Κυριακή 12 Απριλίου 2020

Ένας Καθηγητής που έρχεται από το μέλλον, για να μας οδηγήσει σε αυτό. Γιώργος Κοντογιώργης.
Τα μεγάλα ερωτηματικά για το αύριο των κοινωνιών μετά την Πανδημία




Γιώργος Κοντογιώργης: Τα μεγάλα ερωτηματικά για το αύριο των κοινωνιών μετά την Πανδημία

💻📝  Απομαγνητοφώνηση εκπομπής, Ελένη Ξένου.


Αυτό δείχνει και τα κενά αυτού του συστήματος το οποίο κρατάει τα σκήπτρα της ηγεμονίας στον κόσμο. Τα κενά αυτά έχουν μόνο μία πλευρά στην οποία δημιουργούνται και, τα οποία δεν αναλογίζονται ότι, βεβαίως, έχουν προεκτάσεις που μπορούν να βλάψουν και τους ίδιους. Ξέρετε, όταν ο ηγεμόνας είναι πολύ ψηλά, βλέπει τον κόσμο όπως ο καθένας στο έδαφος τα μυρμήγκια. Και, δεν μπορεί να αναλογιστεί μη έχοντας αίσθηση των ορίων της δύναμης και της διαχείρισης των πραγμάτων, ότι κάποια στιγμή θα τα βρει μπροστά του.

Αναφερθήκατε στην έλλειψη υγειονομικού υλικού. Δεν είναι γιατί αιφνιδιάστηκαν. Μάλιστα, πολλοί απ’ τους εξέχοντες αυτού του συστήματος, είχαν πει ότι οι επιδημίες επαναλαμβάνονται διότι είναι μέσα στη φύση των πραγμάτων. Θα έπρεπε λοιπόν, μια πολιτεία (γιατί για κράτη μιλάμε) η οποία θα είχε ως οδηγό το συμφέρον της συλλογικότητάς της (της κοινωνίας της), να δει και αυτήν την πλευρά και να λάβει τα μέτρα της. Η πρόνοια, με την έννοια του να λαμβάνω μέτρα για να αποφύγω κάποιο κακό ή για να αναστρέψω την κατάσταση, είναι μέσα στην λογική και στις υποχρεώσεις της πολιτικής. Σήμερα λοιπόν, αυτός που κρατάει τα σκήπτρα ακριβώς της ηγεσίας του κόσμου, έβλεπε τις άμεσες προτεραιότητες. Κατά την ίδια έννοια που, όταν διαβάσουμε σ’ αυτή τη φάση σήμερα την αρθρογραφία όλων αυτών οι οποίοι στοχάζονται με τους όρους αυτής της μορφής ηγεμονίας, θα διαπιστώσουμε ότι αυτό που τους ενδιαφέρει για την επόμενη μέρα είναι δύο πράγματα: Το ένα πώς θα διατηρηθεί το σχήμα της πραγματικότητας την οποία ζούσαμε μέχρι σήμερα, δηλαδή της ηγεμονίας της διεθνής των αγορών (ο λεγόμενος νέος φιλελευθερισμός) και, τα κεκτημένα αυτών οι οποίοι τον διαχειρίζονται. Και συγχρόνως βεβαίως, πώς θα καρπωθούν όλες τις αλλαγές που θα επέλθουν, κυρίως μέσα απ’ την τεχνολογία, για να το πάνε πιο πέρα. Δε βλέπουμε κάποια άλλη σχολή σκέψης. Και σ’ αυτή βέβαια προστρέχουν για να την υποστηρίξουν και όλα τα σαπρόφυτα της λεγόμενης «διανόησης» οι οποίοι μηρυκάζουν αυτό που σχεδιάζουν οι ηγεμόνες. Αυτό είναι το ένα. Το άλλο που, αναδεικνύεται μέσα απ’ αυτήν την πραγματικότητα, είναι οι νέες σχέσεις ηγεμονίας στον κόσμο. Έχουμε αρχίσει σιγά σιγά να θαυμάζουμε αυτό που έγινε στην Κίνα. Και σε επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης και τεχνολογίας. Μεγάλα επιτεύγματα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, που έχουν όμως το υπόβαθρό τους σε όλη αυτή τη σφαγή πολιτισμού και ανθρώπων που συνέβη με τη λεγόμενη πολιτιστική επανάσταση και, βεβαίως, για την αποτελεσματικότητα αυτού του συστήματος εξουσίας. Ξέρετε, ο ηγεμόνας, δημιουργεί τις προϋποθέσεις της ηγεμονίας του με δύο τρόπους: είτε με την οικονομία, είτε με το στρατό. Είναι σπάνιο ο ηγεμόνας να δημιουργήσει την ηγεσία του και να την επιβεβαιώσει την ηγεσία του μέσα από αυτό που λέγεται ανθρωποκεντρική ανάπτυξη, δηλαδή, το εύρος των ελευθεριών, άρα της ευημερίας και της ελευθερίας που θα διαμορφώσει για λογαριασμό της κοινωνίας. Άρα εξάγει ο ηγεμόνας στην οικονομία ή στον στρατό, εν προκειμένω ο νέος που διαμορφώνεται στον ορίζοντα, η Κίνα, εξάγει και το μοντέλο του. Το οποίο το θαυμάζουμε. Θαυμάζουμε έναν αυταρχισμό ουσιαστικά.
Είναι μία προέκταση αυτού που συνέβη πριν από την κρίση αυτή, την επιδημιολογική. Που, την ευημερία της η Δύση, την αντλούσε μέσα από την πραγματικότητα αυτή της Κίνας. Δηλαδή, όταν πήγαινε εκεί το εργοστάσιο που παρήγε παπούτσια και τα παπούτσια για την Κίνα κόστιζαν πέντε ευρώ (και πολύ είπα) και στην Δύση τα πουλούσε εκατό, σημαίνει ότι αντλούσε μία υπεραξία πλούτου και ζούσε ως παράσιτο ουσιαστικά. Δεν είναι έξω απ’ τη λογική αυτού που λέγεται «φιλελευθερισμός». Σημασία έχει ποιος το καρπώνεται αυτό το διαφορετικό. Δηλαδή τη διαφορά μεταξύ του πέντε και του εκατό. Αυτό έχει να κάνει κυριολεκτικά με το είδος τους πολιτικού συστήματος. Δηλαδή με τη σχέση κοινωνίας και οικονομίας, που τη διαμορφώνει το πολιτικό σύστημα. Όταν λοιπόν, κάποιοι ανταγωνίζονται στο επίπεδο της οικονομικής ηγεμονίας (Δύση και Κινέζοι) αλλά που περίπου συμφωνούν για το είδος του πολιτικού συστήματος, το δίλλημα, τίθεται για τις κοινωνίες. Οι κοινωνίες που είναι ο λόγος ύπαρξης της πολιτικής και της οικονομίας τι κάνουν;

Η επιδημιολογική κρίση που διανύουμε σήμερα, έχει δύο αναγνώσεις. Η μία ότι, θα ωφελήσει αυτούς οι οποίοι τη διαχειρίστηκαν, άρα, τους προηγούμενους. Οι άλλοι, κατά πόσον οι κοινωνίες θα φροντίσουν να μεταφερθούν ιδεολογικά, αξιακά και εξ επόψεως συστήματος (εκεί που αποφασίζονται τα πράγματα) στον 21ο αιώνα (γιατί ζουν ακόμη στον 18ο αιώνα· αυτό είναι το πρόβλημα). Αλλά, που επικαλεστήκατε πριν για το πενήντα τοις εκατό, άρα για την υποβάθμιση της ευημερίας και της ελευθερίας των δυτικών κοινωνιών, δεν είναι σημερινό. Σήμερα βλέπουν ότι για τον ηγεμόνα του νέου φιλελευθερισμού προσφέρεται μία μοναδική ευκαιρία να το πετύχουν χωρίς να αντιδράσουν οι κοινωνίες. Μας λέγανε εδώ και χρόνια, και μάλιστα, διά στόματος μεταξύ των άλλων, σοσιαλδημοκράτη του κυρίου Σέντερ, ότι, όταν θέλω –λέει- να καλλιεργήσω τον κήπο μου και ο εργάτης ο Γερμανός μου κοστίζει τόσα ευρώ, δε θα τον καλλιεργήσω. Χρειάζομαι λοιπόν να φέρω έναν μετανάστη, που δεν θα είναι τόσα αλλά τόσα μείον πολλά, που θα μου επιτρέψει να καλλιεργήσω τον κήπο μου. Αυτή είναι η αρχή της ελεύθερης διακίνησης της εργασίας, δηλαδή της επίλυσης του κοινωνικού προβλήματος διά της μεταφοράς του στις χώρες της Δύσεως, ώστε να δημιουργηθεί ένα καινούργιο κοινωνικό πρόβλημα που θα έχει να κάνει με την κατάργηση της εργασίας ως σχέσεως δημοσίου δικαίου και της μεταβολής της σε εργασία εμπόρευμα. Δηλαδή ο πολίτης θα εξομοιωθεί με τον μετανάστη που θα είναι δίπλα του και, θα κάνει τα ίδια, με την απειλή ότι θα διαφορετικά θα μείνει άνεργος. Οδηγούμαστε σε μια τρομακτική οπισθοδρόμηση. Διότι το μοντέλο της Κίνας, μας λένε ότι δεν μπορούμε να το ανταγωνιστούμε. Ξέρετε, όταν το τροφοδοτείς και μετά το εμφανίζεις ως αιτία του δικού σου προβλήματος, σημαίνει ότι, αναλόγως σκέφτεσαι να μεταφέρεις το εκεί μοντέλο σε εσένα. Εδώ λοιπόν είναι το κεντρικό πρόβλημα και, δυστυχώς, καμία από τις ιδεολογίες (βεβαίως οι παλαιές, ο κλασικός κρατικός φιλελευθερισμός και ο κρατικός σοσιαλισμός έχουνε απαξιωθεί διότι είναι ιδεολογίες του παρελθόντος κι είναι στο μαυσωλείο ήδη, το δηλώνουν οι ίδιοι οι ηγέτες τους άλλωστε), αλλά απ’ την άλλη και η μοναδική ενιαία σκέψη που υπάρχει σήμερα, δεν συνεκτιμά αυτό που είπα προηγουμένως. Το γεγονός ότι δεν γίνονται όλα πάνω από την κοινωνία και έξω από την κοινωνία. Η κοινωνία δεν είναι κάτι που δεν υπάρχει. Η κοινωνία όμως, για να υπάρξει, πρέπει να γίνει το ίδιο που είναι και οι «άλλοι». Δηλαδή θεσμός. Με άλλα λόγια να πάψουμε, -αυτό είναι το συναγόμενο που δε θέλει όμως το αυτί του Έλληνα και κανενός στον δυτικό κόσμο ν’ ακούσει-, να πάψουμε να είμαστε ιδιώτες στα σπίτια μας και να γίνουμε μέσω της τεχνολογίας της επικοινωνίας θεσμικοί συντελεστές. Θεσμοί, όπως είναι και οι G7, όπως είναι και οι πρωθυπουργοί, όπως είναι και οι πρόεδροι, όπως είναι και όλα τ’ άλλα. Άρα μέρος, εταίροι, στο πολιτικό σύστημα.

Δημοσιογράφος Σαχίνης: Δέχομαι καταιγισμό μηνυμάτων αυτή τη στιγμή με το κεφάλαιο που ανοίξατε. Με ρωτούν: δηλαδή, είναι πολύ πιθανόν, μετά το πέρασμα αυτής της λαίλαπας και του φόβου που έχει προκαλέσει ο ιός, να δούμε επιταχυνόμενα όρους κινεζοποίησης στην οικονομία αρχικώς (αλλά αυτό διαπερνά όλη την κοινωνία) στον δυτικό κόσμο;

Καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης: Μα αυτό, το έχουν αναγγείλει. Αν δείτε την αρθρογραφία στις μεγάλες εφημερίδες του δυτικού κόσμου, θα το διαπιστώσετε. Άλλωστε, και τα προσαρτήματα της δημοσιογραφίας και της διανόησης στην Ελλάδα (και κυριολεκτώ όταν το λέω έτσι, γιατί έχουν εκχωρήσει το δικαίωμα που προσφέρει η ανθρώπινη φύση να σκέφτονται και απλώς εισάγουν αυτό το οποίο έχουν σκεφθεί οι άλλοι, αλλά για άλλους λόγους), τι λένε λοιπόν; Λένε ότι, “προσέξτε μη χάσουμε τη μπάλα, να διατηρήσουμε δηλαδή το κεκτημένο μας και συγχρόνως να το πάμε πιο πέρα”. Δηλαδή, “να οικειοποιηθούμε αυτό που, μπορεί να προσφέρει στις κοινωνίες, εάν αλλάξουν αξίες και ιδεολογία, ένα πάτημα για να μας πάρουν αυτά τα οποία τα έχουμε μόνο για εμάς”. Περί αυτού πρόκειται. Και, εδώ ακριβώς, προσφέρεται μία μοναδική δυνατότητα μέσα απ’ την εξοικείωση των κοινωνιών που είναι κλεισμένες στα σπίτια τους, με την τεχνολογία της επικοινωνίας, να σκεφθούν, ότι και η δυνατότητα υπάρχει να ιππεύσουν στο πολιτικό σύστημα και να κάνουν δικές τους τις πολιτικές και, να μπορέσουν να το κάνουν με ειρηνικό τρόπο.

Από το 1980 και πριν, έχω επισημάνει, αυτό που δεν είναι πρωτόγνωρο στην Ιστορία, απλώς δεν θέλουμε να διαβάζουμε την Ιστορία με τον σωστό τρόπο, την δυναμική μιας απόρριψης της εργασίας και μετασχηματισμού της εξαρτημένης εργασία σε έργο. Αυτό είναι αδήριτο και η τεχνολογία το φέρνει με ιλιγγιώδη τρόπο προς τα εμπρός. Όλα όμως αυτά, έχουν έναν κοινό παρανομαστή. Ποιο είναι το μείγμα της πολιτικής. Εάν αποδεχθούμε, ότι το μείγμα της πολιτικής είναι ένα, άρα αν αποδεχθούμε το πολιτικό σύστημα που μας διδάσκει ότι το μείγμα της πολιτικής είναι ένα και είναι το συμφέρον των αγορών κι ότι αυτός θα πρέπει να είναι ο σκοπός της πολιτικής, τότε τελειώσαμε. Εάν όμως, αναλογιστούμε, -με ένα παράδειγμα- ότι το κράτος πρόνοιας οικοδομήθηκε στην εποχή που ο πλούτος της ανθρωπότητας ήταν έτη φωτός μικρότερος απ’ αυτόν της εποχής μας, πώς συμβαίνει και σήμερα δεν μπορεί να υποστηριχτεί το κράτος πρόνοιας και τότε υποστηρίχθηκε; Σημαίνει ότι το ζήτημα είναι ζήτημα αναδιανομής. Και η αναδιανομή, εάν δε γίνεται μέσω της πολιτικής, γίνεται μέσω των συσχετισμών δύναμης και ο ισχυρότερος είναι αυτός που είναι θεσμικά δομημένος με το μέλλον –όπως είναι ο κάτοχος της οικονομίας- και όχι η κοινωνίας που παραμένει δέσμια στο παρελθόν. Ένας τρόπος υπάρχει οι κοινωνίες να γίνουν θεσμοί και να μεταβούν στο μέλλον, άρα να αλλάξουν το μείγμα της πολιτικής: να γίνουν μέρος της πολιτείας κι όχι παίγνιο στον ανταγωνισμό του ποιος θα ηγεμονεύει, δηλαδή της εναλλαγής στην εξουσία. Επιμένω, διότι το κεντρικό πρόβλημα για τις κοινωνίες δεν είναι η οικονομία και ο ηγεμόνας της οικονομίας ή η παγκοσμιοποίηση ή η μη παγκοσμιοποίηση όπως μας λένε. Το κεντρικό πρόβλημα για τις κοινωνίες είναι εάν είναι μέσα στο σύστημα ή έξω απ’ το σύστημα. Εάν δηλαδή τρέχουν σαν μικρά παιδιά να διαμαρτυρηθούν στους δρόμους, για να γυρίσουν μετά πίσω και να δουν στην τηλεόραση ότι οι αποφάσεις πάρθηκαν αλλού και είναι διαφορετικές, τότε, είναι άξιες της μοίρας τους. Άρα λοιπόν, να αναλογιστούμε πού υπάρχει το πρόβλημα και όχι να κινούμαστε όπως τα πρόβατα εκεί που μας οδηγούν.

Δημοσιογράφος Σαχίνης: Θέλω να μας απαντήσετε στο εξής ερώτημα κύριε Κοντογιώργη που μας το στέλνει ένας ακροατής. “Ακόμη κι αν θέλω να συμφωνήσω με τον κύριο Κοντογιώργη, θέλω να το πω και να το λάβει σοβαρά υπόψιν του, ότι ακόμη και στην Ελλάδα, Έλληνες πολιτικοί πρώτης γραμμής, φτάσανε στο σημείο ανοιχτά να μιλάνε γι’ αυτό που έλεγε παλιά ο Γιώργος Παπανδρέου, περί παγκόσμιας διακυβέρνησης υπό τον τύπο. Μήπως πρέπει οι πολίτες να “τσιπαριστούν” για να ξέρουμε με την τεχνολογία ποιοι είναι με τον ιό και ποιοι δεν είναι με τον ιό; Ποιοι έχουν ανοσία και ποιοι δεν έχουν; Ποιοι δύναται να εργασθούν και ποιοι δε δύνανται; Και μήπως αυτό είναι ένα πρόσχημα για να γίνουμε απολύτως ελέγξιμες κοινωνίες;

Καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης: Θα προτείνω, χωρίς καμία έπαρση, ο ερωτών και οποιοσδήποτε άλλος ενδιαφέρεται, να πάει ή στο ιστολόγιό μου ή στα βιβλία μου, όπου αυτά τα έχω επιλύσει κι απαντήσει εδώ και δεκαετίες. Δηλαδή, η έννοια της διακυβέρνησης, είναι η έννοια του συνασπισμού της ηγεσίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος (αυτού που, ονομάζω διεθνή των αγορών) και των κυβερνήσεων που αντλούν συμφέροντα ή διακινούν αυτές τις αντιλήψεις και όχι μία διακυβέρνηση των λαών. Άρα λοιπόν, όταν ακούμε διακυβέρνηση, να ξέρουμε σε τι αναφερόμαστε (να φτιάξουν συμμαχία πλανητική η διεθνής των αγορών και οι ομόλογες κυβερνήσεις). Ένα αυτό. Το δεύτερο, να “τσιπαριστούν”: Εάν μιλάμε με τους όρους που μας υποβάλλουν, είναι αυτό ακριβώς που είπε ο ακροατής σας. Αν όμως αντιστρέψουμε το ερώτημα και πούμε (το λέω για λόγους ρητορικής αλλά έχει το περιεχόμενό του) και πούμε λοιπόν: να “τσιπαριστούμε” για να μπορούμε να διαμορφώσουμε σε επίπεδο τεχνολογίας τον δήμο και να μετέχουμε στη διαδικασία λήψεως των αποφάσεων, τότε τίθεται διαφορετικά το ζήτημα. Διότι στη μία περίπτωση θα μας “τσιπάρουν” για να μας ελέγχουν όπου και να βρισκόμαστε και να μας έχουν και στο χέρι γιατί θα μας παρακολουθούν τι λέμε και τι σκεφτόμαστε, ενώ στην άλλη, εμείς θα γίνουμε οι διακινητές και οι ελεγκτές “τσιπάροντας” αυτούς. Διότι, αυτός που κατέχει το πολιτικό σύστημα είναι που καθορίζει τις χρήσεις της τεχνολογίας. Τι ρόλο θα παίξει το “τσιπάρισμα” ή το όποιο “τσιπάρισμα”, δηλαδή η όποια συμμετοχή μας σ’ αυτή την διαδικασία της νέας εποχής που εισάγει η τεχνολογία σε όλα τα επίπεδα. Άρα λοιπόν, η απάντηση είναι, ποιος ελέγχει το πολιτικό σύστημα για να ξέρουμε ποιος “τσιπάρει” ποιον και για ποιον σκοπό.

Το να αλλάξει κανείς μυαλά, προσφέρεται όταν φτωχοποιείται. Και όχι για να μείνει στη μοίρα του και να την κλαίει. Επομένως, είναι μια μοναδική ευκαιρία να σκεφθεί ποια είναι η αιτία των προβλημάτων του. Συνηθίζουμε στην Ελλάδα –και παντού θα έλεγα- να ασκούμε κριτική στα πράγματα, είτε γι’ αυτά τα οποία έχουμε υποστεί είτε για τα γενικότερα. Εκείνο που δεν έχουμε, είναι να γνωρίζουμε την αιτία και να επικεντρώνουμε στη λύση που προσφέρεται επειδή γνωρίζουμε την αιτία. Για να δώσουμε φάρμακο σε έναν ασθενή, πρέπει να ξέρουμε από τι πάσχει. Στην Ελλάδα λοιπόν, χωρίς να ξέρουμε ή να ψάχνουμε την αιτία, εννοούμε ότι ο ασθενής στην πραγματικότητα πρέπει να επιβιώσει και να θεραπευθεί με την παραδοσιακή λογική η οποία τον έφερε στην αδυναμία (δηλαδή στην ασθένεια). Ε λοιπόν, αφού αισθάνεται ο κάθε ένας ότι υφίσταται τις συνέπειες της πραγματικότητας που ζούμε (της επιδημίας), ας σκεφθεί λοιπόν τα αίτια, γιατί δεν είναι μόνο εδώ, είναι και λίγο πριν η δεκαετής κρίση, είναι και πολλές άλλες καταστροφές που επήλθαν σ’ αυτήν τη χώρα και που, σήμερα βλέπουμε ότι ακόμα και τους δύο αιώνες (τα διακόσια χρόνια) των εορτασμών, αυτοί οι οποίοι μας διαφεντεύουν, προσπαθούν να τα συγκαλύψουν δοξάζοντας αυτόν ο οποίος μας έκανε τη ζημιά. Ε λοιπόν ας μην παίζουμε αυτό το παιχνίδι. Είναι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα που είναι πολύ πρόσφατα -τα ζούμε- και τα οποία είναι πολύ ενδεικτικά για να ξέρουμε ποια είναι η αιτία. Είναι η περίπτωση του Έβρου με τον Ερντογάν και, η περίπτωση τώρα, της πανδημίας. Πώς γίνεται και το κράτος δούλεψε κατά τον τρόπο που ικανοποίησε την κοινωνική συλλογικότητα και δεν μπορούσε να λειτουργήσει στην 10ετή κρίση παραδείγματος χάρη; Την οποία αυτό προκάλεσε με την λεηλασία της χώρας. Λοιπόν εδώ είναι το μεγάλο ερώτημα που πρέπει να απασχολήσει. Γιατί(;) λοιπόν αυτό το κράτος λειτουργεί μόνο εκεί που ξέρει ότι θα έρθει αντιμέτωπο με το δημόσιο αίσθημα και δε θα μπορεί να το αντιμετωπίσει; Και γιατί(;) δεν λειτουργεί έτσι, με βάση δηλαδή τον δημόσιο σκοπό για τον οποίον υπάρχει και στις άλλες μέρες;

Δημοσιογράφος Σαχίνης: Κάποιος ακροατής (Στρατής) είπε: “Είναι λίγο λυπηρό ν’ ακούω τον κύριο Κοντογιώργη να δέχεται έστω και με τους όρους που εμείς θα «διαμορφώσουμε» το τσιπάκι. Τι σημαίνει ποιος το ελέγχει”; Τι απαντάτε στον Στρατή;

Καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης: Ο κάθε «Στρατής» πρέπει να ακούει αυτά τα οποία λέω κι όχι αυτά τα οποία θέλει να ακούσει. Είπα, ότι φέρνω το παράδειγμα όχι γιατί το υιοθετώ, φέρνω το παράδειγμα με το “τσιπάκι”, για να πω τι; Ότι κάθε τι καινούργιο που φέρνει η τεχνολογία, εξαρτάται ποιος το ελέγχει για να παίζει τον θετικό ή αρνητικό ρόλο. Για να το υιοθετήσουμε ή να μην το υιοθετήσουμε. Γιατί, είναι κι αυτό ένα ζήτημα. Θέλουμε ή δε θέλουμε να έχουμε το “τσιπάκι”; (το κάθε “τσιπάκι”) θέλουμε την τεχνολογία που παρεμβαίνει στην βιολογία μας; Θέλουμε την τεχνολογία που μας θεραπεύει; Καταλάβατε; Επομένως, το ζητούμενο είναι να αντιληφθούμε ότι, μέσα απ’ αυτό το παιχνίδι της σκέψης που μας εγκιβωτίζει σε μία μόνο οπτική του, υπάρχει και η άλλη εκδοχή η οποία μπορεί να παίξει υπέρ των κοινωνιών και όχι υπέρ αυτών οι οποίοι το διακινούν επειδή είναι οι πρώτοι που ανακαλύπτουν και σκέπτονται πόσο θα τους ωφελήσει εάν το εφαρμόσουν. Άρα λοιπόν, προσπαθώ να δείξω με αυτά τα παραδείγματα, έναν τρόπο που πρέπει να σκέπτεται ο πολίτης, για να μπορεί να κατανοεί και τα αίτια της δυστυχίας του και τις δυνατότητες για την ευτυχία του. Να σκεφτόμαστε επομένως πώς θα τα ελέγξουμε εμείς αυτά, για να αποφασίσουμε εάν τα θέλουμε και εάν θα μας ωφελήσουν και όχι να σκεφτόμαστε με τον τρόπο που σκέφτονται εκείνοι οι οποίοι θέλουν να μας ελέγξουν.

Το αν το κράτος θα παίξει σημαντικό ρόλο ή όχι, εξαρτάται (πάλι επανέρχομαι στο ίδιο) από το τι περιθώρια αφήνουν οι κοινωνίες σ’ αυτό. Εάν το κράτος λοιπόν, είναι μονοσήμαντα εξαρτημένο από τον νέον οικονομικό ηγεμόνα (τη διεθνή των αγορών) και αυτούς που επωφελούνται από αυτόν, τότε, είναι σαφές ότι τα πράγματα θα προχωρήσουν σε ακόμα πιο ακραία σενάρια. Θα δημιουργήσουν δηλαδή, περισσότερες κρίσεις και περισσότερη αδυναμία και φτωχοποίηση των κοινωνιών και εδώ, δεν τίθεται θέμα πια ταξικής οριοθέτησης μέσα στις κοινωνίες, μέσα στις χώρες, γιατί υποφέρουν σε πολύ μεγάλο βαθμό και μεγάλα στρώματα πέραν των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων και μεγάλα στρώματα της παλαιάς λεγόμενης αστικής τάξης. Άρα λοιπόν, σ’ αυτήν την κολοσσιαία αναδιάρθρωση των σχέσεων, έχουμε οδηγηθεί ήδη σε ένα καθεστώς που προσομοιάζει στον 18ο – 19ο αιώνα της Ιεράς Συμμαχίας, δηλαδή της κορύφωσης αυτής της ηγεμονίας, που δημιουργεί πια μέσα στους κόλπους της τα αντισώματα. Το ερώτημα είναι, τα αντισώματα που ανάγονται στη συλλογική αντίδραση των κοινωνιών θα επισπευστούν ως προς το αποτέλεσμά τους(;) ή θα πρέπει οι κοινωνίες να περιμένουν ακόμα να εκφυλιστεί η κατάστασή τους για αρκετά χρόνια και μετά να αντιδράσουν όταν πια θα είναι σε απόγνωση; Αυτό είναι το ερώτημα. Και το ερώτημα αυτό, περνάει μέσα από τον εσωτερικό διανοητικό στοχασμό. Να προχωρήσουμε σε μια καθολική αμφισβήτηση όλου αυτού του πλέγματος των εννοιών/αξιών που μας έχουν ενσταλάξει στα μυαλά μας και τα πιστεύουμε και μένουμε μέσα σ’ αυτά και δεν τα αγγίζουμε γιατί φοβόμαστε ότι θα πάμε στο χειρότερο. Η πρώτη αρχή είναι να αντιληφθούμε ότι αυτό που ξέρουμε ο καθένας χωριστά (τι πρέπει να γίνει), να του κάνουμε συλλογικό διακύβευμα. Άρα να πάψουμε να πιστεύουμε ότι ζούμε σε δημοκρατία, να μην την εκφέρουμε καν ως λόγο, ούτε καν ως αντιπροσώπευση, και να μιλάμε γι’ αυτό που είναι (εκλόγιμη μοναρχία μονοπωλιακού ολιγαρχικού τύπου) και να διεκδικήσουμε μέσα από την επανάσταση που πρέπει να διαπράξουμε μέσα στο μυαλό μας, αυτό που μπορεί να παραγάγει μείγμα πολιτικής με στόχο το κοινό συμφέρον. Άρα, ένα άλλο πολιτικό σύστημα. Η μεταβολή πολιτείας είναι η πρώτη προτεραιότητα που θα αλλάξει τα πράγματα, αν θέλουμε να μην πάνε ακόμα προς το χειρότερο μέσα απ’ αυτήν την ανατροπή των ισορροπιών που έχει επέλθει με την εισβολή της τεχνολογίας και της διεθνούς των αγορών.

Η είσοδος της κοινωνίας στην πολιτική, η θέσμισή της δηλαδή για να συμμετέχει στις αποφάσεις, δεν είναι όπως την αντιλαμβάνεται ένα αντιπροσωπευτικό και όχι δημοκρατικό σύστημα, που τελειώνει εκεί όλη αυτή η ιστορία. Δεν είναι μια υπόθεση που θα γίνει ευκαιριακά ώστε να αλλάξει μια πραγματικότητα, παραδείγματος χάρη η χρήση στο “τσιπάκι” και μετά να έρθει ένας άλλος ηγέτης ο οποίος θα την αναπροσαρμόσει στα ίδια. Είναι ένας καθημερινός θεσμό. Όπως είναι η κυβέρνηση, όπως είναι η υποτιθέμενη βουλή, έτσι θα πρέπει να είναι και η βούληση της κοινωνίας. Υπάρχουν τρόποι σήμερα, να είναι καθημερινή και για πολλές φορές μέσα στην ημέρα παρούσα η βούληση της κοινωνίας. Αυτό είναι η μόνη εγγύηση να μην οικειοποιείται, να μην ιδιοποιείται τον δημόσιο χώρο κάποιος ισχυρός και να τον κάνει δικό του εις βάρος των κοινωνιών. Αυτά που λέω τώρα, εάν οι κοινωνίες τα δουν, (τα άτομα δηλαδή μέλη που συγκροτούν τον κοινωνικό ιστό), τότε θα αντιληφθούν ότι είναι και πολύ εύκολο να γίνουν. Ας καθίσουν λοιπόν εκεί που συζητάνε μέσα από το διαδίκτυο ο ένας με τον άλλον ή κατά ομάδες, ας καθίσουν να σκεφθούν ότι, αυτό είναι το πρόπλασμα για να αλλάξει η πραγματικότητα υπέρ αυτού που είναι η αιτία των άλλων, δηλαδή του κοινωνικού συνόλου.

Οι αλλαγές οι οποίες θα γίνουν μέσω της τεχνολογίας στην οικονομία, θα είναι οβιδιακές και καταλυτικές. Από την εξαρτημένη εργασία που θα είναι στην πραγματικότητα εργασία «δουλοπαροικιακού» τύπου, μέχρι την αυτονόμηση της εργασίας που θα είναι παροχή έργου. Όμως προσέξτε κάτι. Πάλι κι εδώ σκεπτόμαστε με μονοσήμαντο τρόπο υπό το πρίσμα των πολυεθνικών, αυτών δηλαδή οι οποίες καθορίζουν σήμερα τα πράγματα και ηγεμονεύουν. Εγώ θα σας το αντιτείνω λοιπόν και θα σας πω ότι το ίδιο αυτό γεγονός της τεχνολογίας, επιτρέπει σε έναν χωρικό της Κρήτης, από ένα χωριό που μπορεί να έχει δέκα, είκοσι, τριάντα κατοίκους και που έχει έναν ελαιώνα, να φτιάξει τη δική του επιχείρηση και να συνδεθεί με την παγκόσμια αγορά μέσα απ’ την ιντερνετική διακίνηση των προϊόντων του. Κατά την ίδια έννοια που ο κάθε ένας από εμάς, μπορεί να φτιάξει μια σελίδα στο Facebook ή ένα ιστολόγιο και να διακινεί τις ιδέες του στην παγκοσμιότητα, στον πλανήτη. Άρα λοιπόν, πάλι επανερχόμαστε στο ποιος το ελέγχει και τι ρόλο παίζουν οι κοινωνίες. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό για να καταλάβουμε το εξής: Ότι, τα πράγματα δε γυρνάνε πίσω με την έννοια της εξέλιξης της τεχνολογίας. Αυτό που υπάρχει και που διαμορφώνει όλον αυτόν τον μονοσήμαντο προβληματισμό μας, είναι η οικονομική και η ιδεολογική ηγεμονία κάποιων, που έχουν ιππεύσει σ’ αυτά, τα ελέγχουν (γιατί έχουν μεταβεί επομένως στο μέλλον) και, το αναντίστοιχο των κοινωνιών που παραμένουν δέσμιες και σύρονται απ’ αυτούς, γιατί σκέφτονται με τους όρους του 18ου αιώνα. Κάποτε, αυτή απόσταση πρέπει να κλείσει. Και, μέσα απ’ τα παραδείγματα που σας λέω, μας επιτρέπεται να δούμε ότι μπορεί να κλείσει. Δεν χρειάζεται παραδείγματος χάρη ο οποιοσδήποτε τουριστικός επιχειρηματίας στην Κρήτη ή οπουδήποτε αλλού να γίνει εξάρτημα οποιασδήποτε εταιρίας. Θα μπορεί σιγά σιγά να έχει τη δική του αγορά και να απευθύνεται στην πλανητική αγορά κατά τον ίδιο τρόπο που λειτουργεί και ο διαμεσολαβητής του. Αυτός είναι ο νέος τρόπος που πρέπει να σκεφτούμε. Ότι δηλαδή, όπως ωφελεί η νέα τεχνολογία τον έναν και ηγεμόνα, έτσι μπορεί να ωφελήσει και τον έναν και μοναδικό.

Είναι σαφές ότι μεταβαίνουμε σ’ ένα πολυπολικό σχήμα, στο μέτρο που αναδύονται νέες υπερδυνάμεις και η ισχύς δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη για λογαριασμό ενός να την ασκεί. Σ’ αυτό το πλαίσιο, βλέπουμε ότι ήδη οι Ηνωμένες Πολιτείες προσανατολίζονται στο να εκχωρήσουν μέρος της περιφερειακής τους ηγεσίας σε φιλόδοξες τοπικές δυνάμεις. Το ζούμε και στην περιοχή μας. Ωστόσο, είτε υπάρξει πολυμερισμός είτε όπως ήταν στο παρελθόν διπολισμός, είτε μονοσήμαντη ηγεμονία όπως ήταν σε ένα μικρό διάστημα οι Ηνωμένες Πολιτείες, η πραγματικότητα είναι μία: ότι όσο έχουμε κρατοκεντρισμό, δηλαδή άθροισμα κρατών που το ένα είναι δίπλα στο άλλο και που, διαγκωνίζονται για την ιδιοκτησία (είτε είναι οικονομική, είτε είναι συνοριακή, είτε είναι όχι) θα έχουμε και τους πολέμους αλλά και την ανατροπή των συσχετισμών αυτών. Το ερώτημα είναι ποιο μοντέλο υπερισχύει σε επίπεδο κατανομής ισχύος. Δηλαδή, όποιος και να ηγεμονεύει στον κόσμο σήμερα, η ηγεμονία αυτή θα έχει να κάνει με τους φορείς της ηγεμονίας (αν θα είναι κινεζικές οι επιχειρήσεις ή αμερικανικές ή το αντίστροφο) αλλά όχι με τις κοινωνίες (την αμερικανική, την κινεζική ή όποια). Αυτό λοιπόν που δε μπαίνει στο καλάθι αυτής της φάσης που διερχόμαστε, είναι το κεντρικό πρόβλημα και όχι εάν θα ηγεμονεύει ο Κινέζος ή ο Αμερικανός. Πρέπει να πω όμως και αυτό που ανέφερα προηγουμένως. Ότι, έχει κι αυτό μία σημασία. Γιατί ο κάθε ισχυρός, εξάγει και το μοντέλο του. Εάν παραδείγματος χάρη η Ζιμπάμπουε, εφεύρει ένα απόλυτο όπλο που… «υπνωτίζει» ολόκληρες κοινωνίες και κυριαρχήσει στη Δύση, θα εμφανίσει αυτό που είναι αποτέλεσμα της ισχύος της ως πρότυπο για τη ζωή των ανθρώπων. Αυτό λοιπόν, αν το μεταφέρουμε τώρα στη σχέση Δύσεως και Κίνας, αντιλαμβάνεσθε ότι αναφέρεται και σε ένα μοντέλο που έχει να κάνει με τον ανθρωποκεντρισμό, δηλαδή τις ελευθερίες που έχει να επιδείξει για λογαριασμό των κοινωνιών που κατέκτησαν ήδη η κοινωνίες, η Δύση και η Κίνα. Έχει μία σημασία η οποία όμως δεν είναι η πρώτη. Διότι, η κατεύθυνση η μεσοπρόθεσμη του μέλλοντος, είναι οι κοινωνίες μέσα από τη δυστυχία που θα παραχθεί γι’ αυτές, να οδηγήσουν σε μια νέα πραγματικότητα η οποία δε νομίζω ότι θα είναι πολύ μακριά αλλά, μην είμαστε και ουτοπιστές, δεν θα γίνει αύριο το πρωί. Αν εγώ υπογραμμίζω αυτή την προβληματική, δεν είναι γιατί πιστεύω ότι η ελληνική ή οποιαδήποτε άλλη κοινωνία μόλις με ακούσει θα πει “αυτό το μοντέλο θέλω”. Οι ίδιοι οι άνθρωποι που μας ακούνε τώρα, θα πάνε στο καφενείο και θα συζητήσουν με το ποιον πρέπει να ψηφίσουν την επόμενη φορά για να μουντζώσουν τον προηγούμενο. Άρα λοιπόν, δεν είμαστε ακόμα σε τέτοιες διανοητικές διεργασίες που θα μας οδηγήσουν σε μια μεταβολή. Αλλά, όσο σπέρνουμε αυτή τη στιγμή τον σπόρο της προβληματικής για την αιτία των προβλημάτων μας, τόσο μέσα στα μυαλά -κάποιων τουλάχιστον- θα παράγεται η άλλη σκέψη που μπορεί να καρπίσει κάποια στιγμή και να βγάλει και το αποτέλεσμά της σε έναν μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Σημασία έχει όμως να προβληματιστούμε. Και, αυτός ο προβληματισμό, εκτιμώ ότι είναι ο προβληματισμός του μέλλοντος, ενώ ο άμεσος προβληματισμός είναι στο τι θα υποστούμε την επόμενη μέρα. Διότι αυτό απεργάζονται σήμερα οι διανοητές και οι συντελεστές της ηγεμονίας της διεθνούς των αγορών που ζούμε.



Cosmosystème -Cosmosystem- Κοσμοσύστημα
https://contogeorgis.blogspot.com/2020/04/blog-post_10.html?fbclid=IwAR1hncuz5vbZpIqrwUbCd2zT2xvY8MlvK2FpQRZaMa4EuaNcXjqC2n9NIMw

...

Ακολουθεί το βίντεο της συνέντευξης που έδωσε ο καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης στον δημοσιογράφο/συντάκτη κύριο Γιώργο Σαχίνη στον 984 radio (10 Απριλίου 2020), "Τα μεγάλα ερωτηματικά για το αύριο των κοινωνιών μετά την Πανδημία".


984radio
Ο πανεπιστημιακός δάσκαλος στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Γιώργος Κοντογιώργης, μιλώντας στον 98.4 , για την επόμενη μέρα στον πλανήτη μετά την πανδημία του νέου ιού που τον έχει πλήξει και τον τρόπο που συστήματα και εξουσίες , επιδρούν στις κοινωνίες με τις αποφάσεις τους, μίλησε για τις ώρες της αναγκαίας μεγάλης ενδοσκόπησης και προβληματισμού όλων των κοινωνιών. Έθεσε μάλιστα τα μεγάλα ερωτήματα: Που πηγαίνει ο κόσμος. Οι κοινωνίες ή θα γίνουν θεσμικό μέρος της πολιτείας ή θα γνωρίσουν τα χειρότερα. Η πανδημία ως τροφοδότης αφετηρία για ένα καλύτερο μέλλον της ανθρωπότητας ή για την εδραίωση και την επέκταση των ηγεμόνων της οικονομίας επί των κοινωνιών. Η λύση για να ξαναγίνουν οι κοινωνίες σκοπός της πολιτικής είναι μια: Να κατακτήσουν το μέλλον, και γιαυτο υπάρχει ένας μόνο τρόπος . Να « ιππεύσουν» στο διαδίκτυο και να αξιώσουν συμμετοχή στη διαδικασία λήψεως των αποφάσεων. Δηλαδή η μεταβολή της εκλόγιμης μοναρχίας που ζούμε σήμερα σε αντιπροσώπευση