Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

Γ.Κ. - Παρουσίαση του τόμου «Aristotle - Contemporary Perspectives on his Thought»










Το ζήτημα που θέτει ο τίτλος του βιβλίου για το οποίο κληθήκαμε να μιλήσουμε εδώ, έγκειται στην πρωτοτυπία ή στην επικαιρότητα του Αριστοτέλη, δηλαδή τι είναι αυτό που τον κάνει μια προσωπικότητα η οποία συνεχίζει ακόμα να προκαλεί το ενδιαφέρον στην εποχή μας. Πιστεύω ότι και μόνο το γεγονός ότι δεν θεωρείται αλλά είναι θεμελιωτής των περισσοτέρων επιστημονικών πειθαρχείων που γνωρίζουμε σήμερα, θα μπορούσε να τον τοποθετήσει στην τάξη των μεγάλων στοχαστών της διαχρονίας. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ωστόσο, το ζήτημα δεν είναι αυτό. Πρέπει να ξεχωρίσουμε νομίζω αυτό που, αποτελεί «θετικές επιστήμες» κυρίως, όπου εκεί έβαλε θεμέλια σημαντικά αλλά δεν είχε τις προϋποθέσεις μέσα απ΄ τη παρατήρηση να οδηγηθεί στα πεπραγμένα της εποχής μας που, υπάρχει όλη αυτή η δυνατότητα να υποβάλλουμε σε γνώση και πείραμα μέσω της τεχνολογίας και πολλών άλλων δεδομένων τα φυσικά ή άλλα φαινόμενα, εκείνο που όμως θεωρώ ότι συνιστά την πρωτοτυπία του Αριστοτέλη και την διαρκή επικαιρότητα, είναι ό,τι έχει να κάνει με τις (σε πληθυντικό) κοινωνικές επιστήμες. Λέω κοινωνικές επιστήμες και όχι φιλοσοφία, διότι, θα μας πάει αλλού. Θέλω να μείνω στα γήινα. Για να δείξω μερικά στοιχεία που στη πραγματικότητα μας επιτρέπουν να μιλήσουμε για έναν Αριστοτέλη, ο οποίος υπερβαίνει τις διανοητικές και γνωστικές δυνατότητες της εποχής μας και, ανήκει στο μέλλον! Γι΄ αυτό και θεωρώ –αν θέλετε και, το έχω πει πολλές φορές- ότι το συνέδριο αυτό, για τα δύο χιλιάδες τετρακόσια χρόνια του Αριστοτέλη και οι εκδόσεις αυτή στα αγγλικά και η άλλη που θα ακολουθήσει, αποτελούν έργο ζωής όχι μόνο για τον συντελεστή της -τη Δήμητρα Σφενδόνη-, αλλά ως παρέμβαση στα επιστημονικά δρώμενα της εποχής μας. Ξανά βάζει τον Αριστοτέλη στο πεδίο της επιστημονικής συζήτησης, όπως οφείλει να είναι. Όπως οφείλει να έχει θέση σ΄αυτήν. 

Τι σημαίνει λοιπόν, η επικαιρότητα του Αριστοτέλη στις κοινωνικές επιστήμες. Να το θέσω διαφορετικά το ζήτημα. Γιατί ο Αριστοτέλης -με βάση όσα θα πω πολύ σύντομα- έχει αυτή την επικαιρότητα στις μέρες μας; Εάν ακολουθήσουμε τους σύγχρονους/νεότερους στοχαστές, που ασχολήθηκαν και με τον Αριστοτέλη, -ειπώθηκε από τον κύριο Κουλουμπαρίτση- είναι εκείνοι που βάζουν πολλά θαυμαστικά, (ότι τα είπε όλα), είναι οι άλλοι που θεωρούν ότι η νεοτερικότητα δεν έχει να κάνει κανένα διάλογο με τον Αριστοτέλη και την αρχαία φιλοσοφία διότι είναι ξεπερασμένη, (αναφέρεται σε άλλα θέματα) υπάρχουν και οι άλλοι οι οποίοι διακρίνουν –έχει σημασία αυτό- μεταξύ της πραγματικότητας των πόλεων και της φιλοσοφίας λέγοντας ότι, οι φιλόσοφοι και ιδιαίτερα ο Αριστοτέλης, έχει αγγίξει πράγματα τα οποία υπερέβαιναν την εποχή τους και γι΄ αυτό είναι και σύγχρονα με τη σημερινή έννοια του χρόνου. Ενώ, με διαφορετικούς όρους θα μπορούσε να πει κανείς ότι με την πραγματικότητα της πόλης δεν έχει να κάνει κανείς κανέναν διάλογο. Ξεχωριστή η περίπτωση στοχαστή ο οποίος έθεσε έτσι το ζήτημα και, ακολουθήθηκε από πολλούς δικούς μας, είναι ο Πιέρ Βιντάλ Νακέ. Ένας Γάλλος, ο οποίος έλεγε από μια στιγμή και μετά ό,τι του άρεσε, -ό,τι φανταζόταν- γιατί θεωρούσε ότι είχε το αναγκαίο κύρος ό,τι πει να είναι και αποδεκτό και, αναγκαστικά αποδεκτό από τους άλλους. Δεν μας εμπνέει, άρα, η πραγματικότητα ο Αριστοτέλης και οι άλλοι στοχάστηκαν σε ένα άλλο επίπεδο ημιθέων ή θεών, που δεν έχουν αυτά που είπαν να κάνουν με την πραγματικότητα. Ε λοιπόν, τόσο ο Πλάτωνας όσο, ιδίως ο Αριστοτέλης, μόνο με την πραγματικότητα της εποχής τους και το παρελθόν αυτής της πραγματικότητας στοχάζονταν. Επομένως, εάν θέλει κανείς να κάνει διάλογο με τον Αριστοτέλη και να τον κατανοήσει, πρέπει πρώτα να προσαρμόσει τη σκέψη του σ΄ αυτό που είναι η πραγματικότητα την οποία αναλύει ο Αριστοτέλης. Κι όχι την παραποίηση την οποία έκαναν στη συνέχεια με αρχή τον Διαφωτισμό και κυρίως τον 20ο αιώνα, οι νεοτερικοί και ιδίως οι Δυτικοί φιλόσοφοι. 

Ποια είναι λοιπόν η πρωτοτυπία του Αριστοτέλη; Το γεγονός ότι είχε την διεισδυτική αναλυτική και συστηματική προσέγγιση μπροστά του, ενός ολόκληρου βίου, -του ελληνικού κόσμου των πόλεων- από τις αρχές της συγκρότησης αυτού του κόσμου, μέχρι την εποχή του. Που, παρελαύνουν εκεί όλα τα κοινωνικά συστήματα, όλα τα πολιτικά συστήματα, όλα τα οικονομικά συστήματα και επομένως έχει υλικό -παρατηρώντας τα συστηματικά και μελετώντας τα- να τα αναδείξει. Αυτό έκανε ο Αριστοτέλης. Όταν ανέκυψε το ζήτημα της νομισματικής οικονομίας και μέσω αυτού της νέας εξάρτησης της νομισματικής, (δηλαδή του δανεισμού), μας αναδεικνύει απ΄ τη μια μεριά τους κοινωνικούς τυράννους που κάνουν τις κοινωνικές επαναστάσεις στο όνομα της ισομοιρίας και απ΄ την άλλη τον Σόλωνα, ο οποίος πράττει τον συμβιβασμό της Σεισάχθειας. Μας λέει όμως, ότι η πιο μεγάλη τομή του Σόλωνα δεν ήταν η Σεισάχθεια, αλλά, η μεταβολή του πολιτικού συστήματος από μοναρχικό, εκλόγιμη μοναρχία, ο ίδιος εξελέγη με καθολική ψηφοφορία, για ορισμένο χρόνο και διαλέγονταν με τους μεν και με τους δε αλλά αυτός αποφάσιζε. Ένας πρωθυπουργός δηλαδή σημερινός. Εκλόγιμη/αιρετή μοναρχία. Το λένε όλοι. Έτσι ορίζεται. Διότι κατέχει το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Όταν ο Σόλωνας λοιπόν θέλει να αποτρέψει αυτή τη νέα πραγματικότητα, ο Αριστοτέλης το βλέπει με το διεισδυτικό του μάτι. Καθιέρωσε λέει, το «αντιπροσωπευτικό σύστημα». Δημιούργησε το Δήμο, τον έβαλε δηλαδή, (τη κοινωνία των πολιτών) στην πολιτική διαδικασία να συμμετέχει στις πολιτικές αποφάσεις ώστε, να μην μπορούν να εξαρτώνται αυτοί που κυβερνούν αποκλειστικά από τις δυνάμεις της αγοράς –όπως θα λέγαμε σήμερα-. Θα μας εξηγήσει στη συνέχεια τι; συνέβαλε (τα αίτια), για να πάμε από την ανατροπή αυτού του καθεστώτος σε διάφορες ενδιάμεσες καταστάσεις και στο τέλος της δημοκρατίας. Ψάχνει τα αίτια και μας δίνει το διάγραμμα. Δηλαδή, ουσιαστικά εγκαθιδρύει μια εννοιολογία των φαινομένων και μια βιολογία της εξέλιξής τους. Δε μας λέει ότι πρώτα γεννήθηκε η δημοκρατία και μετά πήγαμε στη μοναρχία. Μας λέει ότι, “κατά μικρόν”, τι ζήτησαν λέει οι άνθρωποι την εποχή του Σόλωνα; ατομική ελευθερία. Όχι το παντεσπάνι της πολιτικής αυτοκυβέρνησης, πολιτικής ελευθερίας. Αυτό λοιπόν, είναι το στοιχείο που συγκροτεί τη πρωτοτυπία του Αριστοτέλη. Μπόρεσε να αναγνώσει με εξονυχιστικό και συστηματικό τρόπο τη βιολογία και την εννοιολογία του ελληνικού κόσμου. 

Θα έμπαινα σε πάρα πολλές άλλες λεπτομέρειες, αλλά για τη συντομία του χρόνου θα πω ότι, αυτή η πρωτοτυπία του Αριστοτέλη, έχει και τα όριά της. Έχει σημασία να τα επισημάνουμε. Ο Αριστοτέλης, έπραξε αυτό που είχε να πράξει σε σχέση με την συγκρότηση μιας εννοιολογίας και βιολογίας του ελληνικού κόσμου των πόλεων, αλλά, δε μπορούσε να τα δει και όλα. Ή προσαρμόστηκε σε πολλά στοιχεία της εποχής του. Εκφράζεται και στο βιβλίο από συνάδελφο που γράφει με τον ίδιο τίτλο περίπου σ΄εμένα, ότι, η απορία πώς ο Αριστοτέλης είναι μεγάλος θιασώτης των πόλεων και θεωρεί ότι δε μπορεί να υπάρξει ελευθερία στον ελληνικό κόσμο χωρίς τις πόλεις, (επικαλείται τον «στέντορα», πώς θα ακουστεί δηλαδή, η φυσική επικοινωνία, ένας απευθυνόμενος στο δήμο) κι απ΄ την άλλη διδάσκει στον Αλέξανδρο την «αυτοκρατορία». Εμ, δε διδάσκει στον Αλέξανδρο την «αυτοκρατορία» αλλά την «κοσμόπολη». Τη διατήρηση των πόλεων μέσα στη κοσμόπολη. Αυτό, έχει κολοσσιαία σημασία αν θέλετε για αυτό το οποίο συνέχισε ο ελληνικός κόσμος ως ιστορική διαδρομή. Ένα άλλο ζήτημα, έχει να κάνει με την έννοια της «δουλείας». Θα έχετε ακούσει οι περισσότεροι το επιχείρημα σχετικά με την αναγκαιότητα της «δουλείας» στην εποχή του, (γιατί είναι προϋπόθεση του σχολάζειν και το σχολάζειν -η σχόλη- είναι προϋπόθεση του καλώς άρχειν, άρα της δημοκρατίας), που λέει ότι θα καταστεί άνευ σημασίας και θα εκπέσει η δουλεία, εάν βρεθούν οι αυτόματες μηχανές όπως τις έχουν οι θεοί. Επιβεβαιώνεται στην εποχή μας -για άλλο λόγο- (η έκπτωση της εργασίας, της μισθωτής εργασίας ουσιαστικά) αλλά, διαψεύδεται από την ίδια την ιστορία του ελληνικού κόσμου. Διότι από τους ελληνιστικούς ήδη χρόνους και ιδίως από το τέλος της Ρώμης και τις αρχές του Βυζαντίου, εκπίπτει η δουλεία διότι γίνεται άχρηστη. Δεν χρειάζεται πια. Είναι αντιοικονομική. Όπως ήρθε στον ελληνικό κόσμο επειδή η εργασία του πολίτη ήταν αντιοικονομική, έτσι φεύγει τώρα επειδή η εργασία του δούλου είναι αντιοικονομική. Είχε καθιερωθεί/εφαρμοστεί η δημοκρατική αρχή στο οικονομικό σύστημα, που στην εποχή που θαυμάζουμε όλοι της δημοκρατίας της Αθήνας, η δημοκρατική αρχή δεν ίσχυε για την οικονομία. Εκεί, ήταν η δουλεία που λειτουργούσε την οικονομία και μέσω της δουλείας υπήρχε το πλεόνασμα το οικονομικό το οποίο επέτρεπε στον πολίτη να είναι μη εξαρτημένος κι άρα ελεύθερος πολιτικά για να διοικεί τη πόλη. Αυτό λοιπόν είναι που στοιχειοθετεί τα όρια. Δηλαδή, διέκρινε και αποκατέστησε στην ευκρίνειά του αυτό το οποίο έβλεπε στην εποχή του και στο παρελθόν, δεν μπόρεσε –ήταν φυσικό- να κάνει προβολή φαντασίας σε μη υπαρκτές καταστάσεις για να πει πώς θα εξελιχθεί στη συνέχεια ο κόσμος. Ήταν υπόθεση δική μας. Το ίδιο μπορεί να πεΙ κανείς και στην αδυναμία του να ξεχωρίσει συστηματικά την εξέλιξη των πολιτικών συστημάτων. Μας λέει, -όπως και οι άλλοι- ότι έχουμε την μοναρχία, την ολιγαρχία και την δημοκρατία. Ο ίδιος όμως μας λέει ότι, στην μοναρχία εγγράφεται και η αντιπροσώπευση ουσιαστικά. Ενώ, μας εξηγεί επίσης σε άλλο σημείο ότι, η ολιγαρχία δεν είναι ένα ενιαίο σύστημα, προσμετράται ως ολιγαρχία από τον αριθμό των πολιτών που συμμετέχουν και από το τιμοκρατικό σύστημα. Αλλά, ως πολιτικό σύστημα μας εξηγεί αλλού, ότι έχουμε ολιγαρχίες μοναρχικές ή δημοκρατικές. Η «μικρά δημοκρατία». Τα εξηγεί, ανεξαρτήτως του εάν προσχωρεί σε κάποιο άλλο πεδίο ανάλυσης το οποίο είναι το κρατούν και πιστεύω ότι δεν μπορούσε να ξεφύγει και απ΄ αυτό. Το ερώτημα όμως είναι το εξής: πώς θα μπορέσει κανείς να ξανά βάλει τον Αριστοτέλη στη τάξη των επιστημών που ανήκει σήμερα, ώστε να διαμορφωθεί μια νέα γνωσιολογία από την εποχή μας η οποία χωλαίνει. Εμφανίζει η εποχή μας ως επιστημονικά αληθή αυτά τα οποία αποτελούν ιδεολογικές επιλογές. Ξέρετε, με τον Διαφωτισμό, μπορεί να επικαλέστηκαν την αρχαιότητα, αλλά διέπραξαν δύο μεγάλες ρήξεις. Η πρώτη ρήξη είναι με τις «έννοιες»! Πήραν έτοιμες τις έννοιες απ΄ τους αρχαίους, αλλά τους έβγαλαν το περιεχόμενο και κράτησαν τη λέξη. Και όπου δε τους βόλευαν πρόσθεταν και έναν επιθετικό προσδιορισμό. Δε βόλευε στη δημοκρατία για να πουν ότι το σημερινό σύστημα της αιρετής μοναρχίας είναι δημοκρατικό, αλλά μας είπαν ότι είναι η έμμεση, αντί για της άμεσης. Δηλαδή, υπάρχουν πράγματα όπως το τραπέζι ή η καρέκλα που είναι άμεσα ή έμμεσα. Υπάρχουν τρόποι να μιλήσει κανείς με έμμεσο ή άμεσο τρόπο, αλλά, τα πράγματα είναι ή δεν είναι. Η διάπραξη λοιπόν αυτής της εννοιολογικής απρέπειας από τη νεοτερικότητα, έχει οδηγήσει και σε μια άλλη απρέπεια. Το λέω απρέπεια με όλη την συνείδηση της λέξεως! Μας διδάσκει η νεοτερικότητα ότι το σημερινό «δημοκρατικό σύστημα» (δηλαδή η αιρετή μοναρχία), είναι ανώτερο απ΄ το αρχαίο. Δηλαδή το να είναι κανείς ατομικά ελεύθερος μόνο (ιδιώτης), είναι ανώτερο από το να έχει την ευθύνη της ζωής του και στο συλλογικό. Άρα, δεν είναι εφιαλτικό να υπάρχει ένας ο οποίος να κατέχει το πολιτικό σύστημα και να αποφασίζει για τη μοίρα μιας κοινωνίας, τη στιγμή που δεν αποδεχόμαστε να είναι κάποιος τρίτος υπεύθυνος για την ζωή μας τη προσωπική. Υπάρχει η διάκριση μεταξύ σήμερα, ελευθερίας και δικαιώματος. Η ατομική ελευθερία ορίζεται ως αυτονομία. Μη παρέμβαση τρίτου. Στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή, η ελευθερία ορίζεται ως δικαίωμα. Να διαδηλώσω… Μα, διαδηλώνω επειδή ΔΕΝ έχω την αυτονομία, άρα την ελευθερία τη πολιτική. Αυτό λοιπόν ο Αριστοτέλης το έχει ξεκαθαρίσει. Και, η σημασία του βιβλίου αυτού και του άλλου που θα ακολουθήσει, είναι ακριβώς αυτός ο διάλογος που ανοίγει. Τα ερωτήματα που εγείρει. Και, να προσθέσω ακόμη ότι ο Αριστοτέλης είναι και ρεαλιστής. Όταν έρχεται η στιγμή να συζητήσει για τις ορθές και παρεκβατικές πολιτείες, γνωρίζει πολύ καλά ο ίδιος ότι η ορθές πολιτείες δεν έχουν πεδίο εφαρμογής. Δε μας φέρνει ένα παράδειγμα ορθής πολιτείας. Αλλά όλες οι πολιτείες τις οποίες αναφέρει και ταξινομεί, είναι παρεκβατικές. Ωστόσο, ο διάλογός του για την ορθή πολιτεία, είναι η πολιτεία της δημοκρατίας στην εκδοχή του Κλεισθένη ή περίπου. Η μετριοπαθής δημοκρατία. Αρέσκονται πολλοί, να κάνουν σήμερα –γιατί, η αδυναμία της νεοτερικότητας να κατανοήσει τον Αριστοτέλη και οι ιδεολογικές της επιλογές, οι ολιγαρχικές, δεν της επιτρέπουν να δει ότι η εκλεκτική συγγένεια του Αριστοτέλη είναι με τη δημοκρατία-. Όλες οι αρχές της δημοκρατίας με μια λογική μεσότητας παρελαύνουν στην «Πολιτεία» του. Αυτή που θεωρεί αυτός ως ιδανική πολιτεία. Και το δεύτερο βεβαίως είναι, -που επωφελήθηκε η νεοτερικότητα λέγοντας ότι καταντά η ριζοσπαστική δημοκρατία να είναι τυραννία- (όπως θα έλεγαν κάποιοι άλλοι επίσης- ο Αριστοτέλης όχι με τόση σαφήνεια-), γιατί; για να δείξουν ότι η καθολική πολιτική αρμοδιότητα που κατέχει ο δήμος στη δημοκρατία είναι το ισοδύναμο της πολιτικής κυριαρχίας που κατέχει κάποιος. Εμ, υπάρχει μια διαφορά. Στην δημοκρατία, δεν υπάρχει υποκείμενο κυριαρχίας. Διότι ο πολίτης αυτοκυβερνιέται. Ενώ στα συστήματα εξουσίας υπάρχει υποκείμενο κυριαρχίας που είναι η «κοινωνία ιδιώτης». 

Αυτές οι αναλύσεις βεβαίως, έχουν σημασία για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε ορισμένα ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με την αντίληψη σήμερα ότι ξαφνικά γεννηθήκαμε, (επικαλούνται τον Αριστοτέλη ως όνομα αλλά, δεν υιοθετούν την ανάλυσή του) γεννηθήκαμε λοιπόν ξαφνικά σήμερα, στη φάση της ολοκλήρωσης. Αυτό είναι αντίθετο από κάθε λογική βιολογίας. Δε γίνεται να βγει κανείς απ΄ τη φεουδαρχία και να εγκατασταθεί στο τέλος του βίου του, του ανθρωποκεντρικού δηλαδή της δημοκρατίας. Πρώτα θα διεκδικήσει τα στοιχειώδη και μετά σιγά σιγά –“κατά μικρόν” όπως θα μας πει ο Αριστοτέλης- θα πάει και στα υπόλοιπα. Θα διευρύνει το πεδίο της ελευθερίας του με την ανάγκη να το διευρύνει για να διατηρήσει τα κεκτημένα ή να τα διευρύνει κι αυτά επίσης. 

Αυτά λοιπόν, είναι τα μεγάλα ζητήματα. Και, οι παραναγνώσεις που γίνονται στον Αριστοτέλη είναι πάρα πολλές! Όπως και η ιστορία έτσι και η εννοιολογία και η βιολογία του κοινωνικού φαινομένου, γίνεται με τους όρους της προβολής του σήμερα και της ανωτερότητάς του. Ξέρετε ποια είναι η διαφορά; Το σήμερα είναι ανώτερο επειδή έχει εγκατασταθεί η μεγάλη κλίμακα. Δηλαδή τα κράτη-έθνη όπως θα τα λέγαμε με απλούστερο τρόπο. Όπου παράγουν ανάγκες και δυναμικές που δεν έχουν σχέση με το παρελθόν. Η τεχνολογία πρώτη. Δε χρειαζόταν στη πόλη. Σήμερα χρειάζεται το αεροπλάνο για να μεταφερθεί κανείς απ΄ το ένα μέρος της Γης στο άλλο. Εκείνο όμως που διαφέρει, είναι ότι αυτή η ανωτερότητα, αντιφάσκει με την αντίληψη ότι ξαφνικά εγκατασταθήκαμε σε μια καθολική ανωτερότητα έναντι του παρελθόντος, πού; στο τέλος του βίου της εξέλιξης των ανθρώπων. Ο καθένας δε γεννιέται δηλαδή στον μηδέν χρόνο, αλλά στα εξήντα του ή στα εβδομήντα του που είναι ώριμος. Λοιπόν, αυτό επειδή δεν γίνεται μπορούμε να αντιληφθούμε τι ακριβώς έρχεται να υπηρετήσει. Εκτός από το γεγονός βεβαίως, ότι πέραν της ιδεολογίας υπάρχει κι ένα κενό γνωσιολογίας. Δηλαδή η αδυναμία να προσεγγιστούν φαινόμενα που δε ζουν. Όπως και ο Αριστοτέλης δε μπόρεσε να προσεγγίσει φαινόμενα τα οποία δεν είχε ζήσει ή δεν ήταν του εμπειρικού του υλικού, έτσι και σήμερα δεν μπορούν να προσεγγίσουν οι νεότεροι στοχαστές αυτά που διδάσκει το παρελθόν, παρά γίνεται η ανάγνωσή τους κατά προβολή του παρόντος στο παρελθόν. Και, αν θέλετε μερικά παραδείγματα που θα τα συναντήσετε και στα κείμενα τα οποία υπάρχουν στο παρόντα και στον άλλο τόμο. Το πολιτικό σύστημα, η πολιτεία, μεθαρμόζεται με τον όρο της πολιτικής εξουσίας. Καμία σχέση. Η πολιτική ως εξουσία, είναι ένας τρόπος οργάνωσης της πολιτικής αλλά που δεν είναι ο μοναδικός. Στη δημοκρατία δεν υπάρχει πολιτική εξουσία. Υπάρχει η πολιτική ως πεδίο εμπραγμάτωσης της ελευθερίας. Της πολιτικής ελευθερίας, της καθολικής ελευθερίας. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Η εξουσία είναι ο τρόπος της αυτονόμησης της πολιτικής και της απόδοσής της σε κάποιον τρίτο ο οποίος την ασκεί και αποφασίζει για τις τύχες της κοινωνίας. Είναι πάρα πολλά τα ζητήματα που μπορεί να δει κανείς, που μας οδηγούν ακριβώς στο να διαπιστώσουμε ότι αρχής γενομένης απ΄ τον Μπενζαμέν Κονστάν, που θα ισχυριστεί ότι η ελευθερία των νεοτέρων, (δηλαδή η ατομική ελευθερία) είναι ανώτερη απ΄ την ελευθερία των αρχαίων, ως εάν η μια είναι αντιθετική στην άλλη και όχι το σωρευτικό αποτέλεσμα που προϋποθέτει την ατομική και τη κοινωνική για να οδηγηθεί κανείς στη πολιτική ελευθερία. Αν πιάσει κανείς τις επιμέρους διαστάσεις στις σκέψεις μέσα από αυτή την ανάγνωση, θα διαπιστώσει πάρα πολλά κρίσιμα θέματα τα οποία σήμερα βρίσκονται σε σπαργανώδη μορφή. Παραδείγματος χάρη η θεωρία της «αξίας». Στο πρώτο βιβλίο του Αριστοτέλη είναι ασύλληπτα πιο προχωρημένη απ΄ ότι οι σύγχρονες θεωρίες της «αξίας». Ή το ζήτημα της «μεταβολής πολιτειών» που το επικαλέστηκα. Το ζήτημα της «διάρκειας του κράτους». Όταν ένα τυρρανικό καθεστώς, ένα καθεστώς άλλο, αναλάβει υποχρεώσεις, τι γίνεται; (με ένα άλλο καθεστώς). Μας αναφέρει πολλά παραδείγματα και μας εξηγεί πότε υπάρχει η συνέχεια του κράτους και πότε όχι. Πότε δηλαδή, κάποιος φορτώνεται υποχρεώσεις που ανέλαβε ένας τρίτος χωρίς να ερωτηθεί και πότε όχι. Τίθεται ζήτημα δηλαδή πολιτείας. Είδους πολιτείας. 

Θα επικαλεστώ ως ένα από τα τελευταία και ενδιαφέροντα σημεία, την άποψη του Αριστοτέλη για τη θρησκεία, για το θείο ουσιαστικά. Η κυρία Βαραλά μας έχει δώσει ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο, το οποίο αξίζει να διαβαστεί. Διότι από εκεί μπορεί να συναγάγει κανείς με πολύ περιεκτικό τρόπο, πώς ο Αριστοτέλης έχει βγάλει τον θεό έξω απ΄ την πόλη –με την έννοια ότι δεν είναι μέρος της πολιτικής ζωής, δεν είναι αυτός δηλαδή που κατευθύνει τα ανθρώπινα- αλλά όμως, είναι όπως λέει, “ο θεός αεί θαυμαστόν, φαμέν δε τον θεόν είναι ζώον αίδιον άριστον, ώστε ζωή και αίων συνεχής και αίδιος υπάρχει τω θεώ”. Το τοποθετεί αλλού. Που σημαίνει, -πέραν της φιλοσοφικής προβληματικής που αναπτύσσεται, (γιατί πρώτη η αιτία και λοιπά)- ότι, επαναφέρει το ερώτημα που ήταν υπαρκτό στην αρχαία θρησκεία, εάν ο θεός είναι δημιουργός του κόσμου ή μέρος της δημιουργίας. Άρα ποια είναι η θέση του στον άνθρωπο ως άτομο και στον άνθρωπο ως κοινωνικό ον. 

Καταλήγω, (νομίζω είμαι μέσα στον χρόνο μου), καταλήγω με τον ίδιο τρόπο που ξεκίνησα. Ότι, η τομή –έργο ζωής για την Δήμητρα- αλλά, τομή στην παρέμβαση που έχει να κάνει με την αριστοτελική σκέψη, δεν αφορά μόνο στη διαπίστωση των επιστημονικών πεδίων που ο Αριστοτέλης δημιούργησε και που τα οδήγησε μέχρι ένα σημείο ώστε να πάρουν τη σκυτάλη οι νεότεροι, αλλά έγκειται στο ότι ανέδειξε μια εννοιολογία και μια βιολογία μέσα απ΄ τη παρατήρηση της εξέλιξης των ελληνικών κοινωνιών των πόλεων της εποχής, η οποία είναι πάρα πολύ χρήσιμη, απολύτως αναγκαία διότι δεν διαθέτουμε άλλο ιστορικό παράδειγμα μεταξύ των άλλων, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε όχι μόνο το παρελθόν, αλλά το παρόν, σε ποιο στάδιο βρισκόμαστε, αντί να πεισθούμε όπως μας διδάσκει η νεοτερικότητα ότι ζούμε στην εποχή της δημοκρατίας –(που είναι το τελικό στάδιο)- ότι ζούμε στην αρχή, που απλώς ξεπεράσαμε την απολυταρχία και είμαστε στην αιρετή μοναρχία, πράγμα που μας επιτρέπει να δούμε με άλλη οπτική και τη λύση των σημερινών προβλημάτων και το μέλλον. Πού πάμε. Τι θα είναι το επόμενο στάδιο. Και το επόμενο στάδιο αν υποθέσουμε ότι θα είναι η «αντιπροσώπευση» ή η «δημοκρατία», βεβαίως δε θα γίνει με τους όρους της πόλης. Δηλαδή με όρους φυσικής επικοινωνίας, να συγκεντρώνονται σε κάποιο σημείο το ενάμιση δισεκατομμύριο των Κινέζων, αλλά με όρους συγκρότησης του πολιτικού συστήματος, του οικονομικού συστήματος όπως ήδη διαφαίνεται, στο επίπεδο της τεχνολογίας. Εκεί θα συναντιόνται οι άνθρωποι. Που θα είναι στο σπίτι τους και παρ΄ όλα αυτά θα διαλέγονται ως εάν είναι παρόντες στην εκκλησία του δήμου. Αυτό όμως, προϋποθέτει πρώτα την ανασυγκρότηση των εννοιών. Το άλμα της σκέψης και της γνώσης, που θα μας επιτρέψει να φτιάξουμε ένα καινούργιο σύστημα –κι αυτή είναι η αξία του Αριστοτέλη ως πηγής πια της αρχαιότητας- να δημιουργήσουμε ένα σύστημα γνώσης και μια βιολογία του κοινωνικού ανθρώπου, που θα μας επιτρέπει να ξέρουμε πώς θα λύσουμε τα καθημερινά μας προβλήματα. Είναι σημαντικό για τη ζωή μας σήμερα! Επίκαιρο και για το μέλλον. Γι΄ αυτό και επιμένω ότι ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ως προς αυτά είναι πρωτοπόρος στο σήμερα αλλά κυρίως μελλοντικός. Θα τον συναντάμε, γιατί θα συναντάμε την εξέλιξη της πόλης όσο εξελίσσεται ο νεότερος άνθρωπος. 

Σας ευχαριστώ.

(( ))

ΓΙΩΡΓΟΣ Δ. ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ

Ομιλία του Οµότιµου Καθηγητή Πολιτικής Επιστήµης και πρώην Πρύτανη του Παντείου Πανεπιστηµίου κ. Γιώργου Κοντογιώργη στην παρουσίαση του τόμου «Aristotle - Contemporary Perspectives on his Thought», η οποία έγινε στις 30.10.2018 στην Θεσσαλονίκη, σε εκδήλωση που διοργάνωσε η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών σε συνεργασία με το «Διεπιστημονικό Κέντρο Αριστοτελικών Μελετών», ΑΠΘ.

Η απομαγνητοφώνηση της ομιλίας, έγινε από την Ελένη Β. Ξένου.












Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου