Δευτέρα 26 Μαρτίου 2018

Η ΙΘΆΚΗ ΤΟΥ Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗ



Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Aιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Aλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.



Η Έλλη Λαμπέτη διαβάζει Καβάφη - Ιθάκη






Τρίτη 20 Μαρτίου 2018

"Ο Ι.Καποδίστριας και το νεοελληνικό κράτος"

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ

Διάλεξη του καθηγητή Γ.Κοντογιώργη με θέμα: "Ο Ι.Καποδίστριας και το νεοελληνικό κράτος", στην επιστημονική Διημερίδα που οργανώθηκε στη Λευκωσία, στις 4-5 Απριλίου 2014, όπου αναδεικνύεται η πηγή της νεοελληνικής κακοδαιμονίας.



Γιώργος Κοντογιώργης,
Το κράτος του Καποδίστρια[1]

1. Από τις πρώτες ενέργειες του Καποδίστρια μόλις ήρθε στην Ελλάδα, στις 8.1.1828, ήταν να ζητήσει από τη Βουλή -που προήλθε από την Γ' Εθνοσυνέλευση της Τροιζίνας (19.3 - 5.5. 1827) και η οποία τον εξέλεξε με επταετή θητεία-, την αναστολή του Πολιτικού Συντάγματος, επειδή "αι δειναί της πατρίδος περιστάσεις και η διάρκεια του πολέμου δεν εσυγχώρησαν ούτε συγχωρούσι την ενέργειαν" αυτού, ως περιέχοντος, όπως θα πει σε άλλη περίσταση, "απάσας τας δημοκρατικάς αρχάς των επαναστατών του 1793".
Στην πραγματικότητα το Σύνταγμα της Τροιζίνας ελάχιστη σχέση είχε με το Σύνταγμα των Γάλλων επαναστατών, υπό την έννοια ότι εδραζόταν στην πολιτική κυριαρχία των πόλεων/κοινών (προνοούσε μόνον για μια σκιώδη κεντρική κυβέρνηση, η οποία επιπλέον τελούσε υπό την πλήρη εξουσία της βουλής), και όχι στο πολιτικά κυρίαρχο κεντρικό κράτος του Συντάγματος του 1793. Σημασία έχει, εντούτοις, να συγκρατήσουμε εξαρχής ότι ο Καποδίστριας δεν δηλώνει αντίθετος επί της αρχής στα συντάγματα αυτά, αλλά στην εφαρμογή τους, σε μια στιγμή που η επανάσταση διαρκεί ακόμη, που ούτε κράτος υπάρχει ούτε και η ελληνική υπόθεση της ανεξαρτησίας έχει κριθεί και οι Δυνάμεις της εποχής εχθρεύονται απολύτως τις ιδέες τους. Σημειώνουμε, επίσης, ότι η αντίρρηση του Καποδίστρια συνοδεύεται από την επισήμανση πως η ενέργειά του αυτή είναιπροσωρινή, "έως της συγκροτήσεως της (νέας) Εθνικής Συνελεύσεως" που ορίσθηκε να συνέλθει 2,5 μήνες αργότερα, τον Απρίλιο 1828.
Το προσωρινό πολιτειακό σχήμα που ενέκρινε η Βουλή, με εισήγηση του Καποδίστρια, προέβλεπε την κατάργησή της και την σύσταση ενός κεντρικού εξουσιαστικού συμβουλίου από 27 μέλη, του Πανελληνίου, που θα συμπαρίσταται στον Κυβερνήτη, με γνωμοδοτική βασικά και νομοπαρασκευαστική αρμοδιότητα. Οι πράξεις του Κυβερνήτη για να είναι έγκυρες, έπρεπε να είναι "θεμελιωμένες επάνω εις τας εγγράφους αναφοράς του Πανελληνίου ή των τμημάτων του".
Παράλληλα ο Καποδίστριας οργάνωσε διοικητικά την χώρα σε (επάλληλα) τμήματα, που εδραζόταν στο σύστημα των κοινών: Κάθε τμήμα διαιρείται "εις τας εξ ων σύγκειται επαρχίας και αύται πάλιν εις πόλεις, κώμας και χωρία".
Τούτο δηλώνει ότι επιλέγεται η αρχή της τοπικής και περιφερειακής πολιτειακής αυτονομίας, που ανάγεται στο ελληνικό παρελθόν της κοσμόπολης, όχι της διοικητικής αποκέντρωσης ή αυτοδιοίκησης, που αναπέμπει στο εξερχόμενο από τη φεουδαρχία πολιτικά κυρίαρχο κεντρικό κράτος. Καθεμία από τις βαθμίδες αυτές της πολεοτικής αυτονομίας διαθέτει ίδιον σύστημα διακυβέρνησης: οι δημογέροντες, στα πρωτοβάθμια κοινά, εκλέγονται με καθολική ψήφο, από τους πολίτες άνω των 25 ετών, ενώ στο επίπεδο της επαρχίας, η διοίκηση ασκείται από συλλογικό σώμα αντιπροσώπων των κοινών. Τα κοινά, "εξακολουθούν την ενέργειαν των χρεών των, ως και πρότερον" -διαθέτουν τις ίδιες αρμοδιότητες όπως πριν, τις οποίες ασκούν σύμφωνα με τους "άχρι τούδε κανόνας".
Στις αρμοδιότητες αυτές, επομένως, περιλαμβάνονται αφενός οι εσωτερικές υποθέσεις του κοινού και αφετέρου, η άσκηση των αρμοδιοτήτων που συνάδουν με την κεντρική εξουσία. Ανάμεσα σ'αυτές, η πλέον συμβολική, για την αναγωγή τους στο σύστημα των κοινών, αλλά και ουσιώδης, η οποία κρίνει την φύση του (προσωρινού) πολιτειακού συστήματος που επέλεξε ο Κυβερνήτης, είναι η άσκηση της δημοσιονομικής και, γενικότερα, της δημοσιο-οικονομικής αρμοδιότητας, η οποία δηλώνεται ρητώς ότι ανήκει στα κοινά. Τα κοινά, θα πει, είναι οι φορείς "δι'ών γίνεται η ενέργεια της δημοσίου οικονομίας", υπό την εποπτεία της επαρχιακής δημογεροντίας.
Η κεντρική κυβέρνηση παρίσταται στην επαρχιακή "δημογεροντία" δια του "εκτάκτου επιτρόπου", ο οποίος, στο μεταβατικό στάδιο, είναι επιφορτισμένος με την υποβοήθηση του έργου της ανασυγκρότησης του συστήματος των κοινών και, περαιτέρω, με την άσκηση αρμοδιοτήτων "έννομης επιστασίας" κατά τη λειτουργία τους και την εφαρμογή της νομιμότητας. Στις ειδικότερες πρόνοιες, που θα εισαγάγει ο Καποδίστριας, είναι προφανής η μέριμνά του να επαναφέρει την πολιτειακή ισορροπία στο εσωτερικό των κοινών, που ανέτρεψαν οι συνθήκες της επανάστασης, υπέρ της προεστικής τάξης. Μέριμνα, που κατέτεινε ουσιαστικά, στην επαναφορά του λαού στα πράγματα των κοινών και στην εγγραφή των τελευταίων στο γενικότερο πολιτειακό γίγνεσθαι του κράτους. Και τούτο διότι, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε ως επί το πλείστον κατά την προ-επαναστατική περίοδο, η αυτονόμηση της προεστικής τάξης και η ιδιοποίηση της εξουσίας των κοινών από αυτήν, στη διάρκεια επανάστασης, εκδηλώθηκε εφεξής με την άρνησή της να εναρμονισθεί με το διατακτικό της εθνικής πολιτείας. Ακραίες εκδηλώσεις του φαινομένου αυτού αποτελούν οι περιπτώσεις των Υδραίων και των Μανιατών. Η προεστική τάξη θα αντιταχθεί στην απόφαση του Κυβερνήτη να αναλάβει το κέντρο μέρος των δημοσίων προσόδων ή να ελέγξει τον τρόπο της διαχείρισής τους από αυτήν. Ορισμένοι μάλιστα θα φθάσουν μέχρι του σημείου να αξιώσουν αποζημίωση για τις απώλειες που υπέστησαν λόγω της συμμετοχής τους στην επανάσταση.
Έχει ενδιαφέρον, μάλιστα, ότι η μερίδα της προεστικής αυτής τάξης, που εκπροσωπείτο στο Πανελλήνιο, προκειμένου να εμποδίσει την επανείσοδο του λαού στην πολιτεία των κοινών, θα επικαλεσθεί το επιχείρημα του "εξευρωπαϊσμού" της χώρας, αξιώνοντας από τον Καποδίστρια να καταργήσει την καθολική ψήφο (στην Αγγλία τότε κατείχε το δικαίωμα ψήφου μόλις το 7% των ανδρών). Στην αξίωση αυτή ο Κυβερνήτης θα διακρίνει "μιαν ανίκητον δυσκολίαν", η οποία συνίσταται "εις το ότι δεν έχω την δύναμιν να κάμω ένα νόμον, ο οποίος θέτει όρους εις το δικαίωμα της ψήφου. Δικαίωμα, το οποίον ο ελληνικός λαός δοξάζει, ότι μετεχειρίσθη έως σήμερον χωρίς περιορισμόν". Όπως θα επισημάνει ο τότε αντι-πρέσβης της Ρωσίας στην Ελλάδα, "οι κοτζαμπάσηδες αυτοί "χρησιμοποιούντες τα φιλελευθέρας αρχάς ως μέσον διαιωνίσεως της επιρροής των", εστράφησαν με μίσος κατά του Κυβερνήτη, "καθόσον απαγορεύει τας αρπαγάς, τιμωρεί τους ενόχους και προστατεύει τους καταπιεζομένους…".
Η αποτυχία του Καποδίστρια να αντιμετωπίσει τη στασιαστική, συχνά, αντιπολίτευση της προεστικής τάξης, θα τον οδηγήσει στην επιλογή της καθαρής διοικητικής αποκέντρωσης. Μέσω της Δ' Εθνικής Συνέλευσης και στη συνέχεια με Ψήφισμα του 1830, θα αποφασισθεί όπως "μέχρι την έκδοση του (νέου) εκλογικού νόμου, το συμβούλιο των δημογερόντων "θέλει διορίζεσθαι από την κυβέρνησιν εκλεγόμενο από τον κατάλογο πολιτών, τον οποίον θέλει προβάλει εις αυτήν αι τοπικαί αρχαί, και των οποίων τον αριθμόν θέλει διπλασιάσει η Γερουσία". Συγχρόνως, επιχειρεί να οργανώσει και να ελέγξει τα δημόσια οικονομικά από το κέντρο, πράγμα που έθιγε καταφανώς τα αυθαίρετα ή μη προνόμια της προεστικής τάξης. Εφεξής οι τοπικοί πόροι αποφασίζεται να εισάγονται "εις το εθνικόν ταμείον… και η κυβέρνησις (να) τους δαπανά όταν και όπως εγκρίνει εις τας ανάγκας εκάστης των επαρχιών, χρείας δε τυχούσης, (να) έχει το δικαίωμα να τους εξοδεύει και εις τας κοινάς του έθνους ανάγκας".
Αξίζει να προσεχθεί η διαδρομή της προεστικής τάξης: από τα συντάγματα που αναπαρήγαν αυθεντικά το σύστημα των κοινών, την πολιτεία των οποίων είχαν οικειοποιηθεί, στη διάρκεια της επανάστασης, θα οδηγηθεί στην άκαμπτη υπεράσπιση μιας εκδοχής τους, αυτής που προέκυψε από την ανατροπή των εσωτερικών τους ισορροπιών στη διάρκεια της επανάστασης. Συγχρόνως, θα θεωρήσει απολύτως συμβατό με τα συμφέροντά της το "συνταγματικό" επιχείρημα της ευρωπαϊκής μετα-φεουδαλικής ορθοταξίας, πριν προσχωρήσει εξολοκλήρου, στο τέλος, στη βαυαρική απολυταρχία. Η τελευταία, ως κρατική δεσποτεία, προέκρινε τον ολοσχερή εγκιβωτισμό της κοινωνίας των πολιτών στην ιδιωτική σφαίρα και την αποκλειστική ιδιοποίηση της πολιτικής από τη νέα, καταφανώς χειρότερη, εκδοχή του "κοτζαμπασιδισμού", τη βουλευτοκρατία.
2. Από τα ανωτέρω ολίγα προκύπτει νομίζω αβίαστα ότι ο Καποδίστριας είχε κατά νουν ένα κράτος, το οποίο εγγραφόταν στο ιστορικό κεκτημένο της ελληνικής οικουμενικής κοσμόπολης, που συγκέντρωνε άλλωστε την ομοθυμία των προεπαναστατικών Ελλήνων. Ένα κράτος που δεν ενσάρκωνε μονοσήμαντα το πολιτειακό σύστημα, αλλά το επιμέριζε ανάμεσα στην κεντρική κυβέρνηση και στα κοινά, αφενός και αφετέρου ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών, συγκροτημένη σε δήμο, στο πλαίσιο των κοινών, και στην αναφορική στο κοινό συμφέρον κεντρική πολιτική εξουσία. Στο πρόσωπο του Καποδίστρια παίχθηκε η τελευταία πράξη του διακυβεύματος της οικουμενικής κοσμόπολης, δηλαδή της προοπτικής ενός κράτους που θα ήταν ικανό να ενσαρκώσει το ανθρωποκεντρικό κεκτημένο του ελληνισμού και να το αντιτείνει στην ανερχόμενη ευρωπαϊκή απολυταρχία και, αργότερα, στο πρωτο-ανθρωποκεντρικό κράτος έθνος.
Τις ιδέες αυτές ο Καποδίστριας, που είδαμε να επιχειρεί να εφαρμόσει κατά μικρόν ως υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας και στο επίπεδο της ευρωπαϊκής Ηπείρου, γνώριζε καλώς ότι όφειλε να τις συγκεράσει με το κυρίαρχο ρεύμα της κρατικής δεσποτείας ή απολυταρχίας της εποχής. Γι' αυτό και στα έγγραφά του προς τη Βουλή, το Πανελλήνιο και τους λοιπούς παράγοντες του τόπου, δεν έπαυε να επισημαίνει τους κινδύνους που εγκυμονούσε για την Ελλάδα η πρόωρη προώθηση μιας οριστικής πολιτειακής ρύθμισης πριν αποφασισθεί η ανεξαρτησία της από τις Δυνάμεις της ευρωπαϊκής δεσποτείας: "…χρεωστείτε να θεωρήσετε σπουδαίως την εσωτερικήν διοίκησιν…. ότι αυτή δεν… είναι δυνατόν να κανονισθεί δια συνταγματικών και μονίμων νόμων, ειμή όταν η τύχη της Ελλάδος αποφασισθεί οριστικώς…". Ο Ν.Σπηλιάδης στα Απομνημονεύματά του γίνεται σαφέστερος όταν λέει ότι "ο Καποδίστριας γνωρίζων τους βασιλείς [της απολυταρχικής Ευρώπης], εξεύρει ότι δεν εμπορεί η Ελλάς να κυβερνάται δημοκρατικώς, ότε [όταν] από αυτούς περιμένει την σωτηρίαν της. Εξεύρει ότι αυτοί δεν θέλουν να υπάρξει εις κανέν μέρος του κόσμου δημοκρατία, και μ'όλον ότι δημοκρατικότατος και τον νουν και την καρδίαν, νομίζει χρέος του ιερόν να δείξει εις τους βασιλείς, …. ότι οι Έλληνες δεν θέλουν κυβερνάσθαι δημοκρατικώς….".
Μια άλλη διάσταση του ελληνικού ζητήματος, που συνέχεται άρρηκτα με το εσωτερικό σύστημα της χώρας, και μαζί με τη μοίρα του Καποδίστρια, συνδέεται με το μέγεθος και, συγκεκριμένα, με τη δυνατότητά του να ανταποκριθεί και να διαχειρισθεί τη φιλοδοξία του ελληνισμού της εποχής. Ήδη, από πολύ νωρίς, αλλά και μέχρι τέλους η υπόθεση του ελληνισμού συνδέθηκε άρρηκτα με την επίλυση του Ανατολικού ζητήματος. Η απόρριψη της ελληνικής επανάστασης αρχικά και στη συνέχεια η επιλογή του μικρού, μη αυτάρκους και θεσμικά εξαρτημένου κράτους, από τις Δυνάμεις, ήταν απολύτως συνυφασμένο με τις βλέψεις τους στην Ανατολή. Με πολλή αγωνία οι τοπικοί απεσταλμένοι των Δυνάμεων διέκριναν, ακόμη και στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, τον κίνδυνο ο ελληνισμός να οικειοποιηθεί την οθωμανική αυτοκρατορία και να αποτελέσει ανάχωμα στις επεκτατικές τους βλέψεις. Όπως γράφει ένα από αυτούς, "Ο καταμερισμός της απεράντου [οθωμανικής] αυτοκρατορίας εις πολλά ανεξάρτητα κράτη, θα ήτο προτιμότερον δια την Ευρώπην παρά να αφεθεί η ελληνική φυλή να επεκταθεί, να κυριαρχήσει παντού, και να αποτελέσει απέραντον ελληνικήν αυτοκρατορίαν, πολύ μεγάλην εν σχέσει με τα Δυνάμεις της Ευρώπης. Είναι το όνειρον της φυλής αυτής. [Και] θα το επιτύχωσιν με τον καιρόν διότι μεταξύ αυτών και των τούρκων το μέλλον δεν είναι αμφίβολον. Θα είναι ανυπόμονοι αφότου δεν θα έχωσιν ανάγκην της υποστηρίξεως των Ευρωπαίων…." (Derrasse, Λάρνακα, 1859).
Στην οπτική αυτή της επίλυσης του Ανατολικού ζητήματος θα προσχωρήσει το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα και η Ρωσία, η οποία μάλιστα, αργότερα, υπό το σοσιαλιστικό της καθεστώς, θα υπονομεύσει ακόμη και το εγχείρημα που προέκυψε από τη συνθήκη των Σεβρών. Την περίοδο αυτή, που η Ρωσία θα εγκαταλείψει το ελληνικό σχέδιο για την επίλυση του Ανατολικού ζητήματος και θα στραφεί στον Πανσλαβισμό -υποστηρίζοντας τους βαλκανικούς εθνικισμούς-, ο Ντοστογέφσκυ, σε άρθρο του, αφού διαλογίζεται για το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η Ρωσία για τον εκσυγχρονισμό της -τον γερμανικό ή τον ελληνικό- αποφαίνεται ότι αυτός που της αρμόζει είναι ο από κάθε άποψη ανώτερος ελληνικός δρόμος. Όμως θα υπογραμμίσει με έμφαση ότι "αργά ή γρήγορα η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνει δική μας [της Ρωσίας], αφού πέρασε πια ο καιρός όπου οι Γραικοί, λαός απείρως λεπτότερος από τους χοντροκομένους Γερμανούς, λαός με ασυγκρίτως περισσότερα κοινά στοιχεία από ό,τι οι εντελώς ανόμιοί μας Γερμανοί, λαός πολυπληθής και αφοσιωμένος, [….θα μπορούσαν να έχουν] επικρατήσει στα πολιτικά πράγματα της Ρωσίας". Το να αφήσουμε…. ένα τόσο σημαντικό σημείο της οικουμένης [στους Έλληνες]…είναι πλέον αδύνατον".
Κλείνω με μια μόνο διαπίστωση: η στροφή αυτή της ρωσικής πολιτικής και η απομάκρυνσή της από την Ελλάδα, δεν κόστισε απλώς στην ελληνική χώρα. Την πλήρωσε με ασύμμετρο κόστος και η Ρωσία, η οποία όχι μόνον δεν κατέλαβε την Κωνσταντινούπολη, όπως σχεδίαζε ακόμη στο τέλος του 19ου αιώνα, αλλά συνέβαλε τα μέγιστα στη δημιουργία ενός μείζονος αντιπάλου στο ζωτικό μαλακό της υπογάστριο.
Με την επισήμανση της ιστορικής αυτής μαρτυρίας, που αναδεικνύει το εσωτερικό και το εξωτερικό περιβάλλον, με το οποίο είχε να αντιπαλέψει ο Καποδίστριας, ως κυβερνήτης της Ελλάδας, θέλω να υπαινιχθώ, επ'ευκαιρία, μια εξόχως σημαντική γεωπολιτική παράμετρο της σχέσης μεταξύ Ρωσίας και Ελλάδας, εξίσου επίκαιρη στις ημέρες μας. Η επιλογή ή μη της Ελλάδας από τη Ρωσία ως στρατηγικού εταίρου, εξακολουθεί να αποτελεί κρίσιμης σημασίας διακύβευμα για το μέλλον και των δύο χωρών. Όσες φορές η Ρωσία αποφάσισε να απομακρυνθεί από την Ελλάδα έβλαψε επίσης τα συμφέροντα της. Η Ρωσία, με την Τουρκία ως μεγάλη δύναμη στο μαλακό της υπογάστριο και ουσιαστικά χωρίς την αξιωματική παρουσία της Ελλάδας, θα αναγκασθεί να σμικρύνει σημαντικά τη γεωπολιτική της φιλοδοξία και, ενδεχομένως, θα επανέλθει στην εσωστρέφειά της.


[1] Ανακοίνωση στη Συνδιάσκεψη με θέμα: "Ι.Καποδίστριας και σύγχρονες ρωσοελληνικές σχέσεις". Με την ευκαιρία της επίσκεψης στην Ελλάδα της ρωσικής αντιπροσωπείας, με τον ΥΠΕΞ Σ.Λαβρόφ. 30/10/2013, στο Ξεν. Κάραβελ



📺


Ιωάννης Καποδίστριας (A' μέρος) - 26/01/2013

«Ο ΔΙΠΛΩΜΑΤΗΣ ΠΟΥ ΔΙΕΣΩΣΕ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ» (α΄ μέρος)

Η Μηχανή του χρόνου παρουσιάζει δύο ντοκιμαντέρ για τη ζωή και τα έργο του μεγάλου πολιτικού και διπλωμάτη, που συγκρούστηκε με τις αυταρχικές υπερδυνάμεις της εποχής και υπερασπίστηκε τα συμφέροντα των υπόδουλων Ελλήνων.
Σε μια εποχή γεμάτη από επαναστάσεις και πολιτειακές ανατροπές, ο Κερκυραίος αριστοκράτης, κατάφερε να οργανώσει με επιτυχία την άμυνα της Λευκάδας, ενάντια στον Αλή Πασά και σύντομα να ανελιχτεί στη θέση του Υπουργού εξωτερικών της Ρωσικής αυτοκρατορίας. Καθοριστικός είναι ο ρόλος του στη δημιουργία του κράτους της Ελβετίας και στη διατήρηση της ειρήνης στην Ευρώπη στις αρχές του 19ου αιώνα.
Η έρευνα ρίχνει φως στη σκληρή σύγκρουσή του, με τον διαβόητο ανθέλληνα καγκελάριο Μέττερνιχ και στη διάσωση της ελληνικής επανάστασης από τους αδίστακτους ηγέτες της Ιεράς Συμμαχίας, που δεν ήθελαν να αλλάξει το στάτους κβο της Ευρώπης.
Για πρώτη φορά παρουσιάζονται άγνωστα ντοκουμέντα για τον μοναδικό και ανεκπλήρωτο έρωτα της ζωής του με την ελληνομολδαβή Ρωξάνδρα Στούρτζα. Μια θυελλώδης σχέση που έμεινε στο παρασκήνιο και σημάδεψε την ζωή του Καποδίστρια.

Το 1803, ο Αλή Πασάς έστρεψε στις στρατιές του στη Λευκάδα. Απέναντί του, βρήκε έναν νεαρό επτανήσιο γιατρό, το Ιωάννη Καποδίστρια, που με τη βοήθεια των οπλαρχηγών του Μοριά και της Ρούμελης, κατάφεραν να τρέψουν σε φυγή τον άπληστο πασά. Οι πολιτικές ικανότητες του Καποδίστρια τράβηξαν την προσοχή των εκπροσώπων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, που τον κάλεσαν να υπηρετήσει στο διπλωματικό σώμα.
Η δράση του στους Ναπολεόντειους πολέμους ήταν πλούσια και του χάρισε την πρώτη του αποστολή: να αναδιοργανώσει το κράτος της Ελβετίας σε μια ουδέτερη δύναμη στην καρδιά της Ευρώπης. Ο πρέσβης της Ελβετίας Lorenzo Amberg δηλώνει στην εκπομπή, ότι ο Καποδίστριας έθεσε τα θεμέλια της σύγχρονης Ελβετίας, υπερνικώντας τα πολλαπλά εμπόδια, που του έθετε ο πρίγκιπας Κλέμενς φον Μέττερνιχ, ο αυστριακός καγκελάριος που είχε άλλα σχέδια.
Ο Μέττερνιχ και ο Καποδίστριας, ήταν δυο αντίθετες προσωπικότητες με αντιδιαμετρικά οράματα για το μέλλον των λαών. Ο Μέττερνιχ πίστευε στη δύναμη της ισχύος. Ο Καποδίστριας στην αυτοδιάθεση των λαών. Οι συγκρούσεις τους άφησαν εποχή.
Καθοριστικός ήταν ο ρόλος του Καποδίστρια στη διάσωση της ελληνικής επανάστασης το 1821, στο συνέδριο του Λάυμπαχ. Για άλλη μια φορά ύψωσε το ανάστημά του στον καγκελάριο, που απαιτούσε τη βίαιη κατάπνιξή του ελληνικού ξεσηκωμού με στρατιές των μεγάλων δυνάμεων. Ο Καποδίστριας εκεί πέτυχε το ακατόρθωτο: να εξαιρέσει την επανάσταση από τη μανία της Ιεράς συμμαχίας.
Ο μεγάλος και μοναδικός έρωτας της ζωής του ήταν η ελληνομολδαβή κυρία των τιμών της αυτοκράτειρας της Ρωσίας, Ρωξάνδρα Στούρτζα. Τα πολιτικά συμφέροντα της εποχής καταδίκασαν τον έρωτά τους, αλλά οι επιστολές τους μαρτυρούν μια άγνωστη και συναρπαστική πλευρά του Ιωάννη Καποδίστρια, που ξαφνιάζει.
Στην εκπομπή αποκαλύπτουν τις άγνωστες πτυχές της ζωής και του έργου του Ιωάννη Καποδίστρια οι πανεπιστημιακοί Γιώργος Κοντογιώργης, Λένα Διβάνη, Χριστίνα Κουλούρη, Αρετή Φεργάδη-Τούντα, π. Γεώργιος Μεταλληνός, Χαράλαμπος Μπαμπούνης, ο Πρόεδρος εταιρίας μελέτης έργου Ιωάννη Καποδίστρια Ανδρέας Κούκος, οι ιστορικοί Βασίλης Σπανός, Χαράλαμπος Μηνάογλου και ο Lorenzo Amberg, πρέσβης της Ελβετικής Συνομοσπονδίας στην Ελλάδα.


Ο Ιωάννης Καποδίστριας, (Μέρος Α' και Β'), ΝΕΤ, 2.2.2013

Η μηχανή του χρόνου
Ενημερωτική εκπομπή
Η "Μηχανή του χρόνου" στο δεύτερο μέρος της έρευνας, παρουσιάζει την ένδοξη και τραγική πορεία του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας και τον αγώνα του να ανασυγκροτήσει ένα κράτος από τα ερείπια της επανάστασης και τους εμφύλιους μεταξύ των ηρώων του ‘21. Ο διπλωμάτης που θριάμβευσε στην Ευρώπη, αντιμετώπισεστην πατρίδα του, την πιο δύσκολη αποστολή της ζωής του.Δε δίστασε να συγκρουστεί με τις Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης, που δεν επιθυμούσαν την πλήρη ανεξαρτησία του Ελληνικού κράτους. Η μεγαλύτερη μάχη του όμως, θα δινόταν με τους ίδιους τους συμπατριώτες του και ιδιαίτερα με το πολιτικό κατεστημένο: τους τοπικούς άρχοντες της εποχής, που έως τότε, κινούσαν τα νήματα και διεκδικούσαν μερίδιο στην εξουσία. Ο Καποδίστριας ως κυβερνήτης, πούλησε όλα τα υπάρχοντα του για να χρηματοδοτήσει το νεοσύστατο κράτος, αρνήθηκε το μισθό του και υποχρέωσε και όλους τους πολιτικούς να κάνουν το ίδιο. Παράλληλα, δημιούργησε ένα συγκεντρωτικό και προσωποπαγές σύστημα διακυβέρνησης. Ανέστειλε το σύνταγμα, κατήργησε την ελευθεροτυπία και διόρισε σε υψηλές θέσεις τα δύο αδέρφια του. Το τραγικό τέλος του κυβερνήτη βύθισε εκ νέου τη χώρα στο χάος και λίγα χρόνια μετά, οδήγησε στην έλευση του Όθωνα και της «ελέω Θεού» βασιλείας. Στην εκπομπή αποκαλύπτουν το παρασκήνιο της διακυβέρνησηςΙωάννη Καποδίστρια οι πανεπιστημιακοί: Γιώργος Κοντογιώργης, Λένα Διβάνη,Χριστίνα Κουλούρη, Αρετή Φεργάδη-Τούντα, π. Γεώργιος Μεταλληνός, Χαράλαμπος Μπαμπούνης, ο Πρόεδρος εταιρείας μελέτης έργου Ιωάννη Καποδίστρια Ανδρέας Κούκος, ο προϊστάμενος των ΓΑΚ Αργολίδας Δημήτρης Γεωργόπουλος, οι ιστορικοί: Χρήστος Πιτερός, Βασίλης Σπανός, Χαράλαμπος Μηνάογλου, ο πρόεδρος του πνευματικού ιδρύματος «Ιωάννης Καποδίστριας» Κωνσταντίνος Χελιώτης, ο ταξίαρχος πολεμικής αεροπορίας ε.α. Δημήτρης Κοκκινάκης και ο απόγονος της οικογένειας Μαυρομιχάλη, Γιώργης Μαυρομιχάλης.








"Θλιβερές διαπιστώσεις"

"Ταξιδι Στα Κυθηρα" - Βαττώ Αντουάν

Το ότι συνηθίσαμε να ζούμε σκλαβωμένοι σε έναν άχρονο, αιώνιο παγκόσμιο πόλεμο, είναι και η πιο θλιβερή διαπίστωση από όλες. Η πιο τρομακτική διαπίστωση, το ότι συνηθίσαμε να πεινάμε και να διψάμε από πραγματική ζωή!... Εθιστήκαμε στη διαχρονία της υποταγής και αδράνησαν οι αντιστάσεις μας. Οι αντιστάσεις αδρανούν όταν, όλη η αφοσίωση του ανθρώπου, επικεντρώνεται στη καθημερινή μάχη για επιβίωση. Στη βιοπάλη. Όπως αδρανεί η μήτρα όταν δεν συλλαμβάνει ζωντανή ψυχή.

Είναι πολλά τα χρόνια της εκπαίδευσης του ανθρώπινου γένους σε όλον αυτόν τον εθισμό του. Τον ξεπεσμό του επίσης. Οι εχθρικοί μηχανισμοί εκατοντάδες και ποικιλόμορφοι. Όλων των "χρωμάτων". Είναι αυτό που ο Μάνος παλαιότερα, σοφά ονόμασε, "το πρόσωπο του τέρατος". Ο εχθρός που δεν γίνεται, αλλά γεννιέται. Ο εχθρός που μας παρακολουθεί άπ’ το σχολείο, σαν ήμασταν παιδιά, κι επιζητεί τον εξαφανισμό μας.

Η συνύπαρξη της υποταγής και του εθισμού μας στις κακουχίες, προκάλεσε όλη αυτή την αφομοίωση του ανθρώπου. Την "εξαφάνισή" του. Αναπόφευκτη απόρροια, το να ξεχνά ο ίδιο το πώς πρέπει να συμπεριφέρεται ως άνθρωπος. Το πώς πρέπει να μιλά και να πράττει. Συνηθίσαμε να ανεχόμαστε τις κακουχίες, τα ξεπουλήματα των κεκτημένων μας, της γης και της πατρίδας. Της ζωής μας. Μάθαμε μέσα από δωροδοκίες. Εθιστήκαμε στο να ανεχόμαστε κοτζαμπάσηδες και βεληγκέκες, μονάρχες και τρομοκράτες εξουσιαστές, που μας ροκανίζουν τις ψυχές μας αργά αργά σαν τρωκτικά. Συνηθίσαμε να μας ελέγχουν και να μας κυβερνούν τρωκτικά. Και η συνήθεια αυτή, πολλαπλασιάζει τα υποταγμένα φοβισμένα θύματα -εμάς- με μια προοδευτική εξάπλωση ως ένα είδος καρκινώματος των κοινωνιών. Τα τρωκτικά έπεισαν τις κοινωνίες, πως, αυτό που βιώνουν, είναι η "εξέλιξη" και το μοναδικό τους "μέλλον" που δικαιούνται να έχουν.

Ξέχασε ο άνθρωπος πώς είναι να γελά και να χαίρεται τον ήλιο το πρωί και την αστροφεγγιά τις νύχτες. Ξέχασε πόσο όμορφος ήταν ο κόσμος του πριν τον ασχημίσουν τα τρωκτικά. Σταμάτησε να σκέπτεται και να πράττει ενάρετα και συλλογικά. Να τρώει και να πίνει από καθαρό περιβάλλον. Λησμόνησε πώς είναι να αναπνέει καθαρό αέρα, οξυγόνο. Η ομορφιά, η αλήθεια και το ήθος, έπαψαν να είναι βασικέ αξίες αυτού του κόσμου καιρό τώρα... Γιατί όσο υπήρχαν αυτές οι αξίες, υπήρχαν και οι αντιστάσεις στην παραμικρή εμφάνιση τρωκτικών και παρασίτων. Υπήρχε συλλογικότητα.

Το βασικό λοιπόν ερώτημα είναι, το πώς θα αντισταθούμε στα τρωκτικά και το πώς θα ενεργοποιήσουμε ξανά τους αισθητήρες, τους μηχανισμούς της αντίδρασής μας.

Η απάντηση φυσικά, δε βρίσκεται στο πόστερ του Φρανκεστάϊν όπου έγινε της μόδας να στολίζει το δωμάτιο ενός όμορφου παιδιού -όπως πολύ χαρακτηριστικά μας το εξιστορεί ο Μάνος-. Ίσως όμως να βρίσκεται σε έναν πίνακα ζωγραφικής, τέχνης και ομορφιάς, όπως είναι για παράδειγμα "το ταξίδι στα Κύθηρα" του Watteau... Και πάντως, σίγουρα οι απαντήσεις και οι λύσεις στο μεγάλο πρόβλημα της ανθρωπότητας, δε βρίσκονται στην ασχήμια του "τέρατος", αλλά στην ομορφιά ενός δίκαιου, ελεύθερου και δημοκρατικού κόσμου, πλασμένο από τα δικά μας χέρια!




Άρθρο, 20/3/2018, από Ελένη Ξένου.



Παρασκευή 2 Μαρτίου 2018


Γιώργος Κοντογιώργης :

Η φύση του ελληνικού κράτους

(Η απομαγνητοφώνηση όλης της εκπομπής, από την Ελένη Ξένου)





"Είπατε, «αφού ήρθε από την άλλη άκρη του Ατλαντικού, να του εξασφαλίσουμε διαμονή». ... Με συγχωρείτε, όταν ένας υπάλληλος μετακινείται από μια πόλη σε μια άλλη πόλη, το κράτος του νοικιάζει διαμέρισμα; Από το εισόδημά του δεν θα πληρώσει για να νοικιάσει διαμέρισμα να εξασφαλίσει τη διαμονή του; Γιατί αυτή η διαφοροποίηση;
...
Έχουμε κράτος;
Εγώ θα σας απαντήσω, ότι, έχουμε κράτος. Και έχουμε ένα πάρα πολύ αυστηρά δομημένο, με πολύ μεγάλη ισχύ, ακατανίκητο κράτος με αντοχές, το οποίο όμως -αυτό πρέπει να μας απασχολήσει- ο προορισμός του δεν είναι αυτό που είθισται να θεωρούμαι κράτος. Είναι μια δεσποτική κομματοκρατία. Δηλαδή, ένα μαγαζί -να το πούμε απλά- το οποίο υπηρετεί αυτούς που το κατέχουν, το νέμονται, και τους πέριξ αυτών, δηλαδή συγκατανευσιφάγους, δηλαδή όλα τα παράσιτα τα οποία συναγελάζονται και το χρησιμοποιούν ως πρυτανείο σίτισης.
...
Αν υπολογίσετε ότι το κόστος ενός βουλευτή, υπερβαίνει το κόστος για την ελληνική κοινωνία, υπερβαίνει κατά πολύ τη δαπάνη την οποία συνεπάγεται η παρουσία και όποια δραστηριότητα του μεγαλύτερου επιχειρηματία του κόσμου, του Μπίλ Γκέιτσ παραδείγματος χάρη, δε νομίζω ότι ο Μπίλ Γκέιτσ καταναλώνει 600 χιλιάδες το χρόνο για τις προσωπικές του ανάγκες, που μας κοστίζει συνολικά η βουλευτική ιδιότητα. Και εκείνος παράγει έργο. Αυτοί δεν παράγουν τίποτε.
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν, ότι, όταν με τόση ευκολία μπορεί κάποιος, που λέγεται πρωθυπουργός ή υπουργός, να ψηφίζει έναν νόμο και να διασφαλίζει οποιαδήποτε πλεονεκτήματα θέλει, μη φορολογικές και οτιδήποτε άλλο, το οποίο απαγορεύεται -προσέξτε! ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ στην κοινωνία-. Όπως ξέρετε, έχουν λάβει πρόνοια ώστε το σύνταγμα να μην επιτρέπει να υποβάλλεται στην κρίση της κοινωνίας δημοσιονομικό ζήτημα. Αυτοί λοιπόν, τα έχουν όλα.
Αν θέλετε να κρίνετε ποιο είναι το είδος, η φύση του κράτους, δεν έχετε παρά να δείτε τι συσσωρεύουν οι κύριοι αυτοί, και πώς αντιμετωπίζουν τον εαυτό τους -ως Λουδοβίκους που είναι υπεράνω του νόμου, που δεν υπόκειται στο κράτος δικαίου-.
...
Αναφερθήκατε στην νομιμότητα. Δεν είναι νόμιμο ό,τι ψηφίζει η Βουλή. Μπορεί να΄ναι και ανήθικο ή μη ανήθικο, αλλά δεν είναι νόμιμο. Παραδείγματος χάρη, το να ψηφίσει ένα νόμο, αντίκειται στο σύνταγμα, στην αρχή της ισότητας, -αυτό αντίκειται στην αρχή της ισότητας, να εξασφαλίζεις σε ορισμένους επιδότηση ενοικίου και στου άλλους όχι- αλλά, επιπλέον, οι νόμοι που ψηφίζονται από τη Βουλή με την κομματική πειθαρχία πάλι δεν είναι νόμιμοι νόμοι. Και δε θα μιλήσω με τη δημοκρατική αρχή που δεν υπάρχει βεβαίως, αλλά με την αρχή του συντάγματος. Με την αρχή ενός συντάγματος, που είναι όπως όλα τα άλλα συντάγματα, απλός είναι στην εκφυλισμένη και ακραία του μορφή διατυπωμένο, είναι όμως, μια αιρετή μοναρχία. Αλλά ούτε με αυτό το σύνταγμα οι νόμοι που ψηφίζονται στη Βουλή είναι εξ ορισμού, επειδή ψηφίζονται από τη Βουλή νόμιμοι, συνταγματικά νόμιμοι. Να το συγκρατήσουμε αυτό. Δεν είναι ό,τι ψηφίζεται από τη Βουλή νόμιμο.
...
Θυμηθείτε πριν από λίγες μέρες, ή εβδομάδες, αποφασίστηκε ότι οι παραβάσεις του νόμου από τα κόμματα και τους βουλευτές, κατ΄οικονομία δεν θα διωχθούν διότι ήταν "φρέσκος" λέει και "πολύπλοκος" ο νόμος. Αν γι΄αυτούς οι οποίοι είναι αρμόδιοι, άρα γνώστες του τι είναι νόμος και ψηφίζουν νόμους, ήταν τόσο πολύπλοκο και δεν εφαρμόστηκε, για τον κοινό λαό ο οποίος είναι αγράμματος, μη πληροφορημένος, μη νομικός, πώς γίνεται να εφαρμόζεται χωρίς εξαίρεση κάτι που ψηφίστηκε εχθές; Δύο χρόνια δεν μπόρεσαν να αφομοιώσουν το περιεχόμενο του νόμου... Προσέξτε! Δηλαδή, μας δηλώνουν με ρητό τρόπο ότι, συμπεριφέρονται ως κοινοί απατεώνες! Κι όμως είναι -υποτίθεται εκλεγμένοι- εκπρόσωποι του ελληνικού λαού. Και έπρεπε να πολιτεύονται για το δημόσιο συμφέρον!
Υποθέτω θα με ρωτούσατε, και ξεκίνησα για το αν υπάρχει κράτος. Και σας είπα ότι, υπάρχει όντως, ένα πάρα πολύ καλά δομημένο κράτος, το οποίο όμως είναι ένα κράτος το οποίο αποτελεί ξένο σώμα προς την κοινωνία και τη χώρα. Και όταν λέμε κράτος, πρέπει να κατανοήσουμε τι εννοούμε. Γιατί, πίσω από όλες αυτές τις "όμορφες" διακηρύξεις περί διαφωτισμού και περί δημοκρατίας, κρύβεται ακριβώς, πρώτα πρώτα, μια δεσποτική λογική του κράτους. Και όταν μιλάμε για δεσποτεία, σημαίνει ότι μιλάμε για ένα κράτος το οποίο λειτουργεί ως κατακτητής. Ως κάτοχος. Δηλαδή, που βλέπει υπηκόους κι όχι πολίτες. Τι είναι το κράτος; Το κράτος είναι πολλά πράγματα. Σήμερα: είναι το πολιτικό σύστημα, είναι η δημόσια διοίκηση, είναι η δικαιοσύνη, είναι ο στρατός, είναι η αστυνομία. Αυτά που λένε περί διάκριση των εξουσιών, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προσπάθεια να γίνει μια εσωτερική διαρρύθμιση στο κράτος που κατέχει όλα αυτά, προκειμένου να μη τα συγκεντρώνει ο ίδιος στα χέρια του. Ε, λοιπόν, αυτό το κράτος τα συγκεντρώνει όλα στα χέρια του ενός. Διότι, έχει την κυβερνητική εξουσία, πρέπει να έχει τη νομοθετική ή το έλεγχον, αφού έχει τη νομοθετική ψηφίζει ότι του αρέσει -άρα κατέχει και τη νομοθετική εξουσία- και συγχρόνως με το σύστημα που υπάρχει ελέγχει και τη δικαιοσύνη. Όχι στο ειρηνοδικείο ενός χωριού που θα λύσει τοπικές διαφορές -και εκεί υπό τον όρον ότι δεν θα παρέμβει ο βουλευτής ή ο δήμαρχος- αλλά, στα μείζονα ζητήματα. Βλέπουμε πώς ένα σκάνδαλο που θα έπρεπε να εξεταστεί σε βάθος -όπως και όλα τα άλλα- από την δικαιοσύνη, γίνεται αντικείμενο αντιδικίας στη Βουλή κατ΄υφαρπαγήν της ιδιότητας της δικαιοσύνης από τη Βουλή που, αυτό θα έπρεπε να είναι το μείζον σκάνδαλο και εξακολουθούν νομικά να το κατέχουν, ενώ έχουν λύση αν θέλουν να μη το διαπράξουν.
Όταν μιλάμε λοιπόν για ένα κράτος που κατέχει και μας διδάσκουν ότι όλα αυτά τα κατείχε το κράτος άλλοτε -δηλαδή αυτό το νομικό πλάσμα, η νομική κατασκευή- και τα κατέχει και τώρα αυτοδικαίως, μας κρύβουν κάτι. Ότι το πολιτικό σύστημα υπάρχει στο κράτος γιατί ζούμε σε μια εποχή που οι κοινωνίες δεν διεκδικούν μερίδιο του πολιτικού συστήματος, για να γίνει «αντιπροσωπευτικό» και μάλιστα «δημοκρατικό». Γι΄αυτό και η μεγάλη απάτη την οποία υπηρετεί κυρίως η διανόηση και την πουλάνε στη συνέχεια και την οικειοποιούνται οι πολιτικοί, ότι το σύστημά μας τα έχει όλα: είναι και «αντιπροσωπευτικό», είναι και «δημοκρατικό». Αυτό είναι καίριας σημασίας! Δεν είναι ρητορικό. Δεν είναι θεωρητικό. Έχει καίρια σημασία! Διότι, το ποιος κατέχει το κράτος, άρα το πολιτικό σύστημα και όλα τα άλλα, αποφασίζει τελικά ποιος το καρπώνεται. Για ποιον δουλεύει. Υπάρχουν τρία ερωτήματα ξέρετε, που θα΄πρεπε να τίθενται από τους πολιτικούς επιστήμονες, τα οποία δεν τίθενται όμως. Τα οποία είναι: ποιος κατέχει την εξουσία, πώς την κατέχει και γιατί. Με ποιον σκοπό; Λοιπόν, στα τρία αυτά ερωτήματα, η απάντηση είναι μια: Το πολιτικό σύστημα, το κράτος, τη πολιτική εξουσία την κατέχει ο πολιτικός, το πώς την κατέχει το γνωρίζουμε -έχει ταυτίσει τα πάντα με το κράτος, άρα με την δική του εξουσία- και συγχρόνως αυτό που υπηρετεί -εδώ είναι το ερώτημα- στην Ευρώπη είναι ένα γενικό συμφέρον -προσέξτε η διαφορά μεταξύ «γενικού» και «κοινού» συμφέροντος- ένα γενικό συμφέρον που δεν ταυτίζεται με την κοινωνία, αλλά που έχει αυτή τη γενική αναφορά στις πολιτικές της συλλογικότητας, που είναι οι πολιτικές της αστικής τάξης αν θέλετε των αρχόντων στρωμάτων, ενώ στην Ελλάδα, ούτε το κοινό συμφέρον υπηρετεί ούτε το γενικό συμφέρον.Είναι η εκφυλισμένη εκδοχή της μοναρχίας.
Το Ευρωπαϊκό μοντέλο, τουλάχιστον εξυπηρετεί το γενικό συμφέρον. Ένα συμφέρον ταξικό το οποίο όμως διαχέεται και αποτελεί κοινό τόπο. Με άλλα λόγια φροντίζει να έχει και τη συναίνεση της κοινωνίας. Της δίνει κάποια πράγματα. Γι΄αυτό και έχουμε κοινωνικό κράτος εκεί. Γι΄αυτό και έχουμε υπηρεσίες που δουλεύουν. Στην Ελλάδα λοιπόν, το κόμμα που εκεί είναι διαμεσολαβητής, έχει ιππεύσει στο πολιτικό σύστημα και έχει γίνει αυτό πολιτικό σύστημα. Γι΄αυτό και ακούμε τους προηγούμενους αλλά και αυτούς εδώ που είναι αυθεντικά παιδιά αυτής της κατηγορίας και μάλιστα στη φασίζουσα λογική τους, να δηλώνουν πολιτικό σύστημα και να εννοούν το κομματικό σύστημα. Επειδή αυτοί κατέχουν το κράτος λοιπόν, είναι το πολιτικό σύστημα. Δεν μπορούν να διαφοροποιήσουν την έννοια έστω του θεράποντος μιας κατάστασης από τον κάτοχο και ιδιοκτήτη της κατάστασης αυτής. Γι΄αυτό και βλέπουμε πράγματα τα οποία δεν επιτρέπουν να αναπτυχθούν πολιτικές γενικού συμφέροντος.
Μερικά παραδείγματα:
Ο υπουργός, έχει μια στρατιά συμβούλων. Προσέξτε! Ενώ δεν αγγίζει τη δημόσια διοίκηση -δεν υπάρχει η έννοια της κύρωσης- δηλαδή ο πολίτης μπορεί να δεινοπαθήσει, μπορεί να κάνει τα πάντα, να εμπλακεί σε διαπλοκές και διαφθορές για ελάχιστα πράγματα, αλλά, αν θέλει να αντισταθεί δεν έχει τη δυνατότητα, δεν υπάρχει η έννοια της κύρωσης. Ο υπάλληλος δεν είναι εντεταλμένος να υπηρετεί κυρίως -και δεν κρίνεται για την εξυπηρέτηση του πολίτη- αλλά για την προσήνειά του στον πολιτικό. Αυτό λοιπόν, ενώ το αντιμετωπίζουν έτσι, απ΄την άλλη μεριά δεν το εμπιστεύονται. Γιατί χρησιμοποιούν το κράτος, δηλαδή τους δημοσίους υπαλλήλους, ως κομματικούς πελάτες. Γι΄αυτό δεν τους αγγίζουν και τους χρησιμοποιούν και βεβαίως όπου χρειάζονται. Απ΄την άλλη μεριά όμως, για να κάνουν την κομματική δουλειά τους, δεν τους εμπιστεύονται και παίρνουν μια στρατιά συμβούλων. Εγώ δεν θα εξετάσω μόνο το τι μας κοστίζουν. Αλλά το γεγονός ότι οι σύμβουλοι αυτοί, δεν καλούνται εκεί για να υπηρετήσουν ένα γενικό συμφέρον -πολλώ μάλλον το κοινό συμφέρον- καλούνται για να υπηρετήσουν τον κομματικό σκοπό. Και, πέραν αυτού, έχει και μια τρομακτική συνέπεια. Διαρρηγνύουν τη συνέχεια του κράτους. Γιατί όταν θα φύγουν απ΄το υπουργείο, θα πάρουν μαζί τους και το "know how", θα πάρουν και την εμπειρία.
Καταλαβαίνεται μόνο από ένα παράδειγμα λοιπόν. Λάβετε υπ΄όψη σας επίσης, ότι, οι πολιτικοί μας επειδή ακριβώς ξέρουν για πιο σκοπό θα έρθουν στην εξουσία ή ποιον σκοπό υπηρετούν στην πολιτική, μπορεί να περάσουν δεκαετίες που ασχολούνται με την πολιτική και να μην έχουν κυριολεκτικά επίγνωση του τι ανάγκες έχει το κράτος, πώς λειτουργεί ένα κράτος, πώς θα το κυβερνήσουν και τι σκοπό θα υπηρετήσουν. Όπως και δεν γνωρίζουν το γενικότερο πλαίσιο. Δηλαδή, θα ασχοληθούν με τα ελληνοτουρκικά, με την Ε.Ε. εάν και εφόσον υπάρξει θέμα. Έχω ζήσει καταστάσεις που, επήγαινα σε οργανισμούς της Ευρώπης -και με ακολουθούσαν επειδή ήταν και οι εθνικές συμμετοχές- πολιτικοί αξιωματούχοι του κράτους, και, σας διαβεβαιώ δεν πατούσαν στις αίθουσες. Ήταν απολύτως απροετοίμαστοι, δεν τους ενδιέφερε, δε πατούσαν στην αίθουσα συνεδριάσεων και γύριζαν στα μαγαζιά. Έτσι πάνε και έτσι επιστρέφουν απ΄την Ευρώπη. Έτσι και στην Ευρώπη διαμορφώνεται η ζωή της χώρας. Όπως και της κάθε άλλης χώρας.
Από αυτά τα δύο παραδείγματα λοιπόν, για να μη πάμε στα ζητήματα της άμυνας και λοιπά, συνάγεται τι; Ότι απ΄τη μια μεριά έχουμε ένα κράτος πολύ ισχυρά δομημένο για να χρησιμοποιείται ως λάφυρο, και απ΄την άλλη έχουμε μια ιδεολογία που κατατείνει στο να το νομιμοποιήσει αυτό το κράτος, να το ενορχηστρώσει και να το επιβάλλει, να γίνει αποδεκτό δηλαδή απ΄την κοινωνία. Αυτός είναι ο διαφωτισμός. Αυτές είναι οι χρήσεις και οι καταχρήσεις των εννοιών. Όπως «δημοκρατίας» και λοιπά. Για να νομιμοποιήσουν αυτό το κράτος. Αυτό αποδεικνύει την εχθρότητα με την οποία αντιμετωπίζουν την κοινωνία και τις κληρονομιές της κοινωνίας. Είναι ο εφιάλτης τους η σφυρηλάτηση της κοινωνικής συλλογικότητας. Γι΄αυτό και, αυτό που είπε ο τωρινός πρωθυπουργός, -ένας κοινός καταληψίας που αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο το κράτος, όποιος θέλει δει πώς λειτούργησε η παράταξη στο πανεπιστήμιο δεν έχει παρά να επισκεφτεί το Πάντειο, και να δει ότι, ένα πολυτελές ξενοδοχείο που αγοράστηκε από τη δική μου πρυτανεία για να γίνει φοιτητική εστία, έχει αυτή τη στιγμή μόνο το σκελετό. Ούτε καν πόρτες και παράθυρα- λοιπόν, αυτό θα τον ακολουθεί. Διότι το να μιλάει για ετερόκλητο όχλο, τον κοινωνικό κόσμο ο οποίος αυτονομηθεί και έδρασε για να διαμαρτυρηθεί -ανεξαρτήτως το εάν έδρασε ή όχι σωστά, δεν το κρίνουμε, αλλά είχε κάθε δικαίωμα να δράσει έξω απ΄το κομματικό μαντρί- επειδή λοιπόν έδρασε έξω απ΄το κοινωνικό μαντρί, χαρακτηρίστηκε "ετερόκλητος όχλος". Όχι συντεταγμένος στις κομματικές εντολές. Αυτό και μόνο, χαρακτηρίζει, είναι η πεμπτουσία, ο ορισμός του φασισμού. Ο φασισμός μόνο αντιμετωπίζει την κοινωνία ως όχλο.
...
Νομίζεται ότι απασχολεί τον πρωθυπουργό, την κυβέρνησή του και οποιονδήποτε η υπόθεση των ελληνοτουρκικών; Όταν θα συμβεί το μοιραίο, θα κλιθεί αυτός ο "ετερόκλητος όχλος" να υπερασπιστεί τη χώρα. Αυτοί θα είναι στα μετόπισθεν κι εκείνη τη στιγμή θα σκέπτονται τι θα πρέπει να κάνουν για να μη πάνε φυλακή. Δεν οργανώνουν τη χώρα με την προοπτική της ανάπτυξης, με τον σκοπό του δημοσίου συμφέροντος. Ξέρετε, οι μεγάλοι ηγέτες, αναδείχθηκαν όταν εστίασαν τον σκοπό τους στην πολιτική με το συλλογικό συμφέρον. Να τραβήξουν τη χώρα και την κοινωνία και να την πάνε πιο μπροστά. Είναι εφιαλτικό να σκέπτεται κανείς ότι απέναντι σε έναν μεγάλο ηγέτη μιας μεγάλης πια χώρας -εκεί την οδήγησε- που λέγεται Ερντογκάν, έχουμε συνομιλητή αυτής της χώρας, έναν άνθρωπο του επιπέδου της γνώσης και της σκέψης του σημερινού πρωθυπουργού. Δε χρειάζεται πραγματικά να πούμε τίποτε άλλο, γιατί ο ίδιος έδειξε ότι δεν έχει κανένα λόγο να διαφοροποιηθεί από το παρελθόν του και να το αποτάξει. ... Εδώ έχουμε μια ιδιόμορφη κατάσταση ξέρετε, που θεωρεί τίτλο τιμής και υπερηφάνειας ότι υπήρξε καταληψίας στο πανεπιστήμιο. Ξέρετε για πόσα έπρεπε να έχει ενοχοποιηθεί αυτή τη στιγμή, όπως και κάθε καταληψίας. Είναι η πιο απεχθής, η φασιστική πλευρά της ελληνικής πολιτικής ζωής.
Δυστυχώς η χώρα, το έχω πει από την αρχή της κρίσης, όταν θα πουν ότι βγήκε από την κρίση -δηλαδή όταν θα έχει σταθεροποιηθεί στο βυθό- δεν θα είναι παρά το ομοίωμα της προηγούμενης χώρας. Και, φοβάμαι ότι εκτός από αυτό, θα έχουμε και άλλες συνέπειες οι οποίες θα αφορούν στα εθνικά μας θέματα. Εάν δεν αλλάξουν άρδην, εάν δεν ανασυγκροτηθεί άρδην το πολιτικό σύστημα και το κράτος, να εξαναγκαστεί -έχει σημασία που το λέω, γιατί με δική τους πρωτοβουλία δεν πρόκειται να γίνει- εάν δεν εξαναγκαστεί να εναρμονιστεί με το γενικό συμφέρον όποια και να΄ναι η ηγεσία, θα αναπαράγει τον εαυτό της. Δηλαδή θα αντιμετωπίζει τη χώρα και την κοινωνία, την εθνική συλλογικότητα άρα το συμφέρον της, ως τον μέγιστο αντίπαλο που θα επιδιώκει αφενός να τον αποδομήσει με πελατειακές σχέσεις εσωτερικά, με αποδόμηση δηλαδή της συλλογικότητας και απ΄την άλλη μεριά, θα συμπεριφέρεται με τον τρόπο, για να ερμηνεύει τα εξωτερικά γεγονότα και τις ήττες μας -γιατί μόνο ήττες συσσωρεύει αυτό το κράτος- με τον τρόπο που ακούσαμε πρόσφατα για τα Ίμια και πολλά άλλα."


Γιώργος Κοντογιώργης στον Γιώργο Σαχίνη, στον 984radio.
Απομαγνητοφώνηση, Ελένη Ξένου.






Γ.Κοντογιώργης: Η φύση του ελληνικού κράτους.
Αναντιστοιχία Πολιτικών και Κοινωνίας
Στην Ελλάδα
κράτος υπάρχει, μόνο για την εξυπηρέτηση του μικροκομματικού οφέλους του
εκάστοτε κατόχου της κυβερνητικής εξουσίας , είπε στο Ράδιο 98.4 ο καθηγητής στο
Πάντειο Γιώργος Κοντογιώργης (27/2/2018)

Είναι λάθος
πως δεν υπάρχει κράτος στην Ελλάδα. Υπάρχει αλλά όχι για το γενικό συμφέρον ή
το κοινό συμφέρον, αλλά προς εξυπηρέτηση του πολιτικού συστήματος, που πλήρως
αυτονομημένο από την κοινωνία, πορεύεται μόνο με την εξυπηρέτηση των
μικροκομματικών του κερδών για τον εκάστοτε κάτοχο της κυβερνητικής εξουσίας.
Ο πανεπιστημιακός Γιώργος Κοντογιώργης, σημείωσε ότι αν δεν υπάρξει
κοινωνική απαίτηση για αντιστοίχιση έστω με το γενικό συμφέρον, στη λειτουργία
του κράτους, τότε η χώρα κινδυνεύει με απόλυτη καταβύθιση αλλά και εθνικό
ακρωτηριασμό, με όλα όσα συμβαίνουν στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο.

http://contogeorgis.blogspot.gr/2018/02/blog-post_52.html