στη Δικαιοσύνη, να ελέγχεται και η κοινωνία να έχει λόγο στα πολιτικά πράγματα. Αυτό θα συμβεί στις επόμενες δεκαετίες στη Δύση γιατί εκεί οδεύουμε. Το ερώτημα είναι, έως τότε, ο ελληνικός κόσμος θα υπάρχει; Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα. Διότι, τείνουν αυτοί οι άνθρωποι να μεταβάλλουν την ελληνική χώρα σε χώρο. Να μας ιμιοποιήσουν. Να είμαστε όπως τα Ίμια που δεν υπάρχει ιδιοκτησία πάνω σ΄αυτό, που δεν υπάρχει η έννοια της κοινωνικής συνοχής. Κι αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα για εμάς.

Να αναθεωρήσουμε λοιπόν τις απόψεις μας και να ξέρουμε ότι, η εναλλαγή στην εξουσία, δηλαδή ο επόμενος, δε θα είναι καλύτερος απ΄τον προηγούμενο. Θα είναι χειρότερος και θα παραδώσει μια χώρα, όποιος και να΄ναι αυτός, μικρότερη από αυτή που παρέλαβε.


Γ. Κοντογιώργη -Το Ελληνικό Κοσμοσύστημα και η επικαιρότητά του-15.11.2015
Ομιλία του Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και πρώην πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργου Κοντογιώργη με θέμα «Το Ελληνικό Κοσμοσύστημα και η επικαιρότητά του», που έγινε στις 15 Νοεμβρίου 2015 στο Εμπορικό Επιμελητήριο Κορίνθου, με αφορμή την έκδοση του δεύτερου τόμου του βιβλίου του για το Ελληνικό Κοσμοσύστημα.

(Απομαγνητοφώνηση αποσπάσματος ομιλίας, Ελένη Ξένου.)






Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018

Στο ερώτημα "τι έφταιξε", η απάντηση που δίνει η καθεστωτική διανόηση αποδίδει την αποκλειστική ευθύνη στην κοινωνία και στις κληρονομιές της (του Βυζαντίου και της τουρκοκρατίας). Η δική μου απάντηση είναι ότι φταίει αποκλειστικά το καθόλα αναντίστοιχο προς το ανθρωποκεντρικό ανάπτυγμα του ελληνικού κόσμου κράτος.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΟΓΙΩΡΓΗΣ




Διακήρυξε ο καθηγητής Γεώργιος Kοντογιώργης


Στις κατάμεστες αίθουσες της Παμμακεδονικής Ένωσης Μελβούρνης και Βικτωρίας και στο οίκημα των Ιθακησίων πάνω από 300 συμπάροικοι, ηγέτες παροικιακών φορέων, εκπαιδευτικοί και νέοι επιστήμονες είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν τις δύο διαλέξεις του έγκριτου Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης, ερευνητή, π. πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου και υπουργού, κ. Γεωργίου Κοντογιώργη, ο οποίος είναι επισκέπτης Καθηγητής του Αυστραλιανού Ινστιτούτου Μακεδονικών Σπουδών.
Ο διαπρεπής και πολυγραφέστατος πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός ο οποίος εξέδωσε σχεδόν 130 μονογραφίες και κεφάλαια που αναφέρονται στην αρχαία ελληνική γραμματεία, τη λαϊκή ιδεολογία, τα πολιτικά συστήματα και την πολιτική, τη δημοκρατία, την ελληνική κοινωνία, τον δεσποτισμό του ιερατείου στην ελληνική Εκκλησία, την ελληνική δημοκρατία, την κομματοκρατία και την ολιγαρχία ως φαινόμενα διοίκησης στην Ελλάδα, το ελληνικό κοσμοσύστημα, θεωρείται ως ο επιστήμονας που καθιέρωσε ένα πλήθος από θεωρητικά σημαινόμενα στην σύγχρονη πολιτική επιστήμη.

Η πρώτη διάλεξη δόθηκε την Τετάρτη, 29 Οκτωβρίου στις 7.00 μ.μ. μέσα στα πλαίσια των ΔΗΜΗΤΡΙΩΝ 2014 που οργάνωσε η Παμμακεδονική Ένωση Μελβούρνης και Βικτωρίας και ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του ευεργέτη και ανθρωπιστή Μακεδόνα, Νίκου Σικαβίτσα. Το θέμα της διάλεξης του Καθηγητή ήταν Ο Ελληνισμός σε σταυροδρόμι: Οι Έλληνες ως Έθνος και ως κράτος στον σύγχρονο κόσμο. Τους παρευρισκομένους χαιρέτισε ο πρόεδρος της Παμμακεδονικής, κ. Δημήτρης Μηνάς, ο οποίος αναφέρθηκε στο ρόλο των Δημητρίων και στη συνεργασία της Παμμακεδονικής με το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Μακεδονικών Σπουδών. Ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας, κ. Βασίλειος Παπαστεργιάδης χαιρέτισε την ομήγυρη και αναφέρθηκε στις εμπειρίες που είχε με τον αείμνηστο Νίκο Σικαβίτσα, στον ανθρωπισμό του και την ευεργετική του διάθεση προς το σχολείο και την ιστορική Κοινότητα των Ελλήνων. Ο καθηγητής κ. Α. Μ. Τάμης στη συνέχεια μίλησε για τη ζωή και την προσφορά του Νίκου Σικαβίτσα ως οικογενειάρχη, επιχειρηματία και πατριώτη. Στη συνέχεια παρουσίασε στο ακροατήριο τον διαπρεπή επισκέπτη καθηγητή κ. Γεώργιο Κοντογιώργη, την επιστημονική του καριέρα και την τεράστια προσφορά του στα γράμματα και στην πολιτική επιστήμη.

Ο διαπρεπής πανεπιστημιακός αναφέρθηκε εν πρώτοις στις βιωματικές εμπειρίες του πατέρα του, ο οποίος εποίκησε την Αμερική, όπου και εγκαταστάθηκε για πολλά χρόνια, όπως χιλιάδες Λευκαδίτες, για να τονίσει τη διάσταση του Ελληνισμού ως έθνους και να τονίσει τη δυναμικότητα του έθνους των Ελλήνων, την ακμαιότητά του, τη διαχρονική του παρουσία και την καθοριστική συμβολή του στα δρώμενα του πλανήτη. Ο καθηγητής κ. Κοντογιώργης έθεσε στην αρχή της ομιλίας του μια σειρά από ερωτήματα, στα οποία στη συνέχεια απάντησε τεκμηριωμένα, αντλώντας απτά παραδείγματα από την αρχαία γραμματεία, την ιστορία, για να θέσει το βασικό του ερώτημα: Γιατί ο Ελληνισμός διέπρεψε ως έθνος για 4000 χρόνια και αναδύθηκε ως παγκόσμια υπερδύναμη και τα τελευταία διακόσια χρόνια οδηγήθηκε σε μαρασμό, στη κοινωνικο-οικονομική συρρίκνωση και την υποτέλεια; Πώς είναι δυνατόν ο Ελληνισμός να έχει όχι μόνον ζωή και παρουσία, αλλά τεράστια συμβολή μέσα από την αρχαία ελληνική περίοδο, την ελληνιστική, τη Ρωμαϊκή, τη βυζαντινή και ακόμη στη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας και να αποτελεί τεράστια κοινωνική και οικονομική δύναμη, που χωρίς αυτήν δεν θα μπορούσαν οι Οθωμανοί να διατηρήσουν την αυτοκρατορία τους, ενώ στα τελευταία 200 χρόνια, ως αποτέλεσμα της αποτυχίας της ελληνικής επανάστασης καταλήξαμε να είμαστε υποτελείς σε ξένες δυνάμεις και μέσα στα όρια αυτού που απέμεινε ως χώρα-κράτος στην κομματοκρατία και στους ολιγάρχες;

TΑ ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΞΗΣ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗ

1) Η σημερινή κρίση στοιχειοθετεί το γνώρισμα μιας νέας μεγάλης καταστροφής για τον ελληνισμό. Καταστροφή που δεν είναι η πρώτη, αλλά η τελευταία στην αλυσίδα καταστροφών που οδήγησαν στη σημερινή πολυσήμαντη συρρίκνωση και απαξίωση του ελληνικού κόσμου.
Τη συρρίκνωση αυτή τη διαπιστώνουμε εάν συγκρίνουμε τον ελληνικό κόσμο ακόμη και του τέλους του 19ου αιώνα, που δέσποζε σε μια μείζονα περιοχή του ευρωπαϊκού και του μεσογειακού χώρου και της σημερινής ελληνικής χώρας που δυσκολεύεται να σταθεί με όρους αξιοπρέπειας στον πλανητικό χάρτη.

2) Στο ερώτημα τι έφταιξε η απάντηση που δίνει η καθεστωτική διανόηση αποδίδει την αποκλειστική ευθύνη στην κοινωνία και στις κληρονομιές της (του Βυζαντίου και της τουρκοκρατίας).

Η δική μου απάντηση είναι ότι φταίει αποκλειστικά το κράτος. Η συντριπτική ήττα που υπέστη ο ελληνισμός κατά την Επανάσταση είχε ως συνέπεια να εγκατασταθεί ένα μικρό και ίσως το πιο καθυστερημένο μέρος του, σε ένα κράτος που ήταν από κάθε άποψη αναντιστοιχία τόσο με το μέγεθος και τις δυνατότητές του όσο και με το στάδιο που διερχόταν. Εάν εντρυφήσει κανείς στο πρόταγμα των Ελλήνων της τουρκοκρατίας θα διαπιστώσουμε ότι οραματίζονταν ένα ελεύθερο κράτος που θα υποκαθιστούσε την οθωμανική αυτοκρατορία και θα ήταν εξαιρετικά δημοκρατικό, τόσο σε επίπεδο κοινών/κοινοτήτων όσο και σε εκείνο της κεντρικής πολιτικής εξουσίας.

Το νεοελληνικό κράτος ήταν μη βιώσιμο, εξαρτημένο δίκην προτεκτοράτου που προοριζόταν να υπηρετήσει τα συμφέροντα των Δυνάμεων στην περιοχή και να υπονομεύσει τον μείζονα ελληνισμό. Στο όνομα του «εξευρωπαϊσμού» καταργήθηκε η δημοκρατική συγκρότηση της πολιτείας που τοποθετούσε την κοινωνία μέσα στο πολιτικό σύστημα και επεβλήθη η απολυταρχία και αργότερα η πολιτεία της πολιτικής κυριαρχίας. Έτσι η πολιτική ηγεσία επέβαλε ένα καθεστώς κομματοκρατίας, έπαψε να ασκεί πολιτικές δημοσίου συμφέροντος, τις οποίες αντικατέστησε με το πελατειακό σύστημα. Συγχρόνως απέκλεισε την δυνατότητα της αστικής τάξης και της πνευματικής ηγεσίας του μείζονος ελληνισμού να εγκατασταθεί στο εσωτερικό του κράτους, οδηγώντας τες στην καταστροφή στο όνομα της Μεγάλης Ιδέας, που ποτέ δεν πίστεψε. Έτσι η κομματοκρατία έμεινε ελεύθερη να λυμαίνεται το κράτος και δι’ αυτού τον ελληνισμό, κατά τρόπο συστηματικό και διαρκή. Τελευταία εκδήλωση της λεηλασίας αυτής είναι η σημερινή καταστροφή. Η οποία είναι πρωτογενώς πολιτική, σε αντίθεση με την κρίση στις άλλες χώρες που ορίζεται ως χρηματοπιστωτική κρίση. Η πολιτικές της ρίζες εξηγούν το βάθος της ελληνικής κρίσης και την δυσκολία της να ξεπεραστεί.

3) Στην ελληνική περίπτωση υπάρχει μια σαφής διαφορά μεταξύ κράτους και έθνους. Πρώτον διότι το κράτος λειτούργησε ιστορικά εναντίον του έθνους. Δεύτερον διότι το κράτος εννοεί να αρνείται τον ιστορικό χαρακτήρα του έθνους ως δημιουργό του κράτους εννοώντας ότι αυτό δημιούργησε το έθνος των Ελλήνων εκ του μηδενός και άρα ότι οφείλει το έθνος να απαρνηθεί τα πεπραγμένα του και να ιστορείται διά των πεπραγμένων του κράτους. Και τρίτον επειδή το έθνος είναι ούτως ή άλλως ευρύτερο του κράτους.

4) Στο ερώτημα του τι πρέπει να γίνει η απάντηση είναι μονοσήμαντα μια: να πάψουμε να αναζητούμε τον ασθενή στην κοινωνία και να παρέχουμε φάρμακο σε λάθος ασθενή. Το ίδιο θεσμικό κοστούμι -κράτος- δεν προσιδιάζει σε όλες τις κοινωνίες. Το σημερινό κράτος/πολιτικό σύστημα είναι πολύ στενό για το ανάπτυγμα της ελληνικής κοινωνίας. Οφείλουμε να δημιουργήσουμε ένα κράτος, αντιπροσωπευτικό, που θα φέρνει την κοινωνία ως θεσμικό παράγοντα στην πολιτεία και θα επιβάλει στο πολιτικό προσωπικό πολιτικές που θα είναι αντίστοιχες με το εθνικό/κοινωνικό συμφέρον και όχι με το συμφέρον της ιδίας και των περί αυτό συγκανανευσφάγων. Εάν ο ελληνισμός λεηλατήθηκε διά του κράτους για μια ακόμη φορά στις ημέρες μας αυτό μας διδάσκει ότι δεν αρκεί να σκεφτόμαστε απλώς πώς θα βγούμε βαριά πληγωμένοι από την κρίση, αλλά πώς θα αποτραπεί η προετοιμασία μιας νέας καταστροφής στο μέλλον.

Κατά τούτο, είναι επιβεβλημένη η εκ του μηδενός ανασυγκρότηση του κράτους με την άρση των τριών πυλώνων της καταστροφής, οι οποίοι ακόμη δεν έχουν αγγιχθεί από το ελληνικό πολιτικό προσωπικό: του πολιτικού συστήματος, της δημόσιας διοίκησης και δικαιοσύνης και των νόμων που θεσμίζουν τη διαπλοκή και τη διαφθορά.

5) Τα ίδια ισχύουν και για τη διασπορά, την οποία το κράτος όχι μόνο αρνείται να τη δεχθεί στους κόλπους της (να της παράσχει δικαίωμα ψήφου, να συμμετάσχει στους θεσμούς του κράτους κλπ) αλλά και κάνει ότι περνάει από το χέρι του για να υποσκάψει την συνοχή της, να την υποτάξει στην κομματοκρατία και εντέλει να την οδηγήσει στην αποξένωση και στην αφομοίωσή της από τις χώρες υποδοχής. Η διασπορά αποτελεί ένα ζωντανό κύτταρο του έθνους η οποία καλείται να συγκροτήσει θεσμούς συλλογικούς, να σφυρηλατήσει την εθνική της συνοχή, με τη δημιουργία της δικής της πολιτείας μέσα στην εθνική πολιτεία όπου ζει και να αξιώσει συμμετοχή στα πολιτειακά δρώμενα του ελληνικού κράτους (με την εκλογή αντιπροσώπων της στην ελλαδική βουλή κ.λπ).

Συμπέρασμα: Εάν ο ελληνισμός δεν επανέλθει στην ιστορική τροχιά που σηματοδότησε ως πρωτοπορία στον ανθρωποκεντρικό πολιτισμό, εάν συνεχίσει να οπισθοδρομεί, θα κινδυνεύσει απορεί γιατί διάγει μια χωρίς προηγούμενο καταστροφή. Να συνειδητοποιήσει ότι κινδυνεύει πια στην ίδια του την ύπαρξη και ότι ο μόνος δρόμος για την ανάταξή του είναι η επανεγγραφή του στην ιστορία με πρόσημο την πρόοδο. Απαιτείται γι’ αυτό η ανάκτηση της ιστορίας του, η έμπνευσή του από αυτήν και η συμμετοχή του στα δρώμενα της εποχής μας ως δημιουργός πολιτισμού και φορέας πρωτογενούς ελευθερίας.

Την Πέμπτη, 30 Οκτωβρίου στην κατάμεστη αίθουσα των Ιθακησίων ο Καθηγητής κ. Γ. Κοντογιώργης έδωσε τη δεύτερη διάλεξή του που οργάνωσε η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτωρίας με το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Μακεδονικών Σπουδών με θέμα Η Επικαιρότητα του Ελληνικού Πολιτισμού στον Κόσμο. Ο διακεκριμένος ομιλητής αναφέρθηκε αναλυτικά στα κύρια χαρακτηριστικά του ελληνικού πολιτισμού και σε ποιό βαθμό παραμένει ο πολιτισμός αυτός επίκαιρος, ζωντανός και πηγή αναφοράς από τους λαούς του πλανήτη μας.

Ανέλυσε διεξοδικά το κοσμοσύστημα του ελληνικού πολιτισμού και πώς αυτό χρησιμοποιήθηκε ως γνώση και ως το βασικότερο συστατικό πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε η σύγχρονη Ευρώπη και ο Δυτικός πολιτισμός, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ο κ. Κοντογιώργης έδειξε και απέδειξε επισταμένα ότι η σημερινή εξέλιξη του σύγχρονου κόσμου και πολιτισμού αποτελεί τον απότοκο των δρώμενων και αξιών που έζησαν οι Έλληνες διαχρονικά 4.000 χρόνια ιστορίας. Επομένως ο ελληνικός πολιτισμός και το κοσμοσύστημά του παραμένουν επίκαιρα και χθες και σήμερα και αύριο, γι’ αυτό και ο Ελληνισμός παραμένει επίκαιρος και ζωντανός, αφού πρώτα από όλους τους λαούς, οι Έλληνες βίωσαν και εξέλιξαν το δικό τους πολιτιστικό κοσμοσύστημα.

Μετά την ομιλία του, οι Επτανήσιοι τίμησαν τον Λευκαδίτη ακαδημαϊκό με ειδική πλακέτα για την προσφορά του στην πολιτική επιστήμη.





Πηγές:

Εδώ θα βρείτε και το ηχητικό βίντεο της διάλεξης του καθηγητή Γ. Κοντογιώργη.
https://contogeorgis.blogspot.com/2014/11/blog-post_11.html
Διάλεξη με θέμα «Ο Ελληνισμός σε σταυροδρόμι: Οι Έλληνες ως Έθνος και ως κράτος στον σύγχρονο κόσμο», η οποία έγινε στην Μελβούρνη της Αυστραλίας την Τετάρτη, 29 Οκτωβρίου 2014 στην αίθουσα διαλέξεων της Παμμακεδονικής, μέσα στα πλαίσια των ΔΗΜΗΤΡΙΩΝ 2014. Η διάλεξη ήταν αφιερωμένη στην μνήμη του λαμπρού μακεδόνα ευπατρίδη και γενναιόδωρου επιχειρηματία, Νίκου Σικαβίτσα, εποίκου της Αυστραλίας από το Άργος Ορεστικό.1


Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2018

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ:
Το ΜΕΓΑΛΟ ερώτημα είναι: πέτυχαν ποτέ; σε επίπεδο πολιτικής διάρκειας κάτι αυτοί οι τρόποι 
διαμαρτυρίας; Προφανώς όχι. Τώρα θα τους δώσει 
κάποια ψίχουλα ο Μακρόν για να ηρεμήσουν τα πράγματα, και στη συνέχεια θα επανέλθουν στα ίδια. Αυτό είναι το κεντρικό ζήτημα.
Όταν τα «κίτρινα γιλέκα» χτυπούν την πόρτα του μονάρχη Μακρόν - 11.12.2018

Αυτά που συμβαίνουν τώρα στη Δύση κυρίως, τα είχα επισημάνει από την δεκαετία του ΄90 ότι θα έρθουν και μάλιστα εξηγούσα ότι αυτή είναι η εξέλιξη του κόσμου, από το 1975 που, είχα γράψει σχετικά ένα δοκίμιο για την εξέλιξη του κόσμου.

Σήμερα έρχονται κάποιοι, επειδή διαπιστώνουν αυτά τα οποία έμελλε να έρθουν, για να λειτουργήσουν ως προφήτες περιγράφοντάς τα. Δεν είναι το ζήτημα μόνο της Γαλλίας. Η Ελλάδα συνήθως, -επειδή έρχεται από άλλο δρόμο ιστορικό- προηγείται σ΄αυτά τα ζητήματα. Εάν πιάσετε τον ιστορικό της δρόμο ως χώρα, ως κράτος, θα διαπιστώσετε ότι αυτά τα οποία ετέθησαν εδώ σήμερα, ήρθαν οι άλλες χώρες να τα αντιμετωπίσουν αρκετές δεκαετίες αργότερα. Τι συμβαίνει σήμερα στη Γαλλία; -Γιατί αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα τα εντοπίσαμε ως ιδιαιτερότητες ελληνικές, ενώ δεν ήταν. Ήταν οι αντανακλάσεις του γενικότερου περιβάλλοντος μέσα σε ένα ιδικό καθεστώς το οποίο στην Ελλάδα είναι αναντίστοιχο και ορθώνεται εναντίον της κοινωνίας.- Αυτό λοιπόν που γίνεται στην Δύση κυρίως, (που αποτελεί και την πρωτοπορία), είναι ότι, οι κοινωνίες έχουν βρεθεί σε τρομερή πολιτική αδυναμία και διαπιστώνουν ότι αυτό το κράτος που το αποκαλούν οι άλλοι "δημοκρατικό" (και όλοι το αποκαλούν "δημοκρατικό") αλλά παράγει μόνο ολιγαρχικές πολιτικές, λειτουργεί σχεδόν σαν τον παλαιό φεουδάρχη επάνω στις κοινωνίες. Το πρόβλημα για τις κοινωνίες, είναι διαφορετικό και το αναδεικνύουν τα «κίτρινα γιλέκα». Ότι σκέφτονται με τους όρους ενός αξιακού συστήματος, ενός πολιτικού συστήματος και ενός τρόπου δράσης, κατά τις ιδέες και τις πραγματικότητες του 18ου αιώνα. Αν δηλαδή θέλουμε να δούμε τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στη Γαλλία και στη Δύση, είναι ότι έχει ανατραπεί εντελώς η σχέση κοινωνίας και πολιτικής, η πολιτική δε παράγει συναινέσεις, δε παράγει μια σχετική νομιμοποίηση μέσα στην χώρα, με αποτέλεσμα βεβαίως και εξαιτίας του οποίου, οι πολιτικές να υπηρετούν μόνο -και μονοσήμαντα- συγκεκριμένα συμφέροντα, τα οποία συμφέροντα είναι γνωστά. Είναι η νέα άρχουσα τάξη στην οικονομία που λέγονται «αγορές». Δηλαδή το χρηματοπιστωτικό σύστημα το οποίο δεσμεύει με δανειακό τρόπο κυβερνήσεις και άτομα και τα εξαρτά και, βεβαίως κατέχει στη κυριολεξία δίκην ομήρων την πολιτική.

Αυτή τη στιγμή, τα «κίτρινα γιλέκα» αμφισβητούν τον κλασικό φιλελευθερισμό. Τον φιλελευθερισμό εντός του κράτους. Αυτό που παρήγε συναινέσεις. Αυτό το σύστημα δηλαδή που έπρεπε να τα βρουν η άρχουσα τάξη -η «αστική» όπως λεγόταν, των βιομηχάνων και των μεγαλεμπόρων- με τη κοινωνία για να υπάρχει και η ανισοδιανομή (το όφελος δηλαδή των ισχυρών) αλλά, μια σχετική ικανοποίηση των άλλων ανθρώπων. Σήμερα λοιπόν έχουμε μια απόλυτη αποστασιοποίηση του κράτους από αυτές τις αντιλήψεις και τις πολιτικές, διότι η οικονομία αυτή δεν έχει ανάγκη από εσωτερικές συναινέσεις, κινείται στο διακρατικό επίπεδο, ανάλογα με το πού θα βρει τις μεγάλες ευκαιρίες. Και έχει επιβάλλει μια ιδεολογία -διότι οι παλαιές ιδεολογίες έχουνε εκλείψει, δεν έχουν πια λόγο ύπαρξης- έχουν επιβάλλει μια ιδεολογία που εδράζεται στην αρχή της ενιαίας σκέψης, που δηλώνει ότι πρέπει να ισχύει ό,τι θέλουν οι αγορές. Σε επίπεδο διακίνησης κεφαλαίων, σε επίπεδο κοινωνικών συναινέσεων, σε επίπεδο κινητικότητας εργασίας. Δείτε το τελευταίο. Ποιος τολμάει σήμερα να πει ότι η αρχή της κινητικότητας της εργασίας που έχει επιβληθεί, είναι αποτέλεσμα των ρηγματώσεων που δημιουργούν οι αγορές στις χώρες του τρίτου κόσμου, της διάρρηξης εκεί της κοινωνικής συνοχής, και, μιας αλαζονικής ηγεμονίας που ασκούν, που δημιουργούν συνθήκες απόλυτης φτωχοποίησης και επιχειρούν στη συνέχεια να μετατρέψουν το κοινωνικό πρόβλημα στις χώρες προέλευσης, εκεί που παράγεται, μεταφέροντάς το σε κοινωνικό πρόβλημα στις χώρες υποδοχής. Από εργασία δημοσίου δικαίου αρχίζει με επιταχυνόμενο ρυθμό και μεταβάλλεται σε εργασία εμπόρευμα. Δηλαδή, να πουλιέται όπως η ντομάτα. Όσο κι όσο και να πληρώνεται επομένως αναλόγως.

Αυτή λοιπόν η ολική ανατροπή των συσχετισμών, έχει να κάνει τόσο με την μεταβολή του κράτους σε ένα δεσποτικό πολιτικό μόρφωμα, που λειτουργεί μάλιστα με αλαζονικό και καταφρονητικό τρόπο ως ηγεμόνας γιατί αισθάνεται παντοδύναμος πάνω στη κοινωνία, και που έχει ως σκοπό το σκοπό των αγορών. Το συμφέρον. Όποιος μιλήσει, είτε για το συμφέρον των κοινωνιών στη Δύση, είτε για την ανάγκη και οι κοινωνίες να μεταβούν στο μέλλον γινόμενες μέλος (δηλαδή εταίρος) του πολιτικού συστήματος, να έχουν λόγο στα πολιτικά πράγματα, θεωρείται λαϊκιστής, θεωρείται εθνικιστής, απαξιώνεται δηλαδή και ο πολιτικός λόγος.

Υπάρχει εν προκειμένω η ίδια αντίληψη των πραγμάτων που υπήρξε σε όλες τις αντισυμβατικές συμπεριφορές που γνωρίσαμε τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη και γενικότερα στη Δύση. Να αφήνουν πίσω τους δηλαδή τις παλιές πολιτικές δυνάμεις, δικαίως, -γιατί είναι αυτές που υπηρετούν τον σκοπό των αγορών και φέρονται αλαζονικά και καταφρονητικά προς την κοινωνία- και απ΄την άλλη μεριά, να συμπεριφέρονται όμως πολιτικά, κατά τον τρόπο της διαμαρτυρίας. Δηλαδή με τον τρόπο που διδάχθηκαν τον 18ο αιώνα με τον Διαφωτισμό. Και εδώ είναι το ΜΕΓΑΛΟ ερώτημα: πέτυχαν ποτέ; σε επίπεδο πολιτικής διάρκειας κάτι αυτοί οι τρόποι διαμαρτυρίας; Προφανώς όχι. Τώρα θα τους δώσει κάποια ψίχουλα ο Μακρόν για να ηρεμήσουν τα πράγματα, και στη συνέχεια, θα τους κουράσει κιόλας με τις διαρκείς επαναστατικές γυμναστικές, και στη συνέχεια θα επανέλθουν στα ίδια. Αυτό είναι το κεντρικό ζήτημα. Η διαμαρτυρία ΔΕΝ παράγει αποτέλεσμα πολιτικό. Διότι, αυτός που διαμαρτύρεται είναι έξω από το πολιτικό σύστημα. Αυτό, ήταν το πολιτικό σύστημα της τότε εποχής. Που δεν υπήρχαν κοινωνίες χειραφετημένες. Σήμερα, στο μυαλό των ανθρώπων υπάρχει η χειραφέτηση. Ο πολιτικός λόγος.

Το δεύτερο όμως σημείο, που είναι κρίσιμο αν θέλετε εδώ, είναι το γεγονός ότι μας χρειάζεται -για να μεταβληθεί η διαμαρτυρία σε θετικό πολιτικό πρόταγμα-, μας χρειάζεται μια επανάσταση μέσα στο μυαλό μας. Επανάσταση στο επίπεδο των εννοιών.

Γίνεται λόγος σήμερα, για την κρίση των δημοκρατικών θεσμών στην Ευρώπη. Για ποια κρίση, για ποιο έλλειμμα δημοκρατίας μιλάμε; Αυτό που λέγεται «δημοκρατία» ή «αντιπροσώπευση», δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια μοναρχία εκλόγιμου τύπου. Αντί να έχουμε τον Λουδοβίκο που είναι ισόβιος και κληρονομικός, έχουμε τον Μακρόν, που διαδέχτηκε τον Ολάντ και ούτω καθεξής. Έχει τις ίδιες εξουσίες και ο λαός είναι έξω.

Το ζήτημα είναι να αντιληφθούμε σήμερα, ότι οι κοινωνίες πρέπει να αλλάξουν το περιεχόμενο των αξιών τους, τις αντιλήψεις τους για τη πολιτική πραγματικότητα, (τη σχέση δηλαδή κοινωνίας και πολιτικής), με άλλα λόγια να μεταβούν στο μέλλον. Η εναλλαγή στην εξουσία δεν παρέχει λύσεις. Αντί για αντισυμβατικές συμπεριφορές, να λειτουργήσουν και να προβάλλουν αντισυστημικές συμπεριφορές. Δηλαδή να ζητήσουν να εγκατασταθούν μέσα στο πολιτικό σύστημα. Να ερωτώνται. Να ζητείται η γνώμη τους, η συναίνεσή τους για τις πολιτικές αποφάσεις σε καθημερινή βάση. Σημαίνει δηλαδή, το σύστημα της μοναρχίας, να γίνει σύστημα έστω κατά προσομοίωση αντιπροσώπευσης.

Τα "δημοψηφίσματα" είναι το άλλοθι, ο φερετζές της ολιγαρχίας. Δεν έχει καμία σχέση το να καλείς το κόσμο ως ομάδα πρωτοβουλίας όπως λένε, λαϊκή συμμετοχή και ανοησίες, είτε από τις επίσημες πολιτικές δυνάμεις για να αποφανθεί μια φορά κάθε τόσο για ένα ζήτημα που τους βολεύει να το μεταθέσουν στη ευθύνη της κοινωνίας για να έχουν τη συναίνεση, αυτά είναι ανοησίες. Αυτό που χρειάζεται για να υπάρξει η αλλαγή πολιτεύματος είναι, η βούληση της κοινωνίας -το τονίζω!- να γίνει καθημερινός θεσμός της πολιτείας. Όπως είναι η βουλή και όπως είναι η κυβέρνηση. Το γεγονός ότι, όσοι το ακούν αυτό, ακόμα και εκείνοι που είναι μέσα στα «κίτρινα γιλέκα» -έχω μιλήσει με πολλούς- όπως και οι δικοί μας εδώ, -που δήθεν είναι αμεσοδημοκρατικοί- ανατριχιάζουν, διότι έχουν αυστηρή ολιγαρχική αντίληψη και θεωρούν ότι οι κοινωνίες δεν έχουν και δε δικαιούνται να έχουν άποψη, εξαιρούν ο καθένας για τον εαυτό του τη θέση του μέσα στη κοινωνία και ο καθένας θεωρεί ότι ξέρει τι πρέπει να γίνει. Η κοινωνία ως σύνολο δε μπορεί να ξέρει, λένε. Είναι καταστροφική για τον εαυτό της. Αναλογιστείτε αν μεγαλύτερες καταστροφές έχει φέρει η κοινωνία η ελληνική ή γαλλική με τις απόψεις της, ή οι κυβερνήσεις και οι πρωθυπουργοί που μας κυβερνάνε. Αν λοιπόν θέλουμε να αναλογιστούμε τη καταστροφή μας, ας τη κάνει η ίδια η κοινωνία. Δε χρειάζεται να βάλουμε άλλους να μας καταστρέψουν.

Να μην προστρέχει (η κοινωνία) και φιλάει το χέρι του πολιτικού και να στοιχίζεται γύρω του και να τον ψηφίζει, αλλά να σταθεί απέναντί του και να του πει: δεν σε θέλω να είσαι μονάρχης στη πλάτη μου. Και να αποφασίζεις εσύ για τις τύχες μου. Θέλω να είμαι μέρος του πολιτικού συστήματος και καθημερινά για οποιεσδήποτε σημαντικές αποφάσεις να έχω λόγο ΕΓΩ!

Εάν στη Γαλλία, το δημοσιονομικό σύστημα ή η φορολογία, έπρεπε να εγκριθεί με μια οποιαδήποτε δημοσκόπηση και οποιαδήποτε καθημερινή πράξη ή νομοθεσία που αποφασίζει ο πρόεδρος, από την βούληση της κοινωνίας, (αφού γίνει και η αναγκαία διαβούλευση, όπως γίνεται και με τον υπουργό πριν αποφασίσει) σκεφθείτε ότι το μείγμα της πολιτικής δεν θα ήταν το ίδιο. Θα υπήρχε διαδήλωση; Υπάρχει η ανάγκη της διαδήλωσης για αυτόν ο οποίος αποφασίζει ή συναποφασίζει;

Έχω εξηγήσει ότι η αλλαγή ενός πολιτικού συστήματος όπως αυτό που έχουμε σήμερα που είναι μια εκλόγιμη μοναρχία, που θέτει στον ιδιωτικό χώρο την κοινωνία, αλλάζει με τον εξαναγκασμό του, δηλαδή ή καταρρέει ή ανατρέπεται. Υπάρχει και μια τρίτη λύση. Να αλλάξει το πρόταγμα της κοινωνίας. Εάν ένα 10%, ένα 5% της κοινωνίας -στις δημοσκοπήσεις αυτές που γίνονται οπουδήποτε- δηλώνει ότι θέλει ένα άλλο πολιτικό σύστημα, που θα έχει αντιπροσωπευτικό πρόσημο, να είστε βέβαιος ότι θα αναδειχτούν οι πολιτικές δυνάμεις εκείνες που θα θελήσουν να καρπωθούν αυτή τη νέα βούληση της κοινωνίας και θα την μεταβάλλουν σε πολιτική δύναμη. Και, είναι βέβαιο ότι αυτός που θα συλλάβει τις νέες συνθήκες και θα προτείνει πολιτικό σύστημα που θα μεταφέρει τη κοινωνία στο μέλλον, (δηλαδή που θα τη μεταβάλει σε εταίρο της πολιτείας) είναι αυτός που θα ηγεμονεύσει στο μέλλον. Το κακό είναι ότι ενώ στην Ελλάδα συντρέχουν αυτές οι συνθήκες περισσότερο από κάθε άλλη χώρα, περιμένουμε να γίνει κάτι σε μια άλλη μεγάλη χώρα για να το φέρουμε εδώ.

Αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει πρόταγμα για το μέλλον. Υπάρχει η ψήφος προς αυτούς οι οποίοι δηλώνουν αντισυμβατικοί και προς αυτούς οι οποίοι είναι οι παλαιοί καθεστωτικοί. Και οι δύο όμως είναι μέσα στο ίδιο κλίμα. Η παραδοσιακή Δεξιά και η παραδοσιακή Αριστερά, είναι μέσα στο ίδιο κλίμα. Στα συμφέροντα των αγορών. Και διαγκωνίζονται ποιος θα τα υπηρετήσει καλύτερα.

Έγραψα ένα άρθρο σε μια μεγάλη γαλλική εφημερίδα ιντερνετική που διεξάγεται για διάλογο. Θέτω το ερώτημα: δε αντιλαμβάνομαι γιατί η κοινωνία διαδηλώνει εναντίων των πολιτικών που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις, και δεν αξιώνουν να γίνου αυτές μέρος του πολιτικού συστήματος για να συναποφασίζουν. Γιατί στο μέτρο που διαδηλώνουν σημαίνει ότι ξέρουν τι θέλουν. Σημαίνει ότι επομένως, θα μπορούσαν να είναι αυτές που θα αποφάσιζαν και να μη χρειάζεται να διαμαρτύρονται γιατί δεν τους ακούν οι κυβερνήτες τους. Ξέρετε ποια ήταν η απάντηση; Διαμαρτύρονταν λέγοντας ότι αυτό αποτελεί λαϊκισμό. Δεν είναι στο μέρος εκείνο του μυαλού τους που θα ζούσε στην εποχή μας και στο μέλλον. Ζουν στον 18ο αιώνα. Σ΄αυτό που λέγεται Διαφωτισμός. Δηλαδή στη μαύρη αντίδραση. Απόδειξη ότι, οι πρώτοι οι οποίοι σήμερα διακινούν την ολιγαρχική ιδεολογία εναντίον των κοινωνιών και που χρησιμοποιούν όλες αυτές τις απαξιωτικές ρητορικές εναντίον οποιουδήποτε πολιτικού προτάγματος που θα μας βγάλει απ΄τη μοναρχία και θα μας μεταφέρει στην αντιπροσώπευση, είναι οι διανοητικοί απατεώνες. Αυτοί που το παίζουν διανοούμενοι. Που είναι οι μεγάλοι ολιγάρχες οι οποίοι στην εποχή του Διαφωτισμού διαμόρφωσαν την ιδεολογία και σήμερα την σερβίρουν τα μηρυκαστικά τους -τα διανοητικά μηρυκαστικά τους- για να πείσουν τις κοινωνίες ότι δεν έχουν άλλη λύση και αν αμφισβητήσουν την δημοκρατία που απλώς έχει έλλειμμα, (έτσι; όταν παράγει ακραίες ολιγαρχικές πολιτικές, είναι δημοκρατική) απλώς λοιπόν έχει έλλειμμα και πρέπει να τη διορθώσουμε. Να διορθώσουμε δηλαδή τις πολιτικές της μοναρχίας. Αν αυτό αποτελεί διανοητικό προβληματισμό για το τι συμβαίνει σήμερα που μεταβαίνουμε σε μια άλλη εποχή, που είναι ανάγκη να μεταβούν και οι κοινωνίες εκεί που έχουν μεταβεί ήδη οι δυνάμεις της οικονομίας και της επικοινωνίας, δηλαδή στο μέλλον, λυπάμαι πάρα πολύ αλλά οι κοινωνίες θα συνεχίσουν να διαδηλώνουν. Και υπάρχει και ένα άλλο ξέρετε ζήτημα σημαντικό ακριβώς σ΄αυτό το αδιέξοδο της ιδεολογίας. Σήμερα δεν πρόκειται για Αριστερά ή Δεξιά. Δεν πρόκειται για σοσιαλισμό ή καπιταλισμό. Πρόκειται για την "ομοφωνία" όπως λέω. Αλλά συγκρούονται όμως δύο φιλελευθερισμοί αυτή τη στιγμή. Ο κλασικός φιλελευθερισμός που ήθελε τον φιλελευθερισμό μέσα στο κράτος (γι΄ αυτό και έβαζε και τις προστασίες και λοιπά) και ο παγκοσμιοποιημένος φιλελευθερισμός (κακώς τον λένε νεο-φιλελευθερισμό, είναι η άλλη εκδοχή του μη υποκείμενου στο πολιτικό σύστημα των κρατών φιλελευθερισμού που λειτουργεί με όρους ισχύος όπως είναι οι διακρατικές σχέσεις) ο οποίος φιλελευθερισμός είναι που επικρατεί σήμερα. Δηλαδή ο χρηματοπιστωτικός. Αυτός ο νεο-φιλελευθερισμός λοιπόν, έχει ως αυθεντικούς διακινητές τους φιλελεύθερους της νέας κοπής. Και κυρίως στην Αριστερά (δείτε το ΣΥΡΙΖΑ σήμερα) που είναι οι αυθεντικοί διακινητές αυτής της ακραίας λογικής των αγορών που είναι καταφρονητική προς την κοινωνία και είναι αυτοί οι οποίοι κατηγορούν και εγκαλούν τους οπαδούς του κλασικού φιλελευθερισμού που είναι στην πραγματικότητα οι αντισυμβατικοί στην Ευρώπη και στην Αμερική, ως ακραίους. Η ακροδεξιά σήμερα δεν είναι ούτε ο φασισμός ούτε η δικτατορία ούτε τίποτε. Είναι όλοι αυτοί που διακινούν τον κλασικό φιλελευθερισμό. Αναλύστε αν θέλετε το πρόταγμα της Λεπέν. Ή τους άλλους στην Ευρώπη. Έχουν μεταβεί σε μια άλλη εποχή αλλά, αυτή η εποχή του κλασικού φιλελευθερισμού (αυτών δηλαδή που χαρακτηρίζονται ως ακροδεξιοί σήμερα) είναι παρωχημένοι. Το ζήτημα δεν είναι να σταματήσουμε την εξέλιξη της οικονομίας και της επικοινωνίας και να κλειστούμε πάλι στα κράτη. (Γι΄ αυτό είναι ανεπίκαιροι. Ανήκουν και σκέφτονται με τους όρους του παρελθόντος). Είναι να ελέγξουμε τις δυνάμεις οι οποίες έχουν φύγει από τις δυνατότητες των πολιτικών συστημάτων, που έχουν θέση σε ομηρία τις μοναρχίες, τους πρωθυπουργούς, τους προέδρους και όλους τους άλλους και οι κοινωνίες δεν έχουν πού να σταθούν και πού να στηριχθούν.

Η αγωνία και των μεν και των δε, -ιδίως των πολιτικών πρακτόρων των φερεφώνων των αγορών και των διανοητικών απατεώνων που διδάσκουν ότι η μοναρχία είναι και δημοκρατία και αντιπροσώπευση- ο σκοπός τους λοιπόν, δεν είναι να αλλάξει το σύστημα. Είναι να το κρατήσουνε εκεί που είναι. Δεν θα βγει από αυτούς το καινούργιο πρόταγμα. Το καινούργιο πρόταγμα θα βγει μέσα από την βαθιά διαμαρτυρία και από εξεγερτικές καταστάσεις οι οποίες θα δημιουργήσουν αδιέξοδα στις πολιτικές ελίτ, (εύχομαι να μην είναι αδιέξοδα επαναστατικά, εξεγερτικά) και θα τις υποχρεώσουν και από εκεί θα βγουν να συμβιβαστούν και από εκεί θα βγουν και τα μεγάλα προτάγματα. Η νέα ιδεολογία, είναι ήδη μπροστά. Είναι ήδη στα χέρια των κοινωνιών. Δεν την βλέπουν. Η νέα ιδεολογία θα είναι πολιτική ιδεολογία. Και θα έχει να κάνει με τη μεταβολή του πολιτικού συστήματος, από αιρετή μοναρχία σε αντιπροσωπευτικό σύστημα αυτή τη στιγμή. Ούτε καν σε δημοκρατία. Σε αντιπροσωπευτικό αρκεί για να αλλάξει το μείγμα της πολιτικής υπέρ των κοινωνιών. Αλλά αυτό όμως, πρέπει να το δουν έγκαιρα, πριν φτάσουν στην απόλυτη εξαθλίωση. Γιατί τότε βεβαίως, τα πράγματα θα είναι διαφορετικά και δε θα μπορεί να βρεθεί ένα σύστημα σταθερότητας που θα ωφελεί και τους μεν και τους δε, αλλά θα έχει το ανάλογο κόστος της εξεγερτικής τους συμπεριφοράς.

Στο πολύ κοντινό μέλλον του χρόνου, το πολιτικό σύστημα θα συγκροτηθεί και οι κοινωνίες θα συναντιόνται για να αποφασίζουν ως αντιπροσώπευση ή ως δημοκρατία στο επίπεδο του διαδικτύου. Δε θα συγκεντρώνονται σε μια πλατεία ούτε στη Πνύκα. Εκεί θα συγκεντρώνονται και θα αποφασίζουν. Στο άμεσο, στο παρόν μέλλον θα έλεγα, είναι δυνατόν να έχουμε ανά πάσα στιγμή, καθημερινά, τη βούληση της κοινωνίας μέσα από αυτό που έχω προτείνει. Τον δημοκοπικό δήμο. Ανά πάσα στιγμή δηλαδή, να γίνεται διαβούλευση και να υπάρχει ένας δημόσιος αδιάβλητος θεσμός που θα αντλεί τη βούληση της κοινωνίας πάνω στις πολιτικές πρωτοβουλίες ή στις νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα παίρνουν οι κυβερνήσεις. Και να έχουν επίσης τη δυνατότητα οι κοινωνίες, μέσα από ανάλογες πολιτικές θεσμικές δράσεις, να ελέγχουν, να εγκαλούν, να τραβούν τ΄αυτί και να ανακαλούν ενδεχομένως αν δεν εισακούονται, το πολιτικό προσωπικό. Θα αλλάξει άρδην η σχέση βουλής και κυβέρνησης, θα αλλάξει άρδην η θέση του βουλευτή μέσα στο κόμμα και η δομή του κόμματος, θα αλλάξει άρδην επίσης η σχέση κοινωνίας πολιτικής. Δηλαδή πολίτη και πολιτικού. Ο πολίτης θα γίνει εντεταλμένος της κοινωνίας και οφείλει να απολογείται σ΄αυτήν και όχι να είναι φερέφωνο του κάθε ηγέτη ο οποίος αποφασίζει για τη μοίρα του.

Επειδή η ολιγαρχική λογική είναι εκείνη που εμποδίζει τον άνθρωπο να δεχθεί ότι μπορεί να είναι αρμοδιότερος αυτού τον οποίον βάζει ως μονάρχη να αποφασίζει, έχω κάνει μια μελέτη σε μια δεκαετία. Τι λέει η κοινωνία και τι έκαναν οι πολιτικοί. Αν το δείτε, θα διαπιστώσετε ότι, αν ακολουθούνταν οι πολιτικές κατευθύνσεις που έδινε η ανημέρωτη κοινωνία, τα πράγματα δε θα ήταν εδώ που είναι στην Ελλάδα.


Γιώργος Κοντογιώργης.
Απομαγνητοφώνηση εκπομπής, Ελένη Ξένου.




Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018

Άλλο Δημοκρατία κι άλλο Κοινοβουλευτική Μοναρχία

Γ. Κοντογιώργης : Οι πολίτες πρέπει να σκέφτονται με όρους 21ου αιώνα

Οι πολίτες που απαρτίζουν τα έθνη στον 21ο αιώνα, θα πρέπει να σκεφτούν ότι το πρόταγμα έναντι της παγκοσμιοποίησης της Διεθνούς των Αγορών, θα πρέπει να είναι μια άλλη διακυβέρνηση , όπου τις αποφάσεις δεν θα τις λαμβάνει ο ένας, στο όνομα της νομιμοποίησης μέσω της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, αλλά όλοι μέσω θεσμικών αλλαγών όπου η αντιπροσώπευση θα έχει την σφραγίδα όλων, με ανακλητότητα, λογοδοσία και άμεση Δημοκρατία, που είναι κάτι διαφορετικό από την κοινοβουλευτική μοναρχία, όπως έχει καταντήσει στις μέρες μας το σύστημα διακυβέρνησης.



Ο Γιώργος Κοντογιώργης , μιλώντας στον 98.4. , με αφορμή την επικαιρότητα με την Συμφωνία των Πρεσπών ή την ρήξη των σχέσεων Φαναρίου και Πατριαρχείου Μόσχας, αναφέρθηκε στη «ετικέτα» με «-ισμούς» που προσδίδεται με ευκολία σε κάθε αντίδραση στη λογική της διεθνούς των αγορών, με στόχο την υπονόμευση της κάθε αντίστασης στη λογική της ομογενοποιημένης σκέψης.







Οι ετεροθαλείς αδελφές Αριστερά
και Δεξιά


Γιώργος Κοντογιώργης

"H παρασιτική διαβίωση της Συριζαίας Αριστεράς στον κορμό της ελληνικής κοινωνίας δεν της επέτρεψε να διακρίνει τις κρίσιμες μεταβολές που σημειώνονται ήδη στον δυτικό πολιτικό χάρτη".



Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία ανέδειξε τη γύμνια του σε όλα τα επίπεδα. Ομολόγησε αυτό που ήταν γνωστό εδώ και πολλές δεκαετίες, ότι δηλαδή η Αριστερά, και προεχόντως ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχει τίποτε να πει για τον κόσμο της εποχής μας και για το μέλλον. Επιπλέον, ομολόγησε ότι ομοιάζει ομοθετικά με τη Δεξιά και ότι βεβαίως έχει μεταβληθεί σε μια τυπικά αντιδραστική συνιστώσα του δυτικού Διαφωτισμού και αυθεντικό παρακολούθημα της διεθνούς των αγορών.

Το χειρότερο εξ όλων είναι ότι ομολόγησε ότι ήταν τόσο βαθιά εγκιβωτισμένος στην πλέον απεχθή εκδοχή της κομματοκρατίας ώστε τα στελέχη του, μολονότι παρασιτόβια του δημοσίου κορβανά επί πολλές δεκαετίες, αγνοούσαν απολύτως τα ζητήματα του κράτους, και -το χειρότερο- τα διεθνή και τα ευρωπαϊκά δρώμενα. Αποκαλύφθηκε δηλαδή ότι δεν διέθετε εξαρχής ούτε καν το «ηθικό πλεονέκτημα».


Η γενικότερη αιτία της έκπτωσης αυτής του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η Αριστερά, ο σοσιαλισμός εν γένει, δεν αποτέλεσε μια διαφορετική φάση έναντι της Δεξιάς και του φιλελευθερισμού, όπως διατεινόταν. Αντιπροσώπευσε απλώς έναν διαφορετικό δρόμο στην έξοδο από τη δεσποτεία, που αφορούσε κυρίως τα κοινωνικά στρώματα της εργασίας (στη Δύση) ή ολόκληρες κοινωνίες, οι οποίες βρίσκονταν σε υστέρηση έναντι άλλων.

Ο δρόμος που επέλεξε, ωστόσο, ήταν εξ αντικειμένου αδιέξοδος διότι, για λόγους που έχω αναλύσει αλλού: αναιρούσε μεν την απολυταρχία (κρατική δεσποτεία), οδηγούσε όμως στον ολοκληρωτισμό. Εξ ου και η, ως ασύμβατη με την εποχή της, αύτανδρη κατάρρευση του ολοκληρωτικού σοσιαλιστικού πειράματος.


Ετεροθαλείς αδελφές

Η δεκαετία του 1980 ολοκλήρωσε τον κύκλο αυτόν, πράγμα που έκαμε άνευ αντικειμένου τόσο την Αριστερά όσο και την κλασική εθνοκρατική Δεξιά. Με τη διαφορά ότι η φιλελεύθερη Δεξιά μεταλλάχθηκε ευθέως σε θεραπαινίδα της «νέας τάξης», της διεθνούς των αγορών. Αντιθέτως, η Αριστερά, εγκαταλείποντας ακόμη και τον μαρξισμό, επέστρεψε στην εποχή του φιλελεύθερου Διαφωτισμού, αφενός για να συγκαλύψει τη γύμνια της, αφετέρου για να τεκμηριώσει ιδεολογικά την οβιδιακή στροφή της σε διαχειριστή των απόβλητων και ιδεολογική συνιστώσα της διεθνούς των αγορών.


Έχω πολλές φορές διατυπώσει την άποψη ότι η ομοιότητα της Αριστεράς με τη Δεξιά μπορεί να συγκριθεί με τις ετεροθαλείς αδελφές. Στο πολιτικό σύστημα, στην ιδεολογική του προσημείωση ως δήθεν δημοκρατίας, στις πολιτικές τους, στη σημειολογία της άσκησης της εξουσίας και της εκφοράς του πολιτικού λόγου.

Δεν είναι τυχαίο ότι πριν από λίγα χρόνια η Αριστερά επιχείρησε να συγκαλύψει την ιδεολογική της γύμνια, την απουσία μιας οργανικής σχέσης με την κοινωνία, με τον εναγκαλισμό του «περιβάλλοντος». Η Συριζαία Αριστερά, συνηγορούσης και της απέχθειάς της προς την κοινωνική συλλογικότητα και το πολιτισμικό της απόβαρο, προέκρινε ως σημαία της την ιδεολογία των «δικαιωμάτων» ως δήθεν απόρροια της προσημείωσής της στις ανθρωπιστικές αξίες.


Παρένθετη σχέση

Με διαφορετική διατύπωση, η σχέση της με την κοινωνία των πολιτών, από αυτοσκοπός έγινε παρένθετη. Είναι παρακολουθηματική του θεμέλιου σκοπού της Συριζαίας Αριστεράς που είναι η ενασχόλησή της με τα απόνερα του διεθνούς καπιταλισμού/ιμπεριαλισμού. Δεν αποβλέπει στην αντιμετώπιση ή ακόμη και στην ανάσχεση του διεθνούς καπιταλισμού, αλλά στην απορρόφηση των επιπτώσεών του. Το κόστος αυτών των επιπτώσεων καλείται να καταβάλλει, ωστόσο, ο απόβλητος, η εθνική κοινωνία των πολιτών.

Με άλλα λόγια, για τη Συριζαία Αριστερά, η ταξινόμηση ενός εκάστου με την πρόοδο ή με την συντήρηση, με την Αριστερά ή με την Ακροδεξιά (οι ενδιάμεσες δυνάμεις υποχωρούν στον διάλογο αυτόν) κρίνεται από την τοποθέτησή του με την κοινωνία των πολιτών ή με τα απόνερα της διεθνούς των αγορών.

Ακροδεξιός, στο πλαίσιο αυτό, είναι όποιος αναφέρεται στην κοινωνική και πολιτισμική συνοχή, στην πολιτική ελευθερία της κοινωνίας, στο συμφέρον της και ιδίως στη βούλησή της. Δηλαδή στην αντιπροσωπευτική ή δημοκρατική μεθάρμοση της πολιτείας, στην εθνική συνείδηση κοινωνίας και στη συνέχεια του Ελληνισμού.

Και αντιστοίχως, ως αριστερός αξιολογείται εκείνος που ορθώνει το ανάστημά του προς όλα αυτά, που αρνείται να αποδώσει στην κοινωνία την ιδιότητα του εντολέα, ή να συνομολογήσει εν τέλει ότι η κοινωνία και οι κληρονομιές της αποτελούν την αιτία της ίδιας της ύπαρξής τους. Αυτός, λοιπόν, που συντάσσεται κατ’ αυτάς με την πολιτική «ανοιχτών συνόρων» και ουσιαστικά με τη μεταβολή της χώρας σε χώρο.



Ελεγχόμενες μεταναστευτικές ροές

Χωρίς να υπεισέλθω στα μείζονα αυτά ζητήματα, απαιτείται νομίζω να διευκρινισθεί ότι ανάμεσα, ειδικότερα, στα «ανοιχτά σύνορα», που αναιρούν τη θεμέλια βάση του ανθρωποκεντρικού γίγνεσθαι της εποχής της μεγάλης κλίμακας, και στα «κλειστά σύνορα», που ανάγονται σε ένα παρελθόν που παρήλθε ανεπιστρεπτί, υπάρχει η πολιτική των ελεγχόμενων μεταναστευτικών ροών.

Η τελευταία συνεκτιμά σημαίνουσες πτυχές του ζητήματος, όπως η κοινωνική και πολιτισμική συνοχή, η ασφάλεια, η δυνατότητα της κοινωνίας να σηκώσει το βάρος μιας αξιοπρεπούς διαχείρισης του ανθρώπινου πόνου και να ενσωματώσει το εθνικώς διαφορετικό, με όρους πολιτισμικής πολυσημίας. Να λάβει υπόψη τη θέση της χώρας στο ευρωπαϊκό περιβάλλον και, στο πλαίσιο αυτό, την ανάγκη η Ελλάδα να μη μεταβληθεί σε παίγνιο των γεωπολιτικών εξελίξεων που αναπτύσσονται στο διεθνές σύστημα.



Συριζαιϊκή «τυφλότητα»

Σε τελική ανάλυση, η παρασιτική διαβίωση της Συριζαίας Αριστεράς στον κορμό της ελληνικής κοινωνίας δεν της επέτρεψε να διακρίνει τις κρίσιμες μεταβολές που σημειώνονται ήδη στον δυτικό πολιτικό χάρτη. Μεταβολές που έχουν στείλει στο μαυσωλείο της Ιστορίας την μόλις προ ολίγων ετών δεσπόζουσα αντιλογία μεταξύ φιλελευθερισμού και σοσιαλισμού. Μεταβολές, που έχουν οδηγήσει στη σύμπτυξη ενιαίου μετώπου των καθεστωτικών δυνάμεων της Αριστεράς και της Δεξιάς με πρόσημο τον σκοπό των αγορών, κατέναντι στη λόγω μεν αντισυμβατική, έργω δε διακινητή του κλασικού φιλελευθερισμού νέα «Ακροδεξιά».

Ωστόσο, θέλω να συγκρατήσω από τις ανωτέρω επισημάνσεις, αυτό που προσποιείται ότι αγνοεί η Συριζαία Αριστερά: ότι η σήμανση μιας ιδεολογίας ή μιας πολιτικής δύναμης ως συντηρητικής ή προοδευτικής κρίνεται από την ιδέα ή τη σχέση της με την εθνική κοινωνία. Ο διεθνισμός αποτελεί παρελκόμενη επιλογή και ως τέτοια αποβλέπει στην ενίσχυση των εσωτερικών συσχετισμών έναντι του αντιπάλου, εν προκειμένω του «καπιταλισμού».

Η μονοσήμαντη επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ, εντούτοις, εάν συνεκτιμηθεί και η σεσημασμένη απέχθειά του προς την ελληνική εθνική συλλογικότητα, ομολογεί ότι αποβλέπει να συγκαλύψει διάφορα ζητήματα: Αφενός τον αντιδραστικό του εναγκαλισμό με τις ολιγαρχικές αξίες και το ομόλογο σύστημα του Διαφωτισμού. Αφετέρου την προσαρτηματική προσέγγιση της χώρας. Και, τέλος, τη στοχευμένη υπονόμευση της πολιτισμικής συνοχής της ελληνικής κοινωνίας, δηλαδή την πηγή της αντίστασής της προς την πολιτική εξουσία, ώστε να διατηρηθούν οι εξαρτήσεις της.

Πράγματι, το δίλημμα δεν είναι εξ αντικειμένου τα «ανοιχτά» ή τα «κλειστά» σύνορα, αλλά η πολιτειακή θωράκιση της εθνικής συλλογικότητας, έτσι ώστε να διατηρεί τη συνοχή της και να μη γίνεται παίγνιο στα χέρια της διεθνούς των ηγεμόνων και των εσωτερικών της παραφυάδων.







Πηγή: https://slpress.gr/idees/oi-eterothaleis-adelfes-aristera-kai-dexia/

https://contogeorgis.blogspot.com/