Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2020

Γεώργιος Κοντογιώργης - Τα "κοινά" και η σημασία τους στην Ιστορία της Ελλάδας - 18.11.2020


Ο Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και πρώην Πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργος Κοντογιώργης στις 18.11.2020, στο πλαίσιο της εκπομπής "ΣΤΟ ΜΙΚΡΟΦΩΝΟ", συνομιλεί με τον Άρη Λαμπρόπουλο για τα "κοινά" και τη σημασία τους στην Ιστορία της Ελλάδας.
Το ηχητικό υλικό της πρώτης ώρας της εκπομπής, απομαγνητοφωνήθηκε από την Ελένη Ξένου.


Γιώργος Κοντογιώργης:

Μετά την πρώτη μου επιστημονική ενασχόληση που ήταν «Η Επανάσταση στον Αριστοτέλη» και ουσιαστικά η μεταβολή πολιτείας, αποφάσισα να κάνω και μία δεύτερη και τρίτη εργασία. Προσανατολίστηκα -γιατί κάτι με κινούσε προς τα εκεί- για να μελετήσω αυτό που ελέγετο και συνεχίζουμε να το λέμε, οι κοινότητες της τουρκοκρατίας. Καθώς μελετούσα -γιατί συνηθίζω να μελετώ τις πηγές και όχι τα ιδεολογήματα με τα οποία φορτώνουν την υποτιθέμενη επιστήμη οι ιστορικοί- καθώς μελετούσα λοιπόν τις πηγές, διαπίστωνα ολοένα και περισσότερο έχοντας και γνώση της πόλης-κράτους ότι, αυτό που συναντάμε την περίοδο της τουρκοκρατίας, δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός το οποίο γεννήθηκε την περίοδο της τουρκοκρατίας ή έστω λίγο νωρίτερα ή ακόμη και ένα γεγονός που ήρθε στον ελληνικό κόσμο από έξω. Ολοένα και περισσότερο με έπειθε λοιπόν, ότι, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η πόλις-κράτος όπως εξελίχθηκε στον ιστορικό χρόνο κατά την περίοδο της οικουμένης -η οικουμένη είναι μία φάση που δυστυχώς την αγνοεί ο παγκόσμιος ιστορικός επιστημονικός κόσμος και όχι μόνο, δυστυχώς, ο ελληνικός και που διατήρησε όλα τα θεμέλια χαρακτηριστικά που είχε στην εποχή της πόλης-κράτους. Ακόμα και στην περίοδο της τουρκοκρατίας.

Αυτό που αποκαλώ ελληνικός κόσμος, ελληνικό κοσμοσύστημα, πρόκειται για την ανασυγκρότηση της κοσμοϊστορίας -και μέσα σε αυτήν και της ελληνικής ιστορίας- με όρους κοσμοσυστήματος. Μέχρι τώρα έχουμε συνηθίσει να ορίζουμε ή να διαβάζουμε την Ιστορία με βάση τα μεγάλα γεγονότα (ποιος κατέκτησε, ποιος είχε μεγαλύτερη ισχύ, ποιος λεηλάτησε, ποιος Αττίλας, ποιος Ρωμαίος)… Εν πάση περιπτώσει, κατέληξαν στον δυτικό κόσμο να περιοδολογούν αυτήν την ιστορική εξέλιξη με βάση την αρχαιότητα, το Μεσαίωνα και τη νεότερη εποχής. Αυτά είναι ιδεολογήματα τα οποία δεν έχουν καμία μα καμία ιστορική βάση. Είναι “παιδικές χαρές” στον τομέα της επιστήμης. Αυτό που μπορεί μόνο να επιτρέψει την κατανόηση της Ιστορίας και της εποχής μας, είναι το να οδηγηθούμε σε μία επίγνωση του τι ήταν αυτός ο κόσμος που υπήρξε στο παρελθόν και τι είναι ο κόσμος που υπάρχει σήμερα, έτσι ώστε να ξέρουμε και πού θα πάμε αύριο. -Και, σημειώνω εδώ, ότι το αύριο είναι εντελώς άγνωστο. Δεν μας το περιγράφει κανείς-. Άρα λοιπόν, τι είναι αυτό το οποίο θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε τον ιστορικό κόσμο εκτός από αυτόν που ηγεμόνευσε; Είναι ένα πράγμα: Η φύση των κοινωνιών. Η φύση των κοινωνιών πώς θα κριθεί για να ξέρουμε πώς εξελίχθηκε ο κόσμος ή πού κατατάσσουμε την κάθε κοινωνία επάνω στον πλανήτη; Μα αφού μιλάμε για ανθρώπινες κοινωνίες, με γνώμονα την ελευθερία. Δηλαδή ποιες κοινωνίες είναι ελεύθερες και ποιες δεν είναι ελεύθερες. Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι στο μεγαλύτερο μέρος της κοσμοϊστορίας (έστω αυτής που γνωρίζουμε) ο άνθρωπος έζησε σε καθεστώς δεσποτείας. Δηλαδή μη ελευθερίας (είτε φεουδαλικό είτε άλλο καθεστώς). Η μόνη περίοδος που αναδύεται σε ένα μέρος του πλανήτη (στη Μεσόγειο και στον Εύξεινο Πόντο και συνεχώς διευρύνεται) που υπάρχει εν πάση περιπτώσει και διαπιστώνεται η δημιουργία κοινωνιών με ελευθερία, είναι ο ελληνικός κόσμος σε αυτό το μέρος του πλανήτη. Ο ελληνικός κόσμος, από τη στιγμή που συγκροτείται και διευρυνόμενος με τους εποικισμούς σε κοσμοσύστημα με εσωτερική αυτάρκεια και εσωτερική δυνατότητα πορείας στην Ιστορία, αποκτά μία δυναμική εσωτερικής εξέλιξης. Αυτή η δυναμική της εσωτερικής εξέλιξης διακρίνεται σε δύο μεγάλες περιόδους: Η πρώτη, που είναι αυτό που αποκαλώ κρατοκεντρική (οι πόλεις-κράτη), δηλαδή ο κόσμος αυτός ως άθροισμα κρατών το ένα δίπλα στο άλλο που σταδιακά επικοινωνούν και μεταξύ τους και, η δεύτερη περίοδος -όταν εξαντλείται εξελικτικά αυτή η πρώτη περίοδος του κρατοκεντρισμού- είναι η περίοδος της οικουμένης (δηλαδή της μετα-κρατοκεντρικής εποχής) όπου ο κόσμος όλος, ο οικουμενικός αυτός κόσμος, συγκροτείται με βάση ένα άλλο κράτος που ενσωματώνει μέσα του τις πόλεις-κράτη και που οικοδομείται με μία εναρμονιστική λειτουργία ενός υπερκείμενου πολιτειακού συστήματος της μητρόπολης πολιτείας που είναι η κοσμόπολη. Η κοσμόπολη λοιπόν που είναι άγνωστη στις μέρες μας, είναι το κράτος της οικουμένης που διαμόρφωσε ο ελληνικός κόσμος και διακίνησε σε όλη την περίοδο της ιστορίας του, ανεξαρτήτως του αν σε μία φάση (μικρή, τριών-τεσσάρων αιώνων) ηγεμονεύθηκε από μία προσαρτηματική πόλη -τη Ρώμη- η οποία κινήθηκε πάλι μέσα σε αυτήν την ηγεμονία του ελληνικού ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος. Αυτός ο κόσμος λοιπόν, φτάνει, με βάση αυτό το κοσμοσύστημα, μέχρι το τέλος του Βυζαντίου. Αλλά, τα αποτελέσματά του, η ύπαρξή του, συνεχίζει και στην τουρκοκρατία υπό καθεστώς εθνικής κατοχής.

Πρώτα-πρώτα να πούμε ότι η μακεδονική μοναρχία δεν είναι δεσποτική με την έννοια που την αντιλαμβανόμαστε, αυτή της αυτοκρατορίας. Δεύτερον, αυτό που χαρακτηρίζει την εξέλιξη του ελληνικού ή ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος -των κοινωνιών με ελευθερία που το αντίστοιχό τους είναι το σημερινό στη μεγάλη κλίμακα και, πρέπει να το πούμε αυτό για να ξέρουμε γιατί(;) ψάχνουμε το παρελθόν- κάθε φορά λοιπόν που είχε προετοιμαστεί μια μεγάλη ρήξη, μια μεγάλη φάση δηλαδή μετάβασης σε μία επόμενη (όπως είναι η μετάβαση στην οικουμένη, όπως ήταν η ενοποίηση της κοσμοπολιτειακής οικουμένης και όπως ήταν και η επόμενες που μπορούμε να πούμε) τότε έρχεται ένας περιφερειακός παράγον για να λειτουργήσει ως εμβρυουλκός. Η Μακεδονία, ήρθε να πραγματοποιήσει αυτό που προετοίμασε η Αθήνα και το επιχείρησε, αλλά που όμως απέτυχε. Διότι, εσωτερικά στο κοσμοσύστημα αυτό δημιουργούνται οι προϋποθέσεις αλλά, οι συσχετισμοί είναι τέτοιοι (η έλλειψη συνείδησης) που ενώ οδηγούν τους ανθρώπους δεν  τους κατευθύνουν και με αυτή τη συνείδηση. Δεν κατάφερε λοιπόν η Αθήνα να ολοκληρώσει αυτό το εγχείρημα και ήρθε κατά τον τρόπο της διαιτησίας η Μακεδονία. Το βλέπουμε αυτό στην περίπτωση του Ισοκράτη. Δηλαδή, πώς αρχικά βλέπει την Αθήνα να οδηγεί στην οικουμένη και στη συνέχεια αφού αποτυγχάνει η Αθήνα ψάχνει έναν εξωτερικό ηγεμόνα. Το ίδιο συμβαίνει με τη Ρώμη όταν η μετάβαση στην οικουμένη του ελληνικού κόσμου απέκτησε εσωστρέφεια και, η μία κοσμόπολη πολεμούσε την άλλη και φθειρόταν έτσι με ένα καθεστώς στασιμότητας. Το ίδιο συνέβη με τη στασιμότητα της Ρώμης που παρέδωσε τα κλειδιά στους Έλληνες πάλι, με τη μετακίνηση ακόμα και της πρωτεύουσας (της μητρόπολης). Το ίδιο θα συμβεί και με την ανάδυση της νεοτερικότητας της μεγάλης κλίμακας ως φάσης, αυτού που έχουμε σήμερα ως κράτος-έθνος, μέσα στο Βυζάντιο, αλλά που ήρθε να διαιτητεύσει ο δυτικός φεουδαλικός κόσμος. Πρέπει όμως εδώ να πούμε κάτι: Δεν τελείωσαν οι πόλεις με την μετάβαση στην οικουμένη μέσω της Μακεδονίας. Είναι λάθος αυτό να πιστεύεται. Ούτε οι πόλεις, ούτε η δημοκρατία. Μάλιστα, έγινε πιο βαθιά η δημοκρατία στην περίοδο της οικουμένης. Μην ξεχνάμε ότι όταν ο Αλέξανδρος πήγε στην Ασία, επέβαλε δημοκρατίες στις πόλεις της Μικράς Ασίας διότι οι ολιγάρχες τα είχαν βρει με τους Πέρσες εναντίον των Ελλήνων. Άλλωστε, μην ξεχνάμε επίσης ότι, οι πόλεις στον μητροπολιτικό κόσμο και στη Δύση, ως πόλεις-κράτη, υπήρχαν και μέχρι τη Ρώμη. Όταν η Μακεδονία με τον Φίλλιπο τον Β’ συγκαλεί το συνέδριο της Κορίνθου, προσπαθεί να βρει μία συνισταμένη κοινών αποφάσεων (συνάντησης δηλαδή των πόλεων-κρατών και των συμπολιτειών της εποχής) για να αντιτάξουν άμυνα εναντίον των Ρωμαίων.  Δεν επιβάλει καμία κυριαρχία και δεν τελειώνουν οι πόλεις. Αυτά είναι ιδεολογήματα για να μας πουν ότι η δημοκρατία και οι πόλεις τέλειωσαν τον 4ο αιώνα και ότι την ξαναβρήκαμε τη δημοκρατία σήμερα. Αυτά είναι ψεύδη του αίσχιστου είδους. Η δημοκρατία συνεχίζει και μάλιστα με εμβάθυνση μέχρι και τον 19ο αιώνα. Και μάλιστα χωρίς δουλεία! Οι πόλεις γίνονται συστατικό μέρος της κοσμόπολης.

 Όταν μιλάμε για κρατοκεντρική εποχή της εξέλιξης του ανθρωποκεντρικού κόσμου, εννοούμε ότι, η ανθρωποκεντρική εξέλιξη (δηλαδή με καθεστώς ελευθερίας) συντελείται στο εσωτερικό των πόλεων, δηλαδή των κρατών. Οι διακρατικές σχέσεις είναι σχέσεις δύναμης. Σχέσεις βαρβαρότητας. Δεν υπάρχει εκεί η αναγνώριση του πολίτη και του ελεύθερου ανθρώπου, όπως και σήμερα. Η εξέλιξη λοιπόν γίνεται –κι αυτή είναι η αντινομία του κρατοκεντρισμού, αλλά είναι η πρώτη φάση- συντελείται λοιπόν στο εσωτερικό των πόλεων. Γι’ αυτό και βλέπου ότι, όσο στο εσωτερικό οι κοινωνίες εισέρχονται στο οικονομικό και πολιτικό σύστημα (άρα προχωράμε προς τη δημοκρατία) τόσο οι διακρατικές σχέσεις γίνονται βιαιότερες. Και γι’ αυτό έχουμε το φαινόμενο των Μηλίων, των Σαμίων, των Μυτιληναίων, οι οποίο Αθηναίοι τι κάνουν; Εφαρμόζουν αυτό που θα πει ο Κλέων, την τυραννία έναντι των ηγεμονευομένων οι οποίοι αμφισβητούν την ηγεμονία τους αυτή. Δηλαδή, αυτό που το θεωρούμε αντίφαση σήμερα, είναι η αρμονία με την κρατοκεντρική εποχή. Η δημοκρατία εφαρμόζεται στο εσωτερικό, αλλά είτε είναι μοναρχία είτε αντιπροσώπευση είτε δημοκρατία, στις διακρατικές σχέσεις συμπεριφέρονται με όρους δύναμης. Αυτό μπορούμε να το δούμε στον Θουκυδίδη (στον διάλογο μεταξύ Σπαρτιατών και Αθηναίων, που ο ένας κατηγορεί τον άλλον για βιαιότητα). Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Έρχεται να ακυρώσει την έννοια του πολέμου που αιτία έχει τον κρατοκεντρισμό (τη συνύπαρξη των κρατών δηλαδή στο ίδιο κοσμοσυστημικό περιβάλλον) η οικουμένη/κοσμόπολη. Που καταργεί στο εσωτερικό της κοσμόπολης τον πόλεμο μεταξύ των πόλεων. Η πόλις όμως, διατηρεί όλες τις αρμοδιότητες που είχε στην κρατοκεντρική εποχή (εκτός από το δικαίωμα της ανεξαρτησίας) και μάλιστα, συμπληρώνεται με την συμμετοχή της στην διαχείριση του συνόλου κοσμοπολιτειακού κράτους. Γι’ αυτό και ο πολίτης μίας πόλης γίνεται και κοσμοπολίτης. -Για να δείτε πώς έχουν αφυδατωθεί οι έννοιες. Άλλοτε, ο κοσμοπολίτης στον ελληνικό κόσμο ήταν ο πολίτης της πόλης που ως εκ της συμμετοχής της στην κοσμόπολη, ήταν και πολίτης της κοσμόπολης. Θεσμική ιδιότητα. Σήμερα λοιπόν, θεωρείται αυτός ο οποίος είναι αποδεσμευμένος από την έννοια της πολιτειότητας και κινείται στον κόσμο ελευθέρως και αβιάστως.- Άρα λοιπόν, αντιλαμβάνεστε ότι εδώ έχουμε έναν ολόκληρο κόσμο εν εξελίξει, που εάν τον δούμε ακριβώς σε αυτή την βάση την κοσμοσυστημική, μπορούμε να συγκροτήσουμε τα θεμέλια μιας κοινωνικής καθολικής πολιτικής επιστήμης που θα μας επιτρέψει σήμερα να γνωρίζουμε πού βρισκόμαστε. Όχι να θεωρούμε ότι είμαστε το πρότυπο αναφοράς που ολοκληρώσαμε την εξέλιξή μας και είμαστε τώρα εδώ. Θα διαπιστώσουμε ότι είμαστε όχι ένα άλλο παράδειγμα -αυτό που λένε το «δυτικό παράδειγμα», είναι ψέμα. Η εποχή μας, συμπεριλαμβανομένης και της Δύσεως, βρίσκεται στην πρώιμη ανθρωποκεντρική εποχή του ελληνικού κόσμου. Δηλαδή στην μόλις προ-Σολώνεια εποχή. Την εποχή δηλαδή που οικοδομείται ο νεότερος ανθρωποκεντρισμός. Και αν κάνετε τη σύγκριση θα δείτε ότι είναι τα ίδια θεμέλια: Η ιδιοκτησία της οικονομίας ανήκει σε τρίτον ή στο κράτος ή σε ιδιώτη, το πολιτικό σύστημα ανήκει εξ ολοκλήρου σε έναν και σε ολίγους και η κοινωνία είναι εκτός. Η κοινωνική αντιπαράθεση γίνεται σε αθέσμιτο περιβάλλον μεταξύ αυτού που κατέχει το σύστημα (το οικονομικό ή το πολιτικό) και της κοινωνίας που είναι ιδιώτης και μπορεί να διαδηλώνει. Άρα λοιπόν, πρέπει να ξεχωρίσουμε αυτό που συνιστά φάση του συνόλου ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος στη μεγάλη κλίμακα (το κράτος-έθνος αντί την πόλη-κράτος) και, από την άλλη μεριά την πρώιμη ανθρωποκεντρική φάση στην οποία έχουμε εγκατασταθεί.

Όταν μιλάμε για τα «κοινά», μπορούμε να αναδείξουμε δύο μεγάλα φαινόμενα της εποχής μας. Γιατί ξεκινάμε από μηδενική αφετηρία; Γιατί σήμερα ζούμε δηλαδή την πρωτόλεια αυτή εποχή την ανθρωποκεντρική εποχή που έχει μόνο την ατομική ελευθερία και την εξωθεσμική παρουσία των κοινωνιών; Την αντιπαράθεση, δηλαδή την αντιλογία του δικαιωματισμού που είναι η διεκδίκηση των ομάδων να έχουν εξουσία μονοπωλιακή επί της κοινωνίας εναντίον της ελευθερίας που θα επέτρεπε στην  κοινωνία να είναι αυτή ο κυρίαρχος παράγον στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων. Αυτό λοιπόν είναι το κεντρικό ζήτημα που, το συγκαλύπτουν γιατί αλλιώς πρέπει να ομολογήσουν ότι για να ολοκληρωθεί η μετάβαση στη μεγάλη κλίμακα του κράτους-έθνους μέσω της Δύσεως, κατηργήθη το σύνολο του ελληνικού πολιτισμικού κεκτημένου μιας οικουμενικής φάσης για να οπισθοδρομήσουμε στην πρόδρομη φάση που μόλις εισέρχεται και ο ελληνικός κόσμος στον ανθρωποκεντρισμό. Σκεφθείτε δηλαδή τι μέγεθος οπισθοδρόμησης για εμάς αλλά και για τον σύνολο κόσμο. Διότι αν είχε επικρατήσει ο ελληνικός δρόμος προς τη νεοτερικότητα, προς τη μεγάλη κλίμακα -που είχε ξεκινήσει από το Βυζάντιο και μετακενώθηκε στη Δύση- σήμερα ο κόσμος θα ήταν διαφορετικός στις ελευθερίες του και σε όλα.

Σήμερα, έχουμε «ατομική» ελευθερία και κοινωνικοπολιτικά δικαιώματα εκεί που δεν είμαστε ελεύθεροι. Η διαδήλωση είναι δικαίωμα. Δε θα υπήρχε η ανάγκη της διαδήλωσης, άρα αυτού του δικαιώματος και στον τομέα της εργασίας και των άλλων δικαιωμάτων, εάν ήμασταν πολιτικά ελεύθεροι. «Είμαι ελεύθερος», σημαίνει αποφασίζω εγώ για τα πράγματα της ζωής μου. Είμαστε «ατομικά ελεύθεροι» σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή μπορούμε να κλείσουμε για παράδειγμα το μικρόφωνο και να βγούμε έξω να πάμε μία βόλτα -αν θέλουμε. Ή να κάνουμε επιλογές ιδιωτικής ζωής. Αλλά, πολιτικά, αφού αποφασίζει κάποιος άλλος για εμάς, δεν είμαστε ελεύθεροι. Κατά την ίδια έννοια που και όταν συνάπτουμε σχέση εργασίας δεν είμαστε ελεύθεροι. Ο ελληνικός κόσμος λοιπόν, μας διδάσκει πώς εξελίσσεται ένα οικονομικό σύστημα από αυτή τη φάση που έχουμε σήμερα σε μία άλλη φάση όπου εφαρμόζεται η δημοκρατική αρχή στο οικονομικό σύστημα. Που μετέχει δηλαδή στη διοίκηση του οικονομικού συστήματος και η κοινωνία της εργασίας. Το ίδιο και στην πολιτική. Άρα λοιπόν, ο ελληνικός κόσμος έχει να επιδείξει αυτό το φαινόμενο (ατομική ελευθερία με όρους εξουσίας ιδιοκτησιακής ή άλλης) το οικονομικό και πολιτικό σύστημα, στην εποχή του Σόλωνα. Ο Σόλωνας κάνει την τομή. Μέχρι τότε εκλέγονταν με την καθολική ψηφοφορία. Και κάνει την τομή γιατί; Για να μην επιτρέψει ξανά η οικονομία μέσω του συστήματος δανεισμού και άλλων τινών (τη νομισματική οικονομία που είχε μπει πλησίστια για την εποχή εκείνη), να ηγεμονεύσει επί της προσωπικής ζωής αλλά και επί των πόλεων αυτή η κορυφαία ιδιοκτησία της οικονομίας. Και τι κάνει; Μεταβάλει το μοναρχικό σύστημα (δηλαδή την εκλόγιμη μοναρχία αυτή που ζούμε και σήμερα) σε αντιπροσωπευτικό σύστημα. Δηλαδή, θέσμισε την κοινωνία σε δήμο και διαχώρισε την ιδιότητα του εντολέα και εντολοδόχου που την είχε ως καθολική αρμοδιότητα ο «πρωθυπουργός» της εποχής (ο Σόλωνας και οι άλλοι), τη διαχώρισε λοιπόν και την ιδιότητα του εντολέα την έδωσε στον δήμο (στην κοινωνία που την θέσμισε) για να είναι καθημερινός θεσμός (και όχι επ’ ευκαιρία όπως μας λένε σήμερα οι περίφημοι αμεσοδημοκράτες με τα δημοψηφίσματα) που μετέχει όπως και βουλή και οι υπουργοί στη διαδικασία λήψεως των αποφάσεων. Τι μας λέει ο Σόλωνας λοιπόν ότι έκανε; Έδωσε το «εκλέγειν», το «ανακαλείν», «το ελέγχειν» (να ελέγχει δηλαδή τον πολιτικό ο δήμος), το «ευθύνειν» να του ζητάει ευθύνες, να τον προσάγει στη δικαιοσύνη και βεβαίως να καθορίζει το πλαίσιο της πολιτικής που θα ακολουθήσει. Άρα λοιπόν, το πολιτικό σύστημα σήμερα, είναι προ-αντιπροσωπευτικό. Δηλαδή, τυπικά μια ολιγαρχευομένη εκλόγιμη μοναρχία. Ένας κατέχει το σύστημα και μία κοινωνία νομιμοποιεί διά της ψήφου της τον επόμενο μονάρχη. Ούτε τον τιμωρεί ούτε τίποτε. Τον νομιμοποιεί στη θέση του. Αυτό λοιπόν, τελειώνει -γιατί ξέρετε, αυτός ο ελληνικός κόσμος διδάσκει ότι, όσο χειραφετείται αυτονομείται και κυριαρχεί η οικονομία (ο ιδιοκτήτης του συστήματος της οικονομίας και όχι το κεφάλαιο), όσο λοιπόν αυτονομείται και επιβάλει την ηγεμονία, τόσο η κοινωνία προσπαθεί να μπει -σε πρώτη φάση- μέσα στο πολιτικό σύστημα. Αντί να είναι απ’ έξω και απλώς να “χτυπάει” την πόρτα του, μπαίνει μέσα και γίνεται θεσμός. Δηλαδή θεσμοθετεί και τον εαυτόν της ώστε η σύγκρουση η αντιμαχία, να γίνεται μέσα στο πολιτικό σύστημα και όχι μεταξύ αυτού που κατέχει το πολιτικό σύστημα και της κοινωνίας ιδιώτη. Αυτό λοιπόν διδάσκει όλη η ανθρωποκεντρική εξέλιξη μέσα στην πόλη-κράτος, αλλά το ίδιο διδάσκει και η κοσμόπολη με τη δημοκρατική ολοκλήρωση στην περίοδο του Βυζαντίου όπου ετοιμάζεται και η μετάβαση στη μεγάλη κλίμακα.

Η μεγάλη ακριβώς σύγχυση που έχει επικρατήσει στη νεότερη ιστοριογραφία, όπως ιταλικές πόλεις, χανσεατικές πόλεις και τα μικρά αυτά φαινόμενα στον σλαβικό κόσμο- δεν είναι τίποτε άλλο παρά το αποτέλεσμα της μετακένωσης του ελληνικού κοινού στην δεσποτική του περιφέρεια. Όσο ο ελληνικός κόσμος εξελίσσεται και μάλιστα όταν εισέρχεται στην οικουμένη, τόσο διευρύνει τα όρια της επιρροής του άρα της διείσδυσής του μέσα στον κόσμο τα δεσποτείας. Αυτό συνέβη την περίοδο του κρατοκεντρισμού μέχρι την Αγγλία. Πήγαιναν εκεί οι Μασσαλιώτες για να βρουν κασσίτερο και μετέφεραν και τις αξίες και  ουσιαστικά και τους θεσμούς. Αυτά μας τα λένε οι αρχαίοι ιστορικοί. Ο Στράβων μας εξηγεί ότι, οι Γαλάτες είχαν υιοθετήσει ακόμα και τα συμβόλαια στην ελληνική και το σύστημα των πόλεων και λοιπά, όπως το είχαν οι Έλληνες. Αυτή λοιπόν η διακτίνωση του ελληνικού κόσμου, φέρνει -όχι μόνο- ό,τι και σήμερα ξέρετε. Όταν επεκτάθηκε ο δυτικός κόσμος στο σύνολο του πλανήτη μετέφερε εκεί όχι μόνο την οικονομική του ισχύ και την εκμετάλλευση αλλά μετέφερε και το σύστημά του- αυτό συνέβη και τότε λοιπόν. Αυτά που λέμε Χανσενικές, ιταλικές πόλεις και λοιπά, δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της μετακένωσης από το Βυζάντιο, του συστήματος των κοινών από κοινού με τη νομισματική οικονομία και το εταιρικό σύστημα (την εφαρμογή δηλαδή της δημοκρατικής αρχής στην οικονομία) που αργότερα αποκλήθηκε ως «συντροφίες» (οι Βυζαντινοί το έλεγαν «σύστημα»), μετακένωση λοιπόν στον δυτικό κόσμο. Έτσι ξεκίνησε η δυτική Αναγέννηση.

Οι πρωτόγονες κοινωνίες λειτουργούν με βάση αυτοματισμούς. Δεν υπεισέρχεται η έννοια του συμφέροντος που υπεισέρχεται όταν καθιερώνεται η ιδιοκτησία και η εγκατάσταση των ανθρώπων σε κοινωνίες -με την έννοια που ξέρουμε των ανθρωποκεντρικών κοινωνιών. Επομένως, δεν είναι δυνατόν να τις εξισώσουμε με την έννοια της δημοκρατίας. Πολλοί είναι εκείνοι που δεν καταλαβαίνουν τι είναι η δημοκρατία και σε ποια φάση αντιστοιχεί. Παραδείγματος χάρη, γιατί(;) δεν εμφανίστηκε στην πόλη στην ομηρική εποχή και εμφανίστηκε στον 5ον αιώνα αφού προηγήθηκαν η εκλόγιμη μοναρχία και η αντιπροσώπευση; Αυτοί που δεν καταλαβαίνουν λοιπόν, πάνε να βρουν τις πηγές της δημοκρατίας στην πρωτόγονη κοινωνία. Δεν γίνεται έτσι η εξέταση των πραγμάτων. Διότι ο κόσμος της πρωτόγονης κοινωνίας δεν συγκροτείται με τους όρους του ανθρωποκεντρισμού για να συγκριθεί με την ανθρωποκεντρική δημοκρατία που έχουμε. Δεν υπάρχουν δικαιώματα στις πρωτόγονες κοινωνίες. Δεν έχουνε συνείδηση ελευθερίας. Λειτουργούν κατά το συλλογικό όπως λειτουργούν και οι ομάδες των λιονταριών και των άλλων ζώων που δεν τρώγονται μεταξύ τους. Οι άνθρωποι “τρώγονται” -βέβαια- αλλά, λειτουργούν κατά ομάδες με βάση τη συγγένεια κυρίως.

Επομένως, συγκρατούμε ότι υπάρχει ένα δεσποτικό κοσμοσύστημα που κινείται στην Ιστορία μετά τον πρωτογονισμό, που είναι εγκατεστημένες κοινωνίες και που η ιδιοκτησία του δεσπότη/φεουδάρχη ή κρατικού δεσπότη κυριαρχεί (ανώτερη έκφραση είναι η ασιατική δεσποτεία) και, έχουμε στη συνέχεια σε αυτόν τον ελληνικό χώρο το ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα από το οποίο μπορούμε να αντλήσουμε όλα τα στοιχεία της γνώσης που μας χρειάζονται για την επιστήμη προκειμένου να την απο-φορτώσουμε από ιδεολογία. Ο Διαφωτισμός και η απολυταρχία του 18ου – 19ου αιώνα, διέπραξε δύο μεγάλες ρήξεις με τον ελληνικό κόσμο, ενώ τον θαύμαζε και ήθελε να τον ανασυγκροτήσει. Όχι μόνο τον αρχαίο αλλά και τον βυζαντινό από τον οποίο προερχόταν. Οι δύο αυτές ρήξεις είναι, με τις έννοιες η μια και με τον ιστορικό χρόνο της ανθρωποκεντρικής εξέλιξης η άλλη. Έρχονται λοιπόν και βγάζουν το περιεχόμενο της δημοκρατίας από τη δημοκρατία όπως την ορίζει η εποχή που τη γέννησε και, βάζουν ως περιεχόμενο δημοκρατίας με επιθετικούς προσδιορισμούς και διάφορες τέτοιες ανοησίες τον κοινοβουλευτισμό. Δηλαδή την εκλόγιμη μοναρχία. Και μας λένε ότι, έχουν πραγματοποιήσει το “θαύμα”… Ότι δηλαδή, το ίδιο το πολιτικό σύστημα της εκλόγιμης μοναρχίας να είναι συγχρόνως και αντιπροσώπευση και δημοκρατία. Άρα δεν έχουμε, μας λένε, κάτι άλλο να γνωρίσουμε στην εξέλιξη και ότι δε μπορούμε ούτε καν να διανοηθούμε ότι θα εφαρμόσουμε τη δημοκρατική αρχή στην οικονομία/στο οικονομικό σύστημα. Δε μπορούμε, μας λένε, να εφαρμόσουμε τη δημοκρατική αρχή στο πολιτικό σύστημα. Και, όποιος αμφισβητεί αυτή την… “αυθεντία” της δημοκρατία του σήμερα, είναι υπόλογος για επιλογή της δικτατορίας. Εκεί έχουμε φτάσει. Αλλά το θέμα είναι, ότι, κάποτε, πρέπει να αναλογιστούμε ότι δεν είναι το κεφάλαιο που δημιουργεί την εκμετάλλευση. Είναι η ιδιοκτησία επί του οικονομικού συστήματος. Το αίμα που χύθηκε στη διάρκεια των δύο αιώνων (ιδίως του 20ου αιώνα) δεν χύθηκε στο όνομα της δημοκρατίας αλλά στο όνομα του εάν το οικονομικό σύστημα θα ανήκει στον ιδιώτη κατά κύριο λόγο ή στο κράτος. Οι κοινωνίες και στις δύο περιπτώσεις ήταν έξω. Δε μπορείτε να διανοηθείτε πόσο μοιάζουν ο φιλελευθερισμός με τον σοσιαλισμό. Έχουν ταυτολογική υπόσταση. (Το πολιτικό σύστημα δε διαφέρει, το οικονομικό σύστημα δε διαφέρει, η σχέση κοινωνίας και οικονομία, η σχέση κοινωνίας και πολιτικής δε διαφέρουν). Υπάρχει όμως μία θεμελιώδης διαφορά μεταξύ των κοινωνικών επιλογών τους ελληνικού κόσμου στην αντίστοιχη περίοδο με τις κοινωνικές επιλογές στην εποχή μας που είναι και η στρέβλωση: Τότε, για την ατομική απελευθέρωση ενός εκάστου (ατομική ελευθερία) επελέγη η ισοδιανομή της γης. Η ισότητα ενώπιο της ιδιοκτησίας. Στην εποχή μας, επελέγη προλεταριοποίηση. Η ισότητα ενώπιον της ακτημοσύνης. Αλλά, ποια είναι η διαφορά; Ότι, την ιδιοκτησία του οικονομικού συστήματος δεν την κατήργησαν. Την οικειοποιήθηκε το κράτος έχοντας το κράτος και όλα τα άλλα (πολιτικό, οικονομικό σύστημα στην ιδιοκτησία του, τη διοίκηση, τη δικαιοσύνη, τον στρατό και λοιπά) και ορίστηκε ως η πεμπτουσία του ολοκληρωτισμού. Μια ο σοσιαλιστικός ολοκληρωτισμός, δύο ο φιλελεύθερος ολοκληρωτισμός. Δεν έχουμε καμία σχέση με αυτό το εξελικτικό γινόμενο του ελληνικού κόσμου.

Αλλά προσέξτε όμως! Ξεφύγαμε από το θέμα το οποίο νομίζω είναι κεντρικό για την εποχή μας: τα κοινά. Θα επανέλθω σε αυτό για να επισημάνω ότι, ουδείς, μέχρι τη δεκαετία του ’70 προς ’80 που άρχισα να μελετώ τα κοινά, δεν είχε διανοηθεί να τα συσχετίσει με την πόλη-κράτος. Απέδειξα με το έργο μου εκείνη την εποχή, ότι, τα κοινά (αυτό που λένε «κοινότητες») που το όρισαν ουσιαστικά με βάση το τριτοκοσμικό υποκείμενο που μετακενώθηκε στη Δύση, των πόλεων, οι κοινότητες λοιπόν δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι πόλεις-κράτους όπως μετεξελίχθηκαν στην οικουμένη. Μάλιστα έδειξα πώς οι αξίες και οι θεσμοί είχαν την ίδια αναφορά. Θα σας πω ένα-δύο περιπτώσεις για να δείτε ότι δεν το ανακάλυψαν οι Έλληνες της τουρκοκρατίας αλλά το κληρονόμησαν. Διότι από το Βυζάντιο εισήλθε ο ελληνικός κόσμος στην τουρκοκρατία με θεμέλιο τα κοινά και τη δημοκρατία μέσα στα κοινά. Το σεβάστηκαν οι Οθωμανοί γιατί τους προσέφεραν όφελος και όχι γιατί ήταν υπέρ. Αυτοί ήταν κρατικοί δεσπότες ασιατικού τύπου. Αλλά, αντλούσαν όφελος. Αντλούσαν δύναμη. Αν είχε μία δύναμη η οθωμανική αυτοκρατορία, ήταν αυτή που τους προσέφερε ο ελληνικός κόσμος. Τα κοινά της τουρκοκρατίας έχουν και εκλεγμένους άρχοντες. Πρώτα-πρώτα υπάρχει ο δήμος όπου συνέρχονται όλοι «μικροί» και «μεγάλοι» (δηλαδή σημαντικοί και μη σημαντικοί). Δεύτερον, εκλέγουν τους προεστούς. Οι προεστοί, είναι πάντα ένα συνοδικό σώμα του οποίου όμως τα μέλη έχουν αυτονομία. Δε διορίζει ο ένας τους άλλους. Ο καθένας έχει τη δική του αυτονομία (συγκρίνετε με τη σημερινή οποιαδήποτε κυβέρνηση που είναι μονοκράτορας ο ένας και διορίζει και παύει). Εκεί είναι συνοδικό το όργανο, εκλέγεται όπως και στην αρχαιότητα για έξι μήνες έως έναν χρόνο, είναι ελευθέρως ανακλητό και συγχρόνως λειτουργεί με τους όρους της ομοφωνίας. Η αρχή της πλειοψηφίας εφαρμόζεται στο δήμο -στη μάζωξη όπως λένε. Και πώς επιβεβαιώνεται αυτή η συνοδική λειτουργία με ομοφωνία των προεστών; Με την σφραγίδα. Κόβουν τη σφραγίδα σε τόσα κομμάτια όσοι είναι οι προεστοί. Και, για να υπάρξει απόφαση, πρέπει να φέρουν όλοι το κομμάτι της σφραγίδας. Εάν διαφωνήσουν, θα επανέλθουν στον δήμο, στη μάζωξη.

Για να έρθουμε λοιπόν στο Βυζάντιο. Αυτό που γνωρίζουμε όλοι είναι ο θαυμασμός προς τον Ιουστινιανό που σκότωσε στoν ιππόδρομο μερικές δεκάδες χιλιάδες πολίτες. Δε συγκρατούμε ότι, με τη μετάβαση στο Βυζάντιο το πολιτικό σύστημα αρχίζει σιγά-σιγά να αλλάζει δραματικά. Το κεντρικό πολιτικό σύστημα. Που σημαίνει το πολιτικό σύστημα της μητρόπολης, δηλαδή της Κωνσταντινούπολης. Ο δήμος παύει να είναι νομοκατεστημένος (δηλαδή να έχει τους συγκλητικούς και ο λαός να είναι απών όπως ήταν στη Ρώμη). Παύει να είναι όπως ήταν στην περίοδο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που, τον βασιλέα/μονάρχη τον εξέλεγε ο στρατός. Επανέρχεται ο δήμος της πόλης και η σύγκλητος. Και ποια είναι η σχέση αυτή; Η σχέση αυτή διαμορφώνεται κατά τον όρο της ισορροπίας ανάλογα του ποιος είναι πιο ισχυρός. Τι συνέβη λοιπόν την περίοδο του Ιουστινιανού; Ο δήμος διεκδίκησε πολύ μεγαλύτερη αρμοδιότητα από αυτήν που ήταν έτοιμος να του δώσει ο βασιλέας. Συνήλθε και καθαίρεσε τον βασιλέα Ιουστινιανό και εξέλεξε άλλον βασιλέα. Και τι έκανε ο Ιουστινιανός; Έβαλε τον στρατό και τους αποδεκάτισε. Δεν κατηργήθη όμως ο δήμος. Ομολογία εκεί ότι, έχουμε μία νέα θεσμική πραγματικότητα που τη συναντάμε σε όλη τη διαχρονία του Βυζαντίου, όπου θεσμός της κεντρικής πολιτείας δεν είναι ο βασιλέας. Δεν ενσαρκώνει το πολιτικό σύστημα ο βασιλέας. Είναι μέρος του θεσμικού περιβάλλοντος όπου κυρίαρχη παράμετρος είναι ο δήμος και η σύγκλητος. Μάλιστα, επειδή πολλά λέγονται κατά καιρούς για τις μονοσήμαντες προσεγγίσεις της εκκλησίας, στο Βυζάντιο η ελληνική εκκλησία (η ελληνική εκδοχή του χριστιανισμού) είναι θεματοφύλακας του νομικού αυτού πολιτισμού που καθιερώνει τη δημοκρατία στα κοινά.

Πώς προκύπτει: Θα σας το πω με μερικά ελάχιστα παραδείγματα. Πρώτα-πρώτα προκύπτει από το γεγονός ότι η ίδια υποστασιοποιήθηκε, διότι Έλληνες την έφτιαξαν και τη θέσμισαν, κατά το πρότυπο, δηλαδή με τους όρους της πόλης, γι’ αυτό και έχουμε τους μητροπολίτες και αυτόν τον κατακερματισμό, την απαγόρευση της εισπήδησης ακόμα και του οικουμενικού πατριάρχη (δηλαδή το να πάει κάπου χωρίς την άδεια του οικείου μητροπολίτη) πολεοκεντρική λοιπόν, και συγχρόνως, εκκλησία του δήμου των πιστών. Ξέρετε, η επιτυχία του χριστιανισμού ήταν γιατί ήταν η πρώτη φορά που ιδεολογικά ενώθηκαν οι Έλληνες εναντίον της ολιγαρχίας της Ρώμης. Αυτό το αγνοούμε. Αλλά όμως, η ελληνική εκδοχή του χριστιανισμού, δεν έγινε κατά το καθολικό δόγμα. Δε θεσμοθετήθηκε δεσποτικά. Αλλά ως εκκλησία του δήμου των πιστών. Γι’ αυτό και οι κληρικοί εκλέγονταν ακόμα και στην τουρκοκρατία, ανακαλούνταν από τον δήμο, δεν υπήρχε διοίκηση των πραγμάτων της εκκλησίας από τους κληρικούς αλλά διοικούνταν από τον κοινό λαό που συνέρχονταν και αποφάσιζε. Υπάρχει η δημοκρατική παράδοση που ξεκινάει από τις απαρχές του χριστιανισμού και τελειώνει τον 19ο αιώνα που έρχεται να επικρατήσει, να επιβληθεί και στον ελληνικό κόσμο/κράτος η δεσποτεία η βατικάνεια· με τους βαυαρούς. Τα περί… πρωτο-χριστιανών και άλλων τινών δεν ισχύουν. Είναι η παρηγοριά των δυτικών που θέλουν να μας πουν ότι η δεσποτεία είναι ανώτερη της δημοκρατίας. Γιατί κατηργήθη η εκκλησία του δήμου των πιστών. Να προσθέσω λοιπόν εδώ και κάτι ακόμα. Επειδή αναφερθήκατε στον αυτοκρατορικό χαρακτήρα. Έρχεται λοιπόν η εκκλησία η ίδια, πέραν των μεγάλων πλήθους αναφορών που υπάρχουν για την αντίσταση και τη θεωρητική επεξεργασία της διαφοροποίησης μεταξύ του βασιλέως και του τυράννου -(βασιλέας είναι αυτός που εκλέγεται από τον δήμο και πολιτεύεται προς το φιλάνθρωπον, δηλαδή με όρους κοινωνικής πρόνοια και που είχε αναπτύξει εξαιρετικά το Βυζάντιο, δηλαδή το κράτος δικαίου και πρόνοιας). Αυτά τα στοιχεία είναι εκείνα που οδηγούν τους θεωρητικούς της εκκλησίας να λένε στον βασιλέα ότι, «Η χάρις του θεού (δηλαδή η ευλογία του θεού, διότι δεν είναι ελέω θεού ο βασιλέας αλλά είναι εκλεγμένος) δεν έρχεται σε εσένα απ’ ευθείας, αλλά μέσω το δήμου. Εάν ο δήμος σου αφαιρέσει την αποδοχή και σε ανακαλέσει, παύεις να έχεις τη χάρη του θεού».

Ο Φωκάς, (όχι ο Νικηφόρος Φωκάς), είναι ένας που χαρακτηρίστηκε τύραννος. Ο Φωκάς λοιπόν ήταν ένας άσημος λοχίας -ας τον πούμε έτσι- του βυζαντινού στρατού, που κατάφερε να οικειοποιηθεί τη δυσαρέσκεια που υπήρχε για κάποιες πολιτικές επιλογές ενός σημαντικού βασιλέα του Βυζαντίου και, κατάφερε να ανακηρυχθεί από τον στρατό στον οποίο υπηρετούσε, βασιλιάς. Δεν τόλμησε να μπει ποτέ (όπως και οι άλλοι) στην Κωνσταντινούπολη. Περίμενε απ’ έξω να ανακηρυχθεί βασιλιάς από τον δήμο και τη σύγκλητο και μετά εισέλθει μέσα. Πώς γίνεται αυτή η ανακήρυξη; Συνέρχονται στον ιππόδρομο ή στον φόρο και,  αποφασίζουν. Είναι μία τυπική διαδικασία.

Για όλα αυτά που λέμε τώρα, μπορείτε να δείτε εκατοντάδες πηγές που αναφέρονται στο μόλις προ εβδομάδος εκ δοθέν βιβλίο μου, δηλαδή τον 4ο τόμο του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ, που είναι αφιερωμένος στο κοινωνικο-οικονομικό και πολιτικό σύστημα του Βυζαντίου. Δηλαδή στις ανθρωποκεντρικές τους σταθερές. Ο 3ος τόμος ήταν στην ταυτότητα και στην εξήγηση του γιατί(;) η Ρώμη παρέδωσε τα κλειδιά του ρωμαϊκού imperium (της Ρώμης) στους Έλληνες. Εδώ λοιπόν έχουμε αυτή την ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Έχουμε διαλόγους οι οποίοι εξηγούν πάρα πολύ καλά πώς λειτουργεί η βασιλεία. Θα σας αναφέρω μία: Πηγαίνει ο Κωνσταντίνος -ο κατά την εκκλησία Κύριλλος (ένας εκ των αποστόλων των Σλάβων που τους εκχριστιάνισε)- σε μία αποστολή σε έναν τουρκόφωνο λαό στην περιοχή της Κριμαίας. Και εκεί λοιπόν, κάνουν έναν διάλογο που μας μεταφέρει. Του λέει ο εκεί λοιπόν τοπικός άρχοντας: «Εμείς, έχουμε έναν μονάρχη από μία οικογένεια, που μας κυβερνά και είμαστε ήσυχοι. Εσείς, τη μία εκλέγετε τον έναν την άλλη τον άλλον, την άλλη δεν σας αρέσει αυτός και βγάζετε άλλον και, επομένως είστε σε μία διαρκή αλλαγή προσώπων και οικογενειών στη εξουσία». Και το απαντά ο άλλος: «Ναι, όντως. Εμείς δεν είμαστε ό,τι εσείς. Είμαστε διαφορετικοί». Το ίδιο μας αναφέρει μία πηγή κινεζική. Ένας Κινέζος που ήρθε στην Κωνσταντινούπολη ο οποίος γράφει: «Αυτός ο παράδοξος λαός που αντί να έχει έναν μονάρχη να τον κυβερνάει με μία οικογένεια, αλλάζει μονάρχη ανάλογα ακόμα και με τις καιρικές συνθήκες. Αν δηλαδή ο καιρός δεν ήταν καλός και έγινε μία μεγάλη ζημιά, την χρεώνουν στον βασιλιά τους και τον βγάζουν από την εξουσία και βάζουν έναν άλλον διότι θεωρούν ότι είναι αυτός υπεύθυνος ακόμα και για τις καιρικές συνθήκες».

Θέλω να πω, ότι, αυτά όλα δείχνουν ένα πράγμα. Ότι έχει απλωθεί πολύ μεγάλο “χαλί” για να σκεπάσει τις πηγές προκειμένου να μην φαίνεται αυτό το οποίο κατελύθη από τον δυτικό κόσμο όταν ανέλαβε την πρωτοβουλία των κινήσεων. Οι πηγές μιλάνε μόνο για το Βυζάντιο όταν θέλουν να αναφερθούν στο κράτος, οι πηγές επίσης μιλάνε για τον βασιλέα των Ρωμαίων αλλά, από τον 9ο αιώνα όταν άρχισε να αμφισβητείται η ιδιοκτησία της Ρώμης από τους Έλληνες, από τον πάπα, -που ιδιοκτησία της Ρώμης σήμαινε ποιος έχει το δικαίωμα της ηγεμονίας επάνω στην οικουμένη- και μόλις άρχισε η αμφισβήτηση ο βασιλέας που μπορεί να είχε διάφορα προσωνύμια αλλά ποτέ των Ρωμαίων μέχρι τότε, πήρε αυτό το προσωνύμιο για φωνάζει προς τα έξω ότι «αυτός» είναι. Το ίδιο προσέφερε την αναγκαία νομιμοποίηση και η εκκλησία, λέγοντας ότι όπως υπάρχει ένας θεός στον ουρανό, υπάρχει μόνο ένας βασιλιάς και στην οικουμένη. Πρέπει να γνωρίζουμε την αμφισβήτησή του δηλαδή, από τους άλλους, τους δυτικούς και λοιπά. Επίσης, αυτό που συμβαίνει στην περίοδο της οικουμένης είναι ότι, το κράτος της οικουμένης δεν ορίζεται με βάση άλλη ταυτότητα παρά μόνο κατά τον τρόπο της συγκρότησής του από τη μητρόπολη πόλη. Το κράτος των Σελευκιδών, το κράτος των Πτολεμαίων (γιατί ήταν μοναρχικά τότε) ή των Αλεξανδρινών (η πρωτεύουσα), το κράτος των Ρωμαίων από τη Ρώμη, το κράτος του Βυζαντίου όπως το αποκαλούν από την αρχή σχεδόν οι Βυζαντινοί μέχρι το τέλος. Σπανίως και ελάχιστοι είναι εκείνοι που το αποκαλούν «Ρωμανία». Είναι στη φύση του κράτους της οικουμένης, της κοσμόπολης, να ορίζεται, γιατί έτσι είναι συγκροτημένο, με βάση και αφετηρία την πόλη η οποία βασιλεύει ή ηγεμονεύει (όπως θέλετε πείτε το) εκ των άλλων πόλεων. Η εξουσία του βασιλιά, σταματάει στα τείχη των πόλεων. Δεν υπάρχει το καθεστώς της πολιτικής κυριαρχίας που έχει σήμερα ένας πρωθυπουργός που απλώνει τους υπαλλήλους του και πιάνει τον κάθε έναν είτε για φορολογικούς είτε για άλλους λόγους στο τελευταίο χωριό. Δεν έχει τέτοια αρμοδιότητα. Έχει μόνο την αρμοδιότητα της έννομης επιστασίας. Δηλαδή των μεγάλων πολιτικών αποφάσεων που έχουν να κάνουν με την επικράτεια και όχι με τις επιμέρους. Γι’ αυτό και βλέπουμε ότι και η νομοθεσία τους -με εξαίρεση τρεις μεγάλες ιστορικές περιόδους- περιορίζεται στη μητρόπολη. Η νομοθεσία του Λέοντα του Σοφού παραδείγματος χάρη για τα συστήματα/συντεχνίες αφορά στην Κωνσταντινούπολη· δεν αφορά στο σύνολο που έχουν αρμοδιότητα να δημιουργήσουν τις σχέσεις εσωτερικά η κάθε μία πόλη χωριστά. Η κωδικοποίηση των νόμων αφορά γενικά στοιχεία τα οποία έχουν να κάνουν με την επικράτεια και, ειδικότερα ζητήματα που έχουν να κάνουν με πολύ σημαντικές υποθέσεις. Παραδείγματος χάρη, τον θάνατο κάποιου. Δηλαδή μεγάλα ζητήματα. Μπορείτε να δείτε και στην περίοδο της τουρκοκρατίας ότι, τα κοινά, έχουν την ευθύνη για την ασφάλεια της περιοχής. Έχουν επίσης την ευθύνη για τη δημιουργία έργων εσωτερικών, για την παιδεία, έχουν την ευθύνη για τις φυλακές, για την άσκηση της δικαιοσύνης, για όλα. Στην περίοδο του Βυζαντίου, είχαν την αρμοδιότητα και για την άμυνα της πόλεως. Γι’ αυτό και έχουμε μεγάλες πραγματείες οι οποίες διδάσκουν πώς θα οργανωθεί η άμυνα της πόλης, η οποία είναι περιτειχισμένη. Δεν έχουμε δηλαδή το φαινόμενο που ισχυρίζονται σήμερα ότι, μεταβαίνουμε από την περιτείχιση της πόλεως στο κάστρο. Αυτό συνέβη στην Ευρώπη –που περιήλθε στη φεουδαρχία. Εδώ έχουμε την περιτείχιση των πόλεων. Τα κάστρα, είναι τα φρούρια σε ειδικά σημεία που είναι κομβικά στρατηγικής σημασία.

(...)

 

Ακούστε τη συνέχεια της εκπομπής στον σύνδεσμό: https://www.youtube.com/watch?v=MnlWynkKjBU&feature=share&fbclid=IwAR09DPDdB3bICLNZQs__NMBTipjf_ZLOTHeBjmipn_TlwcZFk6Dj2yeXF3g



Τα "κοινά/πόλεις" των Ελλήνων και η δημοκρατία καταντικρύ στην ολιγαρχική νεοτερικότητα: https://contogeorgis.blogspot.com/2020/11/blog-post_19.html?fbclid=IwAR3R3o52Utve_d9BEWJRgmohbhq2NBgR1XdruSv27PaRwCaqJ59_ZhHDd2g





Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

Πώς γράφεται η Ιστορία; (Αρχείο ΕΡΤ, 1983)




Νίκος Σβορώνος:
 
Στο γενικό αυτό ερώτημα "Πώς γράφεται η Ιστορία", καθώς καταλαβαίνετε η απάντηση (και μάλιστα η σύντομη απάντηση) δεν είναι εύκολη. Δεν ξέρω κι αν είναι δυνατή. Εν πάση περιπτώσει, ας πούμε ορισμένες γενικές -τουλάχιστον- αρχές, ή ακόμα καλύτερα, τουλάχιστον πώς εγώ ο ίδιος προσπαθώ να γράψω την Ιστορία.

Πρώτα-πρώτα η Ιστορία δεν γράφεται χωρίς πηγές. Δεύτερον, οι πηγές αυτές πρέπει να ελέγχονται. Να ελέγχεται η γνησιότητά τους, η ακριβή τους χρονολόγηση και, ένα σωρό άλλα πράγματα για τα οποία υπάρχει ολόκληρη τεχνική που αποτελεί τους διαφόρους βοηθητικούς κλάδους της Ιστορίας. Τρίτον, οι πηγές δεν μιλούνε μόνες τους. Δεν δίνουν παρά, απαντήσεις σε ερωτήματα τα οποία τους βάζει ο ιστορικός. Και, τα ερωτήματα αυτά που δημιουργούνται στο κεφάλι του ιστορικού, δεν βγαίνουν από τον ουρανό. Προέρχονται από μία θεώρηση -μια θεωρεία της Ιστορίας- στην οποίαν ο ιστορικός έχει ήδη βάλει από πριν τα ερωτήματα και, η θεωρεία αυτή είναι πείρα δουλειάς ιστορικών αιώνων. Πάρα ταύτα, ο ιστορικός πηγαίνει πλέον εις τις πηγές του, βάζει τα ερωτήματα αυτά στις πηγές του, για να ελέγξει ακριβώς τα ίδια του τα θεωρητικά εκ των προτέρων σχήματα, τα οποία στο βάθος δεν είναι "εκ των προτέρων". Εκεί, εάν είναι πραγματικά επιστήμονας o ιστορικός, είναι έτοιμος να διορθώσει την προβληματική του, να πλουτήσει την προβληματική του εμπνεόμενος από τα ίδια τα γεγονότα, να αλλάξει και να διορθώσει τις ίδιες του τις θεωρητικές προϋποθέσεις.

Για να μην πολυλογούμε γύρω από αυτό το πολύπλοκο και βασικό πρόβλημα του ιστορικού, θα λέγαμε το εξής: Ότι, ο ιστορικός ξέρει πως τα αίτια που κινούν την Ιστορία είναι πολλαπλά. Το πρόβλημά του είναι από εκεί και πέρα διπλό. Να ιεραρχήσει τους ιστορικούς παράγοντες. Να βρει το "ειδικό βάρος" -θα έλεγα- του καθενός. Και, δεύτερον, να μη μείνει σε ορισμένες γενικότητες "πασπαρτού" που μπορεί να εφαρμόζονται παντού και πάντα, αλλά να μελετήσει τις συγκεκριμένες διαδικασίες με τις οποίες μεταβαίνει ένα πολιτικό, κοινωνικό, γενικότερα ιστορικό καθεστώς σε ένα άλλο. Δηλαδή, να καθορίσει τις συγκεκριμένες διαδικασίες οι οποίες δημιουργούν τις ιστορικές δομές. Αυτό είναι η αντικειμενικότητα της Ιστορίας. Τα υπόλοιπα, η αξίωση της απλής περιγραφής των γεγονότων έξω από κάθε ερμηνευτική διάθεση, είναι κατά τη γνώμη μου απλώς ένα άλλοθι. Αυτό δεν είναι Ιστορία και ούτε αυτό είναι δυνατόν. Γιατί και σε κάθε περιγραφή -οσονδήποτε και να είναι πλήρης- υπάρχει μέσα -συνειδητά ή ασυνείδητα- το πρόβλημα της επιλογής. Και ας σταματήσουμε εδώ. Εγώ αυτήν τη διάθεση δεν τη λέω αντικειμενικότητα, τη λέω αντικειμενισμό, ο οποίος είναι ένα είδος άλλοθι.

Ο ιστορικός κατά τη γνώμη μου οφείλει να εξηγήσει και να ξέρει ότι η εξήγησή του είναι προσωρινή, είναι η εξήγηση που η εποχή του του επιτρέπει να δώσει, να ξέρει ότι μία άλλη εποχή και μια άλλη έρευνα μπορεί να προχωρήσει την εξήγηση αυτή πάρα πέρα και μπορεί να προσθέσει καινούρια στοιχεία. Και να γνωρίζει επιτέλους, ότι κάθε του πρόταση υπόκειται πάντοτε στον έλεγχο ενός άλλου ερευνητή και, στον έλεγχο γενικότερα μιας προβληματικής που θα επιβάλει μια άλλη εποχή μιας πιο πλούσιας προβληματικής. Αυτό είναι η ουσία της αντικειμενικότητας στην Ιστορία. Όλα είναι σχετικά.

Οι δυο βασικές ιστορικές τάσεις -οι σημερινές- από αυτήν την άποψη, είναι αυτό που λένε "ιδεαλιστική" τάση στην Ιστορία και, η δεύτερη είναι η "μαρξιστική" τάση στην Ιστορία. Η πρώτη (στην ιεράρχηση των παραγόντων) θεωρεί ότι ο βασικός ιστορικός παράγοντας είναι η ιδεολογία γενικότερα, ο μαρξισμός θεωρεί ότι το βασικό κίνητρο της Ιστορίας είναι η υλική ζωή του ανθρώπου (δηλαδή ο τρόπος παραγωγής και τα μέσα παραγωγής) ο οποίος βρίσκεται σε "τελευταία ανάλυση" -όπως είναι η έκφραση που τέλος πάντων που ελάνσαρε ο Μαρξ και που η έννοιά της ακόμα δεν έχει κατά τη γνώμη μου απολύτως κατανοηθεί- ότι σε τελευταία ανάλυση λοιπόν, πίσω, στη βάση κάθε ιδεολογίας, βρίσκεται η ίδια η υλική ζωή του ανθρώπου. Αυτές είναι οι δύο τάσεις. Το πρόβλημα όμως που αρχίζει και, που, κυρίως οι αντίπαλοι του μαρξισμού δεν έχουν κατανοήσει, είναι το πρόβλημα (όπως το θέτει ο μαρξισμός) της σχέσης ανάμεσα στα δύο αυτά κίνητρα -τα λέω βασικά κίνητρα της Ιστορίας: από τη μια μεριά η υλική βάση/τρόπος/μέσα παραγωγής και, το εποικοδόμημα, το πολιτιστικό στη γενικότητά του εποικοδόμημα. Εγώ ανήκω στη σχολή -όπως και, όλα μου τα βιβλία, από τα πιο τεχνικά ως τα πιο γενικά- στηρίζονται στη μαρξιστική σκέψη. Η προσπάθειά μου ακριβώς είναι, να δω σε κάθε εποχή ποια είναι κατά τη γνώμη μου η πραγματική λειτουργία των δύο αυτών βασικών παραγόντων, ξέροντας ότι, όταν γράφει κανείς ιστορία συγκεκριμένου χώρου και συγκεκριμένης εποχής, πρέπει να έχει υπόψη του ότι από τη μία μεριά δρουν οι υλικοί παράγοντες κι από την άλλη δρα το σχηματισμένο ήδη από αιώνες εποικοδόμημα το οποίον πολλές φορές ανεξαρτητοποιείται και γίνεται κύριος παράγοντας της Ιστορίας, που με τη σειρά του επηρεάζει την εξέλιξη των υλικών παραγόντων και που, με ένα είδος σύνθεσης συντελείται ακριβώς η μεταβολή. Η πρόοδος -η πρόοδος με την πρώτη σημασία της λέξης, όχι με την ηθική σημασία της λέξης- ή το προχώρημα της ιστορικής ζωής. Και, -όπως είπα και στην αρχή- αυτές είναι που θεωρώ, αυτές τις συγκεκριμένες μεθοδεύσεις, τις συγκεκριμένες διαδικασίες που αποτελούν και που εκφράζουν, με τις οποίες γίνεται ακριβώς αυτή η μεταβολή και που δημιουργούν τις ιστορικές τομές. Έτσι μόνον μπορεί να εξηγήσει κανείς τις μεταβολές αυτές. Τώρα, ως ποιο σημείο θα τις κρίνει κανείς αυτό εδώ είναι άλλο πρόβλημα. Εγώ έχω την τάση να ανήκω στους ιστορικούς εκείνους όπου θεωρούν ότι το έργο της Ιστορίας είναι να εξηγεί και όχι να αξιολογεί.

Απομαγνητοφώνηση, Ελένη Ξένου.



Πώς γράφεται η Ιστορία; (Αρχείο ΕΡΤ, 1983)






Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2020

Γιώργος Κοντογιώργης: Η ελληνική πολιτική ελίτ έχει «Γουναρισμό» στα εθνικά θέματα.

Ο σκοπός αυτής της πολιτικής τάξης δεν είναι να εξυπηρετήσει το εθνικό συμφέρον κι ο Ερντογάν μας καλεί στο δίλημμα: συνθηκολόγηση ή πόλεμος;



Γιώργος Κοντογιώργης : "Η ελληνική πολιτική ελίτ έχει «Γουναρισμό» στα εθνικά θέματα"
Η αποτυχία του ελληνικού πολιτικού συστήματος με την επιλογή του κατευνασμού έναντι της Τουρκίας, οδηγεί όχι στην Φινλανδοποίηση αλλά στην Ιμιοποίηση της χώρας και αυτό είναι συνέπεια ενός ιδιότυπου «Γουναρισμού» από τον οποίο διακατέχεται η ελληνική πολιτική ελίτ διαχρονικά, είπε στον 98.4 ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο, Γιώργος Κοντογιώργης. Αυτό το δόγμα της ελληνικής πολιτικής ελίτ, οδηγεί σε μια «μικρή τίμια Ελλάδα» με κατεύθυνση «αφήστε μας ήσυχους για την εσωτερική διαχείριση της χώρας και κάντε ότι θέλετε σε θέματα κυριαρχικών δικαιωμάτων και τμημάτων κυριαρχίας μας». Οι κόκκινες γραμμές διαρκώς αλλάζουν και όλα οδηγούν σε δορυφοροποίηση της χώρας. Τα όσα συμβαίνουν στο Καστελόριζο, είπε, δεν είναι παρά η συνέχεια μιας αντίληψης πλήρους υποχώρησης με φοβικά σύνδρομα που η ίδια η πολιτική ελίτ μας καλλιέργησε, ώστε στο τέλος να συρθούμε σε διαπραγματεύσεις όπως επιθυμεί η Τουρκία εφ όλης της ύλης και με νέες παραχωρήσεις από την Κύπρο ως τα νησιά μας. Στόχος της Τουρκίας είπε ο κ. Κοντογιώργης, δεν είναι μόνο η ΑΟΖ και η Υφαλοκρηπίδα, αλλά η υποταγή της Ελλάδας και η έξοδος των συμφερόντων της Τουρκίας με ή χωρίς τον Ερντογάν, έως την Αδριατική.



Ακολουθεί η απομαγνητοφώνηση της ραδιοφωνικής εκπομπής από την Ελένη Ξένου.

Γιώργος Σαχίνης (δημοσιογράφος): Με μεγάλη χαρά υποδέχομαι σήμερα στην συχνότητα τον καθηγητή πολιτικής επιστήμης στο Πάντειο Γιώργο Κοντογιώργη και όχι μόνο, γιατί ο κύριος Κοντογιώργης εκτός από τις μεγάλες διανοητικές περιπλανήσεις, έχει γράψει και έχει μιλήσει ευθαρσώς και για τα όσα συμβαίνουν συνεπεία αυτών που δεν πράττουμε χρόνια. Καλημέρα κύριε Κοντογιώργη.

Γιώργος Κοντογιώργης: Καλή σας ημέρα κύριε Σαχίνη και στους ακροατές μας.

Γ.Σ.: Είναι κόκκινη γραμμή (πεζά σας ρωτώ) τα 6 ναυτικά μίλια, ή έχουμε μπλέξει τις “γραμμές” μας γενικώς;

Γ.Κ.: Κύριε Σαχίνη, για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους: Ακούμε για κόκκινες γραμμές. Και κάθε φορά οι κόκκινες γραμμές μετατοπίζονται σε διαφορετικό χώρο, καθοριζόμενες από τη λογική του εκχωρητισμού (γιατί κατευνασμός σημαίνει εκ-χωρητισμός) απέναντι στην Τουρκία. Κατά τα άλλα, ακούμε τους διάφορους υπουργούς ή πρωθυπουργούς (όχι μόνο σήμερα, αλλά σε μια διαχρονία) να λένε ότι, η ελληνική πολιτική ηγεσία και οι ένοπλες δυνάμεις προστατεύουν την εθνική κυριαρχία και τα εθνικά συμφέροντα. Εάν θελήσουμε λοιπόν εμείς οι κοινοί πολίτες να αντιληφθούμε ποια είναι τέλος πάντων αυτά τα εθνικά συμφέροντα και η εθνική κυριαρχία: Θα θυμάστε ότι στην αρχή αυτής της κρίσης (για να μην πάμε παλαιότερα) ήταν η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα. Θυμάστε ότι μας λέγανε πως, κόκκινη γραμμή είναι να μην αγγίξουν τα καλώδια τον βυθό. Στη συνέχεια, αυτό αναιρέθηκε διότι τα καλώδια άγγιζαν τον βυθό αλλά έκαναν θόρυβο οι μηχανές των πλοίων και δεν μπορούσαν να κάνουν έρευνες. Στη συνέχεια άρχισαν να μετατοπίζονται και έφτασαν τελικά, στα 6 ναυτικά μίλια. Το ερώτημά μου σε αυτό το πλαίσιο είναι λοιπόν: Είναι κόκκινη γραμμή τα 10 μίλια που έχουν καθιερωθεί στον αέρα του χώρου της εθνικής κυριαρχίας; Είναι κόκκινη γραμμή –άρα υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας- η ίδια η παραβίαση του εθνικού εναέριου χώρου από τα τουρκικά αεροπλάνα; (πάνω από τα νησιά πετάνε με την άνεσή τους). Πού βρίσκεται αυτή η κόκκινη γραμμή λοιπόν; Αν καθίσουμε να κάνουμε έναν απολογισμό θα διαπιστώσουμε ότι αυτή μετατοπίζεται ανάλογα με τις κόκκινες γραμμές της Τουρκίας, οι οποίες όμως είναι εκτατικές.

Γ.Σ.: Ξέρετε, κύριε Κοντογιώργη ακούγοντάς σας, εγώ επαναφέρω το ερώτημα: αν είναι τα 6 ναυτικά μίλια. Αναρωτιέμαι από τον Ιούλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο στις 15, που μπήκε το «Oruc Reis» στην Αττάλεια και ξεκίνησαν τα σούρτα φέρτα για διερευνητικές. Τι βγήκε ο στόλος έξω; Φύλαγε τι στα 120-140; (με πολιτική εντολή φυσικά).

Γ.Κ.: Το χειρότερο είναι κύριε Σαχίνη ότι μπήκαμε και σε έξοδα. Διότι η έξοδος του στόλου είχε εσωτερικούς λόγους, κατευνασμού. Προσέξτε. Εάν θέλουμε να ορίσουμε αυτό που συγκροτεί το ελληνικό πρόβλημα, είναι ότι, είναι όλοι τους “Γουναριστές”. Υπάρχει μία σταθερά ιδεολογία στην Ελλάδα η οποία ξεκινάει από αυτό που δημιούργησε η πολιτική τάξη στην Ελλάδα, δηλαδή τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ξεκινάει από τότε και συνεχίζει μέχρι σήμερα. Όταν μια πολιτική τάξη ηγεμονεύει στη χώρα και η ίδια είναι εκείνη που δημιούργησε τους όρους της ελληνικής ανασφάλειας, θα λειτουργήσει και θα συνεχίσει να λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο. Γιατί; Διότι ο σκοπός αυτής της πολιτικής τάξης δεν είναι να εξυπηρετήσει το εθνικό συμφέρον. Το λέω ξεκάθαρα διότι κάνω αποτίμηση του πώς λειτουργεί. Αν υπάρχει ένας μεγάλος «ασθενής» σε αυτήν την υπόθεση της νοτιοανατολικής Ευρώπης, είναι το ελληνικό κράτος. Το ελληνικό κράτος, διότι καλεί αυτούς οι οποίοι διέπονται από ένα πνεύμα που στοιχειοθετεί την έννοια της νομής -“ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε, πώς θα λεηλατήσουμε την ελληνική κοινωνία και θα βγούμε στον αφρό αλώβητοι”. Μην ξεχνάμε ότι, αυτοί που θέτουν σήμερα πρόβλημα εθνικής ασφαλείας, δηλαδή πρόβλημα αδυναμίας και εγκαλούν αυτούς που δεν ικετεύουν την Τουρκία και δεν εκχωρούν ό,τι ζητάει η Τουρκία, είναι αυτοί οι οποίοι έχουν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις της σημερινής αδυναμίας. Πείτε μου κάτι όμως, ένα πολιτικό σύστημα -γιατί δεν είναι θέμα προσώπων, είναι θέμα πολιτικού συστήματος, δηλαδή κράτους που καλεί αυτά τα πρόσωπα να το διαχειριστεί διότι είναι ξένο σώμα προς την χώρα- ένα λοιπόν πολιτικό προσωπικό και ένα κράτος το οποίο δεν ασχολείται και όχι μόνο δεν ασχολείται με τον θετικό τρόπο, αλλά που λεηλατεί τη χώρα, διότι ποιος λεηλάτησε τη χώρα και ποιος κρατούσε τη χώρα επί δέκα χρόνια στην κρίση και έρχονται σήμερα να μας πουν ότι οι ένοπλες δυνάμεις είναι σε αδυναμία να αντιμετωπίσουν τον τουρκικό κίνδυνο; Πλήρωσε κανείς το κόστος; Υπάρχει κανείς που να φοβάται ότι θα υποστεί τις συνέπειες; Εδώ έχουμε τον μεγάλο αυτόν κίνδυνο σήμερα και, όλοι ασχολούνται στο εσωτερικό της χώρας για το λάφυρο. Έχει γίνει το παραμικρό στη μεταπολίτευση εκτός από το να αποδομηθεί και να λεηλατηθεί το κράτος; –σήμερα μετά την πρώτη κρίση διότι τώρα είμαστε στη δεύτερη. Τι έχει γίνει σε επίπεδο ανασυγκρότησης του κράτους; Διότι όπως θα μας πει και ο Ψελλός σε ανύποπτη στιγμή –δεν τον διαβάζουν αλλά έχει σημασία να το πούμε- αν υπάρχουν τρία στοιχεία τα οποία στοιχειοθετούν την έννοια της ύπαρξης μιας χώρας (άρα την έννοια της ασφάλειας) είναι: το ισχυρό κράτος που κινητοποιεί την κοινωνία (άρα η ισχυρή ηγεσία που μεταφέρει την κοινωνία στο μέλλον), η ισχυρή οικονομία (την οποία αποβιομηχάνισαν και λεηλάτησαν) και, την ισχυρή θέληση! Όταν τους αντιτείνει κανείς την έννοια της αποτροπής τον χαρακτηρίζουν πολεμοκάπηλο. Τι σημαίνει «εκχωρητισμός» κύριες Σαχίνη;

Γ.Σ.: Μισό λεπτό κύριε Κοντογιώργη. Όχι απλώς πολεμοκάπηλο. Και “ξεπερασμένο σχήμα”! Άκουσα προσφάτως σε εκπομπή τηλεοπτική (τις «ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ»), καθηγητή του ΕΛΙΑΜΕΠ να λέει, “Μα τι λέτε κύριε «αποτροπή» και «κατευνασμός»; Σήμερα έχει αλλάξει η ορολογία. Είναι: Στρατηγικές πολιτικές αποσυμπίεσης και στρατηγικές πολιτικές πίεσης (το ορθό)”. Καταλάβατε; Παίζουμε με τις λέξεις.

Γ.Κ.: Εγώ θα σας θέσω ένα ερώτημα κύριε Σαχίνη: Τι είναι αυτό που κάνει μία ομάδα παρακοιμώμενων της εξουσίας, διανόησης και άλλων τινών, που κινούνται διαχρονικά και οριζοντίως και είναι όλοι τους και πάντοτε χρήσιμοι σε κάθε πολιτική εξουσία και σε κάθε κόμμα που ανεβαίνει στην εξουσία; Τι εξηγεί που αυτοί οι άνθρωποι είναι εκείνοι που εκφράζουν ακριβώς και αυτήν την πολιτική; Εάν δεν αντιληφθούμε αυτή την έννοια του μεγάλου ασθενούς που είναι το κράτος το ελληνικό, δεν θα αντιληφθούμε ποιοι μας κυβερνάνε και γιατί θέτουν το ζήτημα, ως προέχον ζήτημα, το θερμό επεισόδιο και όχι αυτό που συνεπάγεται η εστίαση στο θερμό επεισόδιο; Έχω αναφέρει πολύ συχνά το παράδειγμα  για να δούμε τι συμβαίνει σε αυτήν τη διάτρητη εξ επόψεως ασφαλείας χώρα, αυτό που συμβαίνει στον εναέριο χώρο. Αυτό που συμβαίνει στη θάλασσα αυτή τη στιγμή, είναι παραδειγματικό να αποδοθεί, με το να μπαίνει μία μονάδα στρατιωτική τουρκική στο έδαφος της Θράκης, να πηγαίνει βόλτα μέχρι την Κομοτηνή, μέχρι την Ξάνθη, να ξαναγυρνάει πίσω και να μας λένε μετά οι πολιτικοί μας και οι στρατιωτικοί μας, ότι τους απωθήσανε. “Τους απωθήσαμε, λέει, στον αέρα”. Μα, κοιτάξτε. Μία σοβαρή χώρα, όταν παραβιάζονται τα κυριαρχικά της δικαιώματα, την πρώτη μέρα, κάνει αυτό που πρέπει για να πάρει το μάθημα και να ξέρει τα όριά του ο απέναντι. Τα υπόλοιπα είναι παραμύθια. Θυμάμαι, υπουργός εξωτερικών του ΠΑΣΟΚ (στην εποχή του ΠΑΣΟΚ και δεν εντοπίζω στο ΠΑΣΟΚ διότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις είναι ίδιες και ελάχιστες οι διαφοροποιήσεις) να λέει δημόσια στην τηλεόραση ενώπιον Τούρκου υπουργού: “Τι θέλετε; Να μας φάει κανένα νησί η Τουρκία”;

Αυτό λέγεται κύριε Σαχίνη «Γουναρισμός» ή απόλυτη παράδοση, δηλαδή προετοιμασία για να φτάσουμε να γίνουμε ξανά μία οθωμανική επαρχία; Προσέξτε. Αυτά που ζητάει σήμερα και που διεκδικεί η Τουρκία στο Αιγαίο, έχουν οριοθετηθεί και με χάρτες σε κείμενο του 1957. Το διακινούσα όταν το ανακάλυψα το 1973 σε όλο το πολιτικό φάσμα (έξω από την Ελλάδα και όταν έπεσε η δικτατορία μέσα στην Ελλάδα) και όλοι γελούσαν. Το 1980-82 έγραφα ότι εάν συνεχίσουν έτσι, η Ελλάδα θα γίνει η Φιλανδία (με όρους αναλογίας) της Τουρκίας. Οδηγούμαστε πλησίστιοι σε Φινλανδοποίηση. Πείτε μου λοιπόν, πού οδηγηθήκαμε; Πλησίστιοι με πλήρη ταχύτητα στην Ιμιοποίηση της Ελλάδας αυτή τη στιγμή. Η μισή Ελλάδα, το μισό Αιγαίο και, βεβαίως τώρα και η Ανατολική Μεσόγειος εκεί οδηγείται. Και μάλιστα και η Κύπρος. Είναι εκπληκτικό ότι, όλοι προσποιούνται ότι δεν γνωρίζουν τη σημασία της Κύπρου όχι μόνο για την πιο ευρύτερη γεωπολιτική των συμφερόντων στην Ανατολική Μεσόγειο που είναι το “κλειδί” για όλα, αλλά τη σημασία και για τη θέση της Ελλάδας στην περιοχή αλλά συγχρόνως και για την ασφάλεια της Ελλάδας. Εάν εγκαταλειφτεί η Κύπρος –και φαίνεται ότι εγκαταλείφθηκε και στο στρατιωτικό και στο πολιτικό πεδίο, στο διπλωματικό- η Ελλάδα δεν έχει πού να στηριχθεί. Δεν έχει καμία δυνατότητα ύπαρξης και αντιμετώπισης του τουρκικού κινδύνου. Πείτε μου λοιπόν, ποια στρατηγική και με ποιους ανθρώπους; Τι άλλαξε σε αυτό το κράτος ώστε να γίνει επιχειρησιακά κατάλληλο για να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα που έρχεται; Ουδέν. Μάλιστα, διαβάζαμε μέχρι χθες ότι, το Υπουργείο Περιβάλλοντος αγωνιζόταν να εξαφανίσει πλήρως την ελληνική ύπαιθρο, να την κάνει ακατοίκητη, να τη μεταβάλει σε «Άρη», σε σεληνιακό τοπίο, διότι λέει, θα προστατευθεί έτσι το περιβάλλον.

Γ.Σ.: Μισό λεπτό τώρα. Εδώ αγγίξατε μια χορδή. Αυτές τις ημέρες έχει κινητοποιήσεις στη Σκύρο. Η οποία Σκύρος, ειρήσθω εν παρόδω, για λόγους που κανείς δεν έχει εξηγήσει ακόμη, είναι ένα δυσεπίλυτο μυστήριο –προσέξτε τι λέω: «μυστήριο»- για την τουρκική αεροπορία και το τουρκικό πυροβολικό όσον αφορά την κάλυψή της. Ε, θα το λύσουμε εμείς με τις ανεμογεννήτριας… Καταλάβατε;

Γ.Κ.: Κοιτάξτε, ο Ερντογάν αυτή τη στιγμή (η Τουρκία δηλαδή, γιατί δεν πρόκειται να αλλάξει, απλώς ο Ερντογάν είναι ο στρατηγικός εγκέφαλος αυτού που θα το έκανε κάποιος άλλος αν δεν ήταν ο Ερντογάν) οριοθετεί το πεδίο της διαπραγμάτευσης. Γνωρίζει ότι θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις μιας διαπραγμάτευσης στην οποίαν θα καλούμαστε με το δίλημμα: συνθηκολόγηση ή πόλεμος.

Γ.Σ.: Άρα κύριε Κοντογιώργη μπορεί μετά το τέλος των NAVTEX (πρακτικά το λέω) να εμφανιστεί μια νέα “πρωτοβουλία” της Γερμανίδας Καγκελαρίου -ή κάποιου άλλου φίλου και συμμάχου- όπου θα τρέξουμε ασθμαίνοντας εμείς αφήνοντας πίσω όσα έχουν γίνει και τους τρεις τελευταίους μήνες; Αυτό μου λέτε; Ότι μπορεί όλα να είναι τεχνητά;

Γ.Κ.: Προσέξτε! Μην στρέφουμε το νου μας και την προσοχή μας στους ξένους. Όταν στρέφουμε εκεί την προσοχή μας σημαίνει ότι θέλουμε να μην αγγίξουμε το δικό μας πρόβλημα. Να μην θεραπεύσουμε τον μεγάλο ασθενή που είναι το κράτος και η άρχουσα πολιτική τάξη, η οποία κυβερνάει αυτόν τον τόπο. Η άρχουσα αυτή τάξη έδωσε στίγματα πολλά. Το τελευταίο που έχει δώσει με αφορμή τους εορτασμούς των 200 χρόνων, είναι η επιλογή της ομάδας των τριάντα ενός ή όσων, που θα μας “διδάξει” τον απολογισμό. Που θα εξάρει ακριβώς τα πεπραγμένα ενός κράτους το οποίο εξαφάνισε τον ελληνικό κόσμο και οδήγησε στην “μικρή πλην έντιμον Ελλάδα”. Ποια είναι αυτή η μικρή έντιμος Ελλάδα; Ποια είναι; Είναι η Ελλάδα του “αφήστε μας ήσυχους, πάρτε ό,τι θέλετε κύριοι” (εν προκειμένω η Τουρκία, πριν από λίγο τα δώσαμε στα Σκόπια) “αφήστε μας όμως ήσυχους να νεμόμαστε, να απομυζούμε την εσωτερική χώρα, δηλαδή την ελληνική κοινωνία. Και αν αυτή μας ενοχλεί, θα της δείξουμε εμείς τι θα κάνει, θα της δείξουμε το χέρι”. Ο Ερντογάν λοιπόν αυτήν τη στιγμή και μέχρι τον Δεκέμβριο, θα οριοθετήσει εκτατικά το πεδίο της διαπραγμάτευση και θα έχει πετύχει να τα πάρει όλα, άρα να έχει μία αφετηρία διαπραγμάτευσης όταν θα συναντηθούν οι εκπρόσωποι των δύο χωρών, η οποία αφετηρία θα έχει θέσει το ζήτημα: ή δέχεστε αυτά ή πόλεμο. Το «ή δέχεστε αυτά ή πόλεμο», έχει σαφείς προσανατολισμούς και το ομολογούν οι ίδιοι σήμερα εκχωρώντας ακριβώς, κατά στάδια, κυριαρχία. Γιατί είναι εκχώρηση κυριαρχίας αυτό που συμβαίνει. Και να αφήσουμε τα παραμύθια ότι είναι άλλο πράγμα η κυριαρχία και άλλο πράγμα το δικαίωμα στην κυριαρχία. Διότι δικαίωμα στην κυριαρχία είναι τα 12 μίλια τα οποία δεν τα κάνουμε. Κυριαρχία μας όμως είναι το δικαίωμά μας να έχουμε στον αέρα άλλα μίλια κυριαρχίας και άλλα στη θάλασσα. Αυτό το ορίζει το ίδιο το δίκαιο των 12 μιλίων. Δε μας λέει κανείς ότι πρέπει να τα κάνουμε ισομερώς στον αέρα και στη θάλασσα 12 μίλια.

Γ.Σ.: Είπατε μία φράση, επιτέλους, διότι αν την πω εγώ που, ποιος είμαι;… Δεν έχω γνωστικό αντικείμενο. Είπατε μία φράση “κλειδί”. Αυτοί που κουνάν το δάχτυλο στην κοινωνία και σε όσους έχουν διαφορετική άποψη, λέγοντάς τους κάθε φορά που λέμε να τα πάμε στα 12 μίλια, λένε: “Έως 12  ναυτικά μίλια”. Αυτό το “έως” -καλά το λέτε εσείς κύριε Κοντογιώργη- επιτέλους το λέει κάποιος, σημαίνει ότι έως τα 12 ναυτικά μίλια χώρα κυρίαρχη κάνει ό,τι θέλει στη θάλασσα και στον αέρα. Μπορεί να είναι ίδια, μπορεί να είναι διαφορετικά. Όπως αυτή ορίζει. Αυτό σημαίνει κυριαρχία. Όχι όπως θα την ορίσουν.

Γ.Κ.: Ήδη λοιπόν το Διεθνές Δίκαιο καθορίζει ότι η χώρα μας, όπως και οι άλλες χώρες, έχουν δικαίωμα αποκλειστικό στα 12 μίλια. Εμείς λοιπόν, ας υποθέσουμε ότι δεν το κάναμε. Είχα από την αρχή ακριβώς που καθιερώθηκε αυτό πει, ας το κάνουμε 12 μίλια κι ας μην έχουμε τη θέληση να το υπερασπιστούμε. Θα είναι ένα τετελεσμένο υπέρ μας το οποίο μπορούμε να το επικαλεστούμε στη συνέχεια και στη διπλωματία και στη δικαιοσύνη και στην πράξη. Δεν έγινε. Υπάρχει όμως η νομοθεσία, η απόφαση, για τα 10 μίλια στον αέρα. Αυτό, είναι κεκτημένο και όχι παράδοξο. Έχουμε δικαίωμα να πούμε 12 ή 10 ή όσα μίλια και στον αέρα στη θάλασσα και παντού κυριαρχία, έχουμε και δικαίωμα να το ξεχωρίσουμε. Είναι στη δική μας αρμοδιότητα. Ποιος είπε λοιπόν ότι αυτό είναι παράδοξο; Οι εκχωρητές, δηλαδή οι «Γουναριστές», οι οποίοι θέλουν «την μικράν πλην έντιμον Ελλάδα» για να τη νέμονται.

Προσέξτε τώρα και κάτι άλλο. Όταν λένε ότι θα διαπραγματευθούν μόνο την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα, αν αφήσουν αυτό που δεν θέλουν να διαπραγματευθούν και φυσικά δεν πρέπει να διαπραγματευθούν, τις υπόλοιπες εκκρεμότητες, έχοντας επιλύσει με το δίκαιο του εκχωρητισμού, προφανώς, γιατί τα δικά μας κυριαρχικά δικαιώματα διαπραγματευόμαστε για το πόσο θα τα εκχωρήσουμε στους Τούρκους. «Όλα, εν μέρει, ή λίγα»; Αυτή είναι η συζήτηση που θα γίνει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Και αυτό είναι που οριοθετεί εκτατικά ο Ερντογάν. Αλλά όλα τα άλλα, εάν δε μπουν σε ένα πακέτο και πουν ότι θα δώσουμε λύση στα ζητήματα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ υπό τον όρο ότι, χωρίς διαπραγμάτευση θα σταματήσει η Τουρκία να θέτει το παραμικρό ζήτημα είτε για τα νησιά (τις μικρονησίδες) είτε  για τα 12 μίλια είτε για οτιδήποτε άλλο, θα σημαίνει ότι θα είναι ένα στάδιο για την περεταίρω διεκδίκηση και για την διαιώνιση ανοιχτών ζητημάτων τα οποία θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε στο μέλλον. Άρα λοιπόν, είναι προϋπόθεση για οποιαδήποτε συζήτηση για τα ζητήματα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ (δε μιλάω για τις θαλάσσιες αρμοδιότητες διότι περιέχει την πονηρά υπόθεση ότι εκεί όπως έχουνε ομολογήσει στις συζητήσεις αυτές θα αντιμετωπίσουν και τα άλλα) αλλά όμως, εάν δεν περιέχει αυτόν τον όρο σημαίνει ότι το ζήτημα των ελληνοτουρκικών προβλημάτων δεν θα κλείσει. Αντιθέτως αυτή η συμφωνία θα αποτελέσει ένα νέο εφαλτήριο για να πάμε πάρα πέρα, σε αυτό που επιδιώκει τελικά η Τουρκία. Η Τουρκία δεν επιδιώκει την ΑΟΖ ή την υφαλοκρηπίδα, αυτό που λέει «Γαλάζια Πατρίδα». Η Τουρκία δε μπορεί να παίξει το ρόλο της περιφερειακής δύναμης που φιλοδοξεί, χωρίς τον πλήρη έλεγχο της Ελλάδας.  Την Ιμιοποίησή της. Εάν δείτε τον χάρτη, η Τουρκία ενδιαφέρεται να αποκτήσει σύνορα στην Αδριατική και στο Ιόνιο. Να το αντιληφθούμε αυτό! Όπως παραιτούμαστε από την Κύπρο, έτσι θα φτάσουμε στην Αδριατική την Τουρκία. Και τότε, τα πράγματα θα είναι διαφορετικά. Εάν περιμένουμε να δώσουμε την "καλή" εικόνα -και αυτό το θεωρούμε διπλωματία- στους ξένους (Ευρωπαίους, Αμερικανούς, ή άλλους) προκειμένου να δείξουμε ότι δεν προκαλούμε εμείς αλλά οι άλλοι, τότε η υπόθεση έχει χαθεί και στο διπλωματικό πεδίο.  Η διπλωματία περιέχει δύο στοιχεία ουσιώδη: το ένα είναι η συμβατότητα που μπορεί να κάνει μία χώρα των συμφερόντων της με τα συμφέροντα των δυνάμεων που διαμορφώνουν τον χάρτη στην περιοχή, -προσφέρεται μία μοναδική ευκαιρία στην Ελλάδα να λειτουργήσει ως σημείο ανάσχεσης απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό που απειλεί πραγματικά εξίσου με την Ελλάδα και τη Δύση και τη Ρωσία και πολλές άλλες χώρες- και το δεύτερο είναι, να δοθεί να καταλάβουν οι δυνάμεις αυτές ότι εδώ υπάρχει μια αποτρεπτική δύναμη την οποία θα κληθούν να συνεκτιμήσουν, διαφορετικά θα έχουν να ζημιωθούν. Εν προκειμένω «το πεδίο» -πως θα έλεγε ο στρατηγός Ερντογάν. Εάν στο πεδίο δεν έχεις ανασχετική δυνατότητα, τότε δεν υπάρχει διπλωματία. Εάν δεν έχεις στρατηγικούς εγκεφάλους να διαμορφώσουν πολιτική συμβατότητας των συμφερόντων της χώρας με τα συμφέροντα των δυνάμεων που διαμορφώνουν τον γεωπολιτικό χάρτη της περιοχής, δεν μπορείς να έχεις εξωτερική πολιτική. Εδώ αντελήφθη ο Μακρόν αυτό που θα έπρεπε να είναι στρατηγική επιλογή των ελληνικών κυβερνήσεων δεκαετίες τώρα. Και ακόμα δεν το έχουν συλλάβει αυτό το οποίο διακινεί ο Μακρόν. Ότι, εάν ελεγχθεί η Κύπρος και η Ελλάδα, η Τουρκία ελέγχει ουσιαστικά το σύνολο της Μεσογείου και τη Μέση Ανατολή.

Γ.Σ.: Κύριε Κοντογιώργη θέλω να κλείσουμε ως εξής σήμερα και θα τα ξαναπούμε. Θέλω να σταθείτε -είναι πιο πεζό αλλά έχει τη δική αξία κατά τη γνώμη μου- στο ότι, την ώρα που η Τουρκία κάνει ό,τι κάνει τώρα στην περιοχή του Καστελόριζου και μάλιστα δεν το κάνει στα κουτουρού, έχε στείλει συγκεκριμένες επιστολές -μονομερώς αν θέλετε- στον ΟΗΕ, που λέει ότι είναι τουρκική υφαλοκρηπίδα, την ίδια ώρα εμείς επιχειρηματολογούμε γιατί(;) δεν πάμε 6 και κάτι, διότι ναι μεν αλλά ξέρετε δεν έχει οριοθετηθεί και ξέρετε εκείνο και ξέρετε το άλλο και ολόκληρος νομικισμός επιχειρημάτων για να μη θυμώσουν οι απ’ έξω αν δώσουμε μία "κακή" εικόνα, λέει, ότι εμείς παραβιάζουμε αυτά που οι άλλοι με φρεγάτες, με ερευνητικό και αύριο με γεωτρύπανο φτάνουν στα  6 μίλια. (Δεν έχουν φτάσει αλλά θα φτάσουν). Ερώτηση λοιπόν προς εσάς: Δεν είναι λιγάκι περίεργο εμείς να επιχειρηματολογούμε ψάχνοντας να δικαιολογήσουμε με αυτόν τον τρόπο την απραξία στις κινήσεις των άλλων;

Γ.Κ.: Μα εμείς κύριε Σαχίνη αυτό που κάνουμε -τους ακούμε καθημερινά τους υπουργούς, του πρωθυπουργούς, τους εκπροσώπους όλων των κομμάτων- είναι να λειτουργούν ως κυβερνητικοί εκπρόσωποι της τουρκικής πολιτικής. Μας ανακοινώνουν κάθε μέρα πού πήγε το «Oruc Reis», τι έκανε ο Ερντογάν, πώς τώρα νομοθέτησε το Α ή το Β. Δε μας λένε όμως τι θα κάνουμε οι ίδιοι. Δηλαδή, αυτό είναι πρωτοφανές.

Γ.Σ.: Ε, πώς δε λένε. Είστε “άδικος”. Μας λένε ότι αν περάσουν τα  6 μίλια είναι κόκκινη γραμμή…

Γ.Κ.: Μα με συγχωρείτε. Τα 6 μίλια κύριε Σαχίνη, τα περνάνε διαρκώς στον αέρα. Έχουμε υπερ-πτήσεις πάνω από τα ελληνικά νησιά. Ποιος έχει αντιδράσει σε αυτό; Αγνοούμε ότι όταν παραβίασε η Ρωσία κατά μερικά εκατοστά με το αεροπλάνο της τον εθνικό  εναέριο χώρο, η Τουρκία το κατέρριψε; Και, η Ρωσία, είναι μία υπερδύναμη! Η Τουρκία τι είναι εν πάση περιπτώσει μπροστά σε αυτό το οποίο είναι η Ρωσία, για να μας λένε ότι (το άκουσα πρόσφατα κύριε Σαχίνη) φταίει λέει, η ελληνική κοινωνία που εκλέγει αυτές τις κυβερνήσεις χωρίς να τους θέτει τον όρο του τι θα κάνουν για την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων. Το έχω ακούσει αυτό πολλές φορές. Εγώ λέω το εξής σε αυτό το φταίξιμο της ελληνικής κοινωνίας (γι’ αυτό και λέω ότι είναι κεντρικό ζήτημα το ελληνικό κράτος και το ελληνικό πολιτικό σύστημα): Γιατί δεν της δίνετε τη δυνατότητα όταν κάνει το “λάθος” και σας εκλέξει, να σας τραβήξει το μανίκι, να σας αναγκάσει και να καθορίσει το περιεχόμενο της πολιτικής που θα ακολουθήσετε; Τι είναι αυτή η ελληνική κοινωνία που τη θέλετε μόνο να σας δίνει πολιτική νομιμοποίηση για όποιο σούργελο ή μη σούργελο; (Διότι γνωρίζουμε και τους καταληψίες που κατέλαβαν την εξουσία. Που τους ανέβασαν τα συμφέροντα στην εξουσία). Ας μας πουν λοιπόν, τι είναι αυτό το οποίο τους εμποδίζει να δώσουν τη σχετική αρμοδιότητα για να έχουν και το δικαίωμα να της προσάψουν (της κοινωνίας) ότι φταίει για αυτό το οποίο επέλεξε; Να μπορεί να διορθώσει το σφάλμα της όταν έχει εξαπατηθεί κυρίως. Γιατί, ποια κοινωνία εκλέγει -εγώ δε θα μιλήσω μόνο για την ελληνική- αλλά, ποια είναι η κοινωνία που εκλέγει τους άρχοντές της προκειμένου αυτοί να ακολουθήσουν πολιτική παράβασης της χώρας ή μέρος της χώρας; Γιατί αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα. Βρισκόμαστε σε πόλεμο κύριε Σαχίνη. Αυτή τη στιγμή, μπορεί να μην πέφτει τουφεκιά, αλλά οι ένοπλες δυνάμεις της Τουρκίας διεξάγουν πόλεμο με την Ελλάδα. Και η Ελλάδα σφυρίζει αδιάφορα… Η ελληνική πολιτική τάξη σφυρίζει αδιάφορα και απλώς μας ανακοινώνει κάθε μέρα τις επεκτατικές πολιτικές, τι κατακτά δηλαδή στην πραγματικότητα η Τουρκία επάνω στο εθνικό έδαφος.

Γ.Σ.: Λέει ένας φίλος ακροατής: “Σας παρακαλώ, ρωτήστε τον κύριο Κοντογιώργη, πιστεύει ότι με έναν τρόπο θα ξεκινήσουν όλα πέριξ του Καστελόριζου (πολεμικά από ότι καταλαβαίνω), για να πάρει και όλο το πεδίο στη Λιβύη, Συρία και Αίγυπτο, αν αποφασίσουμε εμείς να αντισταθούμε”;

Γ.Κ.: Θα σας απαντήσω με άλλον τρόπο. Η Τουρκία αυτή τα στιγμή, γνωρίζει ένα πράγμα και βλέπουμε να το ομολογεί ο Ερντογάν με τις κινήσεις του. Η Τουρκία δεν θέλει με κανέναν τρόπο έναν γενικευμένο πόλεμο με την Ελλάδα, δηλαδή μία σύρραξη. Θέλει –στη χειρότερη περίπτωση- ένα επεισόδιο το οποίο θα μας σύρει με επικυρωμένο τρόπο σε διαπραγματεύσεις που θα συνθηκολογήσουμε στο όνομα του «μη-πολέμου». Εάν λοιπόν θέλουμε αυτή τη στιγμή να αποτρέψουμε αυτήν την κατάληξη και την οριστική υποχειρίαση της Ελλάδας στο άρμα της Τουρκίας, ένας τρόπος υπάρχει: να της εξηγήσουμε τα όριο και να πούμε ότι, αυτά είναι δικά μας, αυτά πάμε στο οποιοδήποτε δικαστήριο να επιλυθούν (χωρίς όμως πίσω από αυτό να υποδείξουμε στο δικαστήριο τι θέλουμε να εκχωρηθεί για να αποκτήσουμε νομιμοποίηση στην εκχώρηση) και, τα υπόλοιπα, δεν συζητούνται. Και οποιαδήποτε παραβίαση, θα καταστέλλεται με τον τρόπο που εμείς όπως και εσείς γνωρίζουμε. Και στο επίπεδο του πεδίου και στο επίπεδο της διπλωματίας. Να αναπτύξουμε ακριβώς αυτήν τη διπλωματία.

Ένα πράγμα λοιπόν φοβάται η Τουρκία: Τον γενικό πόλεμο. Γιατί; Διότι τελειώνει η σχέση της με τη Δύση, διότι είναι αβέβαιο το αποτέλεσμα, διότι η Τουρκία με μία πολεμική εμπλοκή θα έρθει αντιμέτωπη όχι μόνο με τις υπερδυνάμεις αλλά και με τον ίδιο της τον εαυτό και δε θα μπορέσει να αντέξει όχι μόνο οικονομικά αλλά δε θα μπορέσει να αντέξει και εθνικά. Δηλαδή, η ενότητά της θα κινδυνεύσει διότι θα τροφοδοτήσει όλη αυτήν την πραγματικότητα την οποία θέλει να αποφύγει. Η Τουρκία ξέρετε, γνωρίζει, ότι για να διατηρήσει την εσωτερική της συνοχή και ενότητα έναν τρόπο έχει: να εξαγάγει τα προβλήματά της. Αυτό που η Ελλάδα κάνει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Έχει στρατηγικά πλεονεκτήματα και αντί αυτά να τα χρησιμοποιήσει στο πεδίο της διπλωματίας αλλά και των συσχετισμών δυνάμεων αντιθέτως τα μεταβάλει σε εσωτερικά προβλήματα της χώρας. Αυτή λοιπόν είναι η πραγματικότητα. Και εάν θέλουμε να αντιτείνουμε την οριστική αποτροπή ενός γενικευμένου πολέμου ή με το πρόσχημα ενός επεισοδίου την παράδοση της χώρας, ένας τρόπος υπάρχει: Να δηλωθεί, να οριοθετηθεί με όρους στρατηγικής και στο πεδίο της διπλωματίας και στο επίπεδο των συσχετισμών, ποια είναι τα όρια της ελληνικής πολιτικής μέσα στα οποία θα διαπραγματευθεί. Και αυτά έχουν να κάνουν όχι μόνο με αυτά που μας λένε ότι θα συζητήσουν (ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα) αλλά και με το οριστικό τέλος οποιασδήποτε αμφισβήτησης -παραίτησης επομένως της Τουρκίας- από οποιαδήποτε αμφισβήτηση που έχει να κάνει με τις διεθνείς συνθήκες και με τα κατοχυρωμένα δικαιώματα της Ελλάδος.

Γ.Σ.: Σαφέστατο αυτό που είπατε. Θέλω να σας ευχαριστήσω, γιατί φοβάμαι ότι εδώ αναθεωρεί τη συνθήκη της Λοζάνη με τα δικά μας χέρια. Σας ευχαριστώ πολύ κύριε Κοντογιώργη και καλή σας ημέρα από το Ηράκλειο. Θα τα ξαναπούμε λίαν συντόμως. Σας ευχαριστώ!

Γ.Κ.:  Ευχαριστώ κι εγώ πολύ.







Πέμπτη 9 Ιουλίου 2020

Το ελληνικό κράτος είναι θερμοκήπιο της διαφθοράς

Ο Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και πρώην Πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργος Κοντογιώργης στις 7.7.2020 στον ραδιοφωνικό σταθμό Alpha Radio 88,6 της Καβάλας.

Απομαγνητοφώνηση, Ελένη Ξένου. 


Γιώργος Κοντογιώργης: 

Η πραγματικότητα είναι ότι το κράτος λειτουργεί ως θερμοκήπιο διαφθοράς. Και για να το πούμε πιο ήπια, είναι αυτό το οποίο και όταν δεν λειτουργεί με όρους διαπλοκής και διαφθοράς, το μεταχειρίζονται εκείνοι που το κατέχουν ως ιδιωτικό τους χώρο. Δεν είναι απαραίτητο κάποιος να εξαγοράζει πολιτικές του κράτους χρηματιζόμενος. Η διαφθορά και η διαπλοκή, είναι ένα γενικότερο ζήτημα που έχει να κάνει με πάρα πολλά πράγματα. Όπως είναι βεβαίως το οικονομικό, όπως είναι η εύνοια και ο διορισμός κάποιων συγκεκριμένων ανθρώπων, όπως η εξαγορά θέσεων και φήμης μέσω πολιτικών που θα έπρεπε να είναι δημοσίου συμφέροντος και πολλά άλλα. Είναι λοιπόν ένα θερμοκήπιο διαπλοκής, διαφθοράς και ιδιοποίησης του δημοσίου χώρου. 

Διερωτηθήκατε γιατί συμβαίνει αυτό; Πρώτα-πρώτα πρέπει να πω ότι, ένα κορυφαίο επίπεδο -δηλαδή της πολιτικής τάξης και των υψηλών αξιωματούχων- είναι ένα γενικευμένο φαινόμενο που αφορά και τις δυτικές χώρες και τις χώρες του Τρίτου Κόσμου. Δεν είναι δηλαδή ένα ιδιαίτερο ελληνικό φαινόμενο. Η ιδιαιτερότητα η ελληνική, αυτή η εξαιρετική πραγματικότητα που μεταβάλει το ίδιο πολιτικό σύστημα, το ίδιο κράτος που υπάρχει στη Δύση, σε ένα εκφυλισμένο θεσμικό περιβάλλον (το κράτος είναι απολύτως εκφυλισμένο στην Ελλάδα, γι’ αυτό ακόμα κι αν θέλει κανείς να αξιοποιήσει το χωράφι του, το σπίτι του ή να κάνει μία επένδυση πρέπει να φτάσει στον υπουργό ή στον πρωθυπουργό), όλο αυτό το πλέγμα λοιπόν εξηγείται μόνον με έναν τρόπο: Από το γεγονός ότι το κράτος αυτό έχει δομηθεί ως ξένο σώμα προς την ελληνική κοινωνία. 

Συχνά λέμε ότι, φταίει ο Έλληνας που κάνει τη διαφθορά, που κάνει τη διαπλοκή, φταίει ο Έλληνας που ψηφίζει τον Α ή τον Β. Αυτό είναι μεγάλο λάθος και η μεγαλύτερη απάτη που έχει οικοδομηθεί και διακινηθεί όχι μόνο από τους πολιτικούς αλλά και από την πνευματική τάξη της χώρας επειδή θέλει να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Η συμπεριφορά ενός εκάστου πολίτη, κρίνεται και αξιολογείται αλλά κυρίως υπαγορεύεται από τη φύση του πολιτικού συστήματος. Αν το πολιτικό σύστημα του πει ότι πρέπει να είναι διεφθαρμένος, να κάνει διαπλοκή, να πάει στον πολιτικό, να κάνει άλλου τύπου σχέσεις και δικτυώσεις για να κάνει τη δουλειά του, αυτό ακριβώς θα κάνει. Και δεν είναι το θέμα να απενοχοποιήσουμε τον πολίτη ή όχι. Ο πολίτης, εάν ξέρει ότι για να κάνει τη δουλειά του πρέπει να κάνει όλα αυτά τα πράγματα, αυτά θα κάνει. Αλλιώς, εάν είναι τόσο έντιμος ώστε απλώς να ιδιωτεύει και να κάθεται στο σπίτι του και να μην ασχολείται με τίποτε, βεβαίως εκεί δεν θα είναι μέσα στο πρόβλημα. Αλλά, εάν συνεκτιμήσουμε το γεγονός ότι ο πολίτης θα συμπεριφερθεί σύμφωνα με τον χορό που θα του στρώσει το κράτος, τότε το ζήτημα δεν είναι ποιος είναι ο ένοχος αλλά ποιος στήνει τον χορό. 

Θα με ρωτήσετε, γιατί είναι το κράτος "ξένο σώμα" προς την ελληνική κοινωνία και γιατί συμπεριφέρεται έτσι. Μα, κάθε ανεξέλεγκτος άνθρωπος αυτό θα κάνει. Αναλογιστείτε ένα παράδειγμα: εάν βρείτε (εσείς ή οποιοσδήποτε) πολλά χρήματα, τα οποία επειδή δε θέλετε να τα αξιοποιήσετε ο ίδιος (γιατί δεν ξέρετε ή δεν θέλετε) και τα αναθέσετε σε έναν άλλον, αλλά υπογράψετε και ότι δεν θα ασχοληθείτε ποτέ με τον τρόπο που θα τα διαχειρίζεται, αυτός ο άλλος, τον πρώτο χρόνο θα σας είναι ευγνώμον, τον δεύτερο χρόνο ίσως θα σας είναι ακόμα ευγνώμον και θα θέλει να σας ανεβάσει τα κέρδη. Από τον τρίτο χρόνο και μετά, θα αρχίσει να μεμψιμοιρεί και να λέει πως ενώ δουλεύει για λίγα λεφτά σας κάνει εσάς εκατομμύρια και θα αρχίσει να βάζει και στην τσέπη του. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει κι εδώ. Όταν το πολιτικό προσωπικό είναι υπεράνω του νόμου, δεν υπόκειται στη νομοθεσία. Το αντιλαμβάνεστε; Όταν μιλάνε για ισότητα του νόμου μιλάνε για την ισότητα μεταξύ των υπηκόων, των πολιτών (των μελών της κοινωνίας). Αυτοί δεν είναι ίσοι. Γι’ αυτό και δεν υπόκεινται στη δικαιοσύνη, γι’ αυτό και δεν ελέγχουν οι ίδιοι τα εγκλήματά τους. Για τον λόγο αυτό βλέπετε ότι βρισκόμαστε σε μία πραγματικότητα, η οποία μετακυλίεται από την κορυφή του πολιτικού προσωπικού -που έχουν τις αρμοδιότητες των παλαιών απολυταρχικών μοναρχών- και στον κάθε υπάλληλο. Έχετε αναλογιστεί ότι, οποιαδήποτε κακή συμπεριφορά ή οποιαδήποτε μη υπηρεσία του υπαλλήλου προς τον πολίτη θεωρείται πταίσμα, ενώ οποιαδήποτε κακή συμπεριφορά προς τον πολιτικό θεωρείται έγκλημα καθοσιώσεως; Εάν τον καταγγείλετε για οτιδήποτε και κυρίως για κακές υπηρεσίες, να είστε βέβαιοι ότι θα φτάσει να πάρει σύνταξη μετά από είκοσι χρόνια και η υπόθεσή του δεν θα έχει κριθεί. Ποιοι κρίνουν τον υπάλληλο σύμφωνα με τους θεσμούς που έχουν εγκαθιδρύσει οι ίδιοι και το πολιτικό προσωπικό; Οι συνδικαλιστές και κάποιοι όμοιοί τους. Άρα, "όμοιος ομοίω αεί πελάζει". Ένα τέτοιο κράτος λοιπόν που ο πολίτης είναι ένας ιδιώτης και κρέμεται από την “καλή” τους θέληση εάν θα εξυπηρετηθεί και δεν υπάρχει η έννοια της κύρωσης και του ελέγχου, η έννοια του σκοπού για τον οποίον βρίσκονται εκεί, τότε εκεί είναι το πρόβλημα. 

Το πολιτικό μας σύστημα λοιπόν, κάποτε, ο πολίτης πρέπει να αντιληφθεί, ότι δεν είναι αυτό που του λένε "δημοκρατία" ή "αντιπροσώπευση", αλλά είναι μία αισχίστου είδους εκλόγιμη μοναρχία που όλες οι αρμοδιότητες που έχει (η φύση δηλαδή του πολιτικού συστήματος και η σχέση του με την κοινωνία) είναι αυτή που είχε ο Λουδοβίκος και ο κάθε Λουδοβίκος απολυταρχικός μονάρχης με την κοινωνία. 

Ο πολίτης ως ψηφοφόρος δεν είναι εντολέας. Η έννοια της ψήφου είναι να ορίσει ο πολίτης ποιος θα είναι ο μονάρχης για την επόμενη τετραετία. Για να κριθεί εάν είναι εντολέας, πρέπει από την επομένη που θα γίνει η κυβέρνηση, να έχει τις αρμοδιότητες του εντολέα. Δηλαδή μία σχέση εντολέα-εντολοδόχου. Η οποία σχέση δεν υφίσταται. Έχετε διανοηθεί να επικοινωνήσετε ή να ελέγξετε, ή να προσαγάγετε στη δικαιοσύνη τον βουλευτή ο οποίος δεν έκανε το καθήκον του σύμφωνα με όσα υποσχόταν; 

Ο πρόεδρος της σημερινής βουλής, (όχι ότι είναι ο χειρότερος, γιατί μπροστά στον πρόεδρο της βουλής της προηγούμενης περιόδου (τον κύριο Βούτση) αυτός είναι "παράδεισος/όαση" (αλλά η λογική τους είναι η ίδια) είναι δηλαδή ένας άνθρωπος όπως και ο προηγούμενος αλλά στην εκφυλισμένη του εκδοχή, ο οποίος λέει ότι είναι ύβρης ο πολίτης να αξιώνει να ελέγξει τον πολικό. Είναι λέει, πολύ μεγάλος άθλος και έχει ευθύνη ο πολίτης για το ποιον εκλέγει. Μα το θέμα είναι ότι, εάν έχει βρεθεί σε πλήρη αντιφωνεία προς τον προηγούμενο τον μουντζώνει με την ψήφο του και βγάζει έναν καινούριο έχοντας επίγνωση ότι και ο καινούριος το ίδιο θα κάνει. Διότι δεν τον ελέγχει κανείς και δεν δίνει λογαριασμό σε κανέναν. Η ψήφος των επομένων εκλογών δεν είναι τιμωρία της θητείας αυτού που υπήρξε πριν και που ενδεχομένως ήταν κακή. Είναι επιλογή μεταξύ των μονομάχων -που άλλοι μηχανισμοί τους έβαλαν σε εκείνη τη θέση- για τον επόμενο μονάρχη. Το πιο ενδιαφέρον σημείο, δεν είναι αυτό που είναι δεδομένο ως σύστημα, είναι επομένως έτοιμο να διαφθαρεί και καλεί τους ομοίους του επάνω. Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι συμφωνούν όλοι. Και συμφωνούν τόσο πολύ, που συσπειρώνονται. Εάν ένας πολίτης κατηγορήσει και ζητήσει να τιμωρηθεί κάποιος της προηγούμενης κυβέρνησης, θα τον υπερασπιστούν οι τωρινοί. Όπως και τους τωρινούς οι επόμενοι. Είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα -διότι αυτό που λέμε Δεξιά το ξέρουμε (αυτό είναι το σύστημά της, του φιλελευθερισμού και αυτό υπηρετεί) αλλά, το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της Αριστεράς, η οποία θεωρεί ότι διαφέρει. Σε τι διαφέρει; Αν πάρουμε και τα όσα συζητούνται αυτές τις ημέρες, κατά τι διαφέρει; Τι έκαναν με τα ΜΜΕ; Αυτό που έκαναν ήταν να δημιουργήσουν φίλιες δυνάμεις. Δεν ήταν να εισαγάγουν τη δημοκρατική αρχή στα μέσα ενημέρωσης ώστε να μην χρησιμοποιούν τον πολίτη ως πελάτη και βεβαίως να καταχρώνται της αρμοδιότητας και να δημιουργούν αυτοί τις διαπλοκές και τις διαφθορές. Η αγωνία τους ήταν πώς θα δημιουργήσουν μέσα από διαπλοκές και διαφθορές φίλιες δυνάμεις που να τους υποστηρίζουν. Ανεξαρτήτως του τι και με ποια μέσα θα το έκαναν. Με άλλα λόγια, εξίσου αντιδραστική -και μάλιστα σε πολύ πιο απροκάλυπτο βαθμό- είναι η Αριστερά από όσο η Δεξιά. Είναι όλοι μαζί. Και είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι έφτασαν αυτοί οι άνθρωποι που, είναι αν θέλετε οι πιο βρόμικοι -με την κυριολεκτική έννοια του όρου εκδοχή- που είναι οι παρατάξεις των πανεπιστημίων, έφτασαν να μας κυβερνάνε. Όπως ήταν και εκεί καταληψίες, κατέλαβαν και το κράτος και το χρησιμοποίησαν με τον ίδιο τρόπο. Δηλαδή, αντί να είναι εκείνοι που θα κατέστειλαν την ιδιοποίηση, τη διαφθορά, τους εκβιασμούς, μεταβλήθηκαν οι ίδιοι σε εκβιαστές του όποιου πολίτη τολμούσε να τους αντιτείνει. Είναι οι άνθρωποι που ζουν στην πολιτική δεκαετίες και όμως, αγνοούν τι είναι η πολιτική. Δεν έχουν αίσθηση του δημοσίου χώρου. Απλώς να σιτίζονται από το κράτος ξέρουν. Εάν το σκάνδαλο το διαπράττει η δική τους κομματική παράταξη (τα μέλη της), τότε δεν υπάρχει σκάνδαλο. Εάν το διαπράττει ο αντίπαλος τότε υπάρχει σκάνδαλο και θα το διακινήσουν στην κοινωνία όχι για να τιμωρηθεί ο υπόλογος αλλά, μέχρι να φτάσει στο σημείο να δρέψουν τους καρπούς από την συντριβή του αντιπάλου. Έχετε δει εσείς ποτέ κάποιον να διαφωνεί με την έννοια της παραπομπής στην δικαιοσύνη της βουλής; Στις εξεταστικές και στις άλλες επιτροπές; Τι δουλειά έχουν αυτοί οι οποίοι είναι υπόλογοι να είναι συγχρόνως και δικαστές; Και, εν πάση περιπτώσει, έχετε δει κανέναν να δικάζεται και να καταδικάζεται; ...

Η ανάπτυξη της διαφθοράς είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο που εμφανίζεται με εξάρσεις όταν μία πραγματικότητα εκφυλίζεται και περνάει η πρώτη περίοδος της διακυβέρνησης. Είναι σαφές αυτό. Άλλοι, μόλις μπουν μέσα, θα λειτουργήσουν ως λυμεώνες απέναντι στο κράτος, άλλοι θα κρατήσουν τα προσχήματα για ένα διάστημα. Όμως, η διαπλοκή και η διαφθορά είναι δεδομένη. Το βλέπουμε άλλωστε και με τον τρόπο που διαχειρίζονται το δημόσιο χρήμα. Χωρίς να το υποκρύπτουν. Το δηλώνουν με σαφήνεια. Δείτε τώρα, μπήκαμε στην πανδημία και διασπάστηκαν διάφορα εκατομμύρια στα ΜΜΕ. Για ποιον λόγο; Δεν καταλαβαίνω γιατί έπρεπε να εξαγοραστούν για ένα αυτονόητο καθήκον που είχαν τα ΜΜΕ να μεταδώσουν τα μηνύματα που χρειαζόταν. Και δεν είναι μόνο αυτό. Αυτά είναι μικροπράγματα… Έχει ενδιαφέρον να προσέξετε ότι, η οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση, περιγράφει ως διεφθαρμένη την προηγούμενη κυβέρνηση. Εάν θα έρθει τώρα η επόμενη, θα περιγράψει αυτήν την κυβέρνηση για διεφθαρμένη. Δεν είναι ψέματα αυτά που της καταλογίζει, είναι όμως αυτά τα οποία κάνει και η ίδια (σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό). Με διαφορετικό τρόπο η μία ίσως και με διαφορετικό η άλλη. Αλλά, η πραγματικότητα είναι η ίδια διότι κανείς όταν δεν ελέγχεται και μάλιστα δεν ελέγχεται όχι εκ του νόμου αλλά εκ του συντάγματος -το σύνταγμα επιτάσσει τον μη έλεγχο του πολιτικού από τον πολίτη- όταν λοιπόν δεν ελέγχεται και όλα γίνονται εν κρυπτώ, πίσω από τις κλεισμένες πόρτες, όλα μπορεί να τα δει κανείς.

Αυτό είναι το πραγματικό μέρος στην απορία του τι προκαλεί τη διαφθορά. Τη διαφθορά την προκαλεί ένα πολιτικό σύστημα το οποίο είναι εκφυλισμένο και το οποίο όμως στη φύση του, όπως λειτουργεί και στις άλλες δυτικές χώρες, θεωρεί το “λαδώσημο” (τη διαφθορά) ως φύσει υπαρκτή πραγματικότητα, αναγκαία για να λειτουργήσει. Απλώς, στις άλλες χώρες λειτουργεί λιγάκι ακόμη και η δημόσια διοίκηση (για λόγους που δεν μπορούμε να τους εξηγήσουμε επί του παρόντος). Δηλαδή, στα απλά που δεν υπεισέρχεται η ανάγκη των μεγάλων συμφερόντων, έχουμε μία μικρή διαφοροποίηση. Δηλαδή το κράτος είναι πιο αποτελεσματικό (παραδείγματος χάρη για να πάρετε την σύνταξή σας θα την πάρετε σε έναν μήνα ενώ εδώ θέλετε μερικά χρόνια). Αυτή είναι η διαφοροποίηση μόνο. Δεν είναι δηλαδή μία διάχυτη κατάσταση που φτάνει μέχρι τον τελευταίο κλητήρα αλλά τηρεί και ορισμένα προσχήματα που ανάγονται σε μια άλλη ιστορική πορεία που είχε εκεί το κράτος αυτό γιατί το κράτος αυτό ήταν αντίστοιχο προς την κοινωνία, συναντιόταν κάπου σε επίπεδο ιδεολογίας, ενώ εδώ δε συναντιόνται πουθενά οι πολιτικοί με την κοινωνία. Ούτε σε επίπεδο θεσμών ούτε σε επίπεδο ιδεολογίας. 

Στην πραγματικότητα, το κράτος αυτό, ακόμα και εκεί που δε λειτουργεί με όρους διαπλοκής και διαφθοράς δεν έχει την αίσθηση του δημοσίου καθήκοντος. Και δεν την έχει διότι ο υπάλληλος ο αρμόδιος δεν ελέγχεται από κανέναν. Δεν θα του πει κανένας αυτού ο οποίος αμέλησε -που μπορεί να είναι ο δήμαρχος ή ο περιφερειάρχης- δε θα έρθει κανείς να τον ελέγξει στον έναν ή στα δύο χρόνια γιατί δεν έφτιαξε τη γέφυρα ή γιατί δεν προχώρησε και να υπάρξει η κύρωση. Ποιος μας λέει ότι μία μελέτη χρειάζεται χρόνια; Να έρθει λοιπόν να απολογηθεί και να έχει την κύρωση. Υπάρχει η αντίληψη που διακινείται από τους ίδιους τους πρωθυπουργούς μας, ότι το σύνταγμα δεν τους επιτρέπει να ενεργήσουν επί του υπαλλήλου, γιατί λέει, διασφαλίζει τη μονιμότητα. Αυτό είναι μεγάλο ψέμα και υποκρισία. Το σύνταγμα διασφαλίζει τη μονιμότητα εκείνων που κάνουν το καθήκον τους. Όποιος δεν κάνει το καθήκον του, ακόμα και αυτό το άθλιο σύνταγμα της μοναρχίας που έχουμε, τι λέει; Πως φεύγει έξω. Τιμωρείται! Πού είναι ο έλεγχος και η κύρωση λοιπόν αυτών των ανθρώπων; Πού είναι η διαφάνεια στη διαχείριση; Δεν υπάρχει πουθενά. Και αυτό είναι κατά παράβαση του συντάγματός του. Δεν είναι κατά παράβαση το αντίθετο. Ο υπάλληλος υπάρχει εάν κάνει τη δουλειά του. Εάν δεν την κάνει πάει σπίτι του ή πάει φυλακή ή πληρώνει αυτός ο ίδιος τον λογαριασμό. Αυτή είναι η πραγματικότητα που δεν θέλουν να δουν γιατί ψηφοθηρούν και λειτουργούν με όρους ιδιοτέλειας και προσωπικού συμφέροντος. 

Ο πολίτης σύμφωνα με το σύνταγμα αυτού του πολιτικού συστήματος και στη νομοθεσία, είναι ιδιώτης. Του λέει το σύνταγμα ότι, εσύ, θα ασχοληθείς με τα ιδιωτικά σου πράγμα. Και αν χρειαστεί να έρθει σε επαφή ο πολίτης με την πολιτική, του λέει ότι πρέπει να βρει κανέναν πολιτικό ή βουλευτή ή κάποιον δήμαρχο, να κάνει σχέσεις -να του προσφέρεις για να σου προσφέρει-. Αυτή είναι η λογική αυτού του συστήματος.
Επομένως ο πολίτης, δεν μπορεί να κάνει τίποτε. Το ζητούμενο σε αυτή την χώρα, δύο αιώνες τώρα αφότου στήθηκε αυτό το κράτος από τους βαυαρούς και το διαχειρίζονται οι ελλαδικοί πολιτικοί πια, (μία άλλη άρχουσα τάξη εσωτερική), είναι να αλλάξει το πολιτικό σύστημα. Μόνον εάν ο πολιτικός εξαρτάται από τον πολίτη και τον έλεγχό του, με άλλα λόγια μόνον αν πάψει το σύστημα να είναι μοναρχικό και να γίνει αντιπροσωπευτικό κατ' ελάχιστο (να είναι δηλαδή εντολέας ο πολίτης), τότε ο πολίτης θα έχει και δικαίωμα να ελέγχει το πολιτεύεσθαι. Εάν οποιοσδήποτε πολίτης ανακαλύψει ένα σκάνδαλο που διέπραξε ένας πολιτικός ή ένας άλλος πολίτης και κάνει σχετικό έγγραφο υποτίθεται για να αναλάβει η αρμόδια υπηρεσία να τον ελέγξει και, εάν μετά από δύο ή τρία χρόνια δει ότι δεν γίνεται τίποτε και κάνει ένα άλλο έγγραφο και ρωτήσει πληροφορίες για το πού βρίσκεται η υπόθεση που κατήγγειλε, θα του απαντήσουν ότι δεν έχει έννομο συμφέρον. ... Δεν θα του δώσουν πληροφορίες. Η κοινωνία είναι ξένο σώμα, ο κάθε πολίτης σε αυτή την χώρα είναι ξένο σώμα προς το κράτος. Το κράτος είναι κατακτητής. Είναι κράτος κατοχής επί της κοινωνίας. Αν δεν το αντιληφθεί αυτό η κοινωνία και εξακολουθήσει να νομίζει ότι με το να εξακολουθήσει να νομίζει ότι με το να αλλάζει κυβερνήσεις ή με το να αλλάζει δημάρχους θα φτάσει κάπου αλλού, κάνει λάθος! Διακόσια χρόνια επαναλαμβάνεται αυτή η ιστορία και δεν είδαμε αλλαγή. Άρα, πώς θα δούμε σήμερα; Τι θα αλλάξει; Το φιλότιμό τους; Δεν έχουν φιλότιμο. Γιατί αν είχαν φιλότιμο δε θα ήταν εκεί που είναι. Μεταβολή πολιτείας λοιπόν. Αλλαγή πολιτικού συστήματος! Να γίνει ο πολίτης εταίρος και μέρος της πολιτικής διαδικασίας που λαμβάνονται οι αποφάσεις. Και υπάρχουν πολύ εύκολοι τρόποι να γίνει αυτό. Και όχι να μας δείχνουν το δάχτυλο και να μας λένε και τις εξυπνάδες τους ότι, αυτοί ξέρουν κι ότι ο πολίτης δεν ξέρει. Ο πολίτης, από υπήκοος να γίνει ΠΟΛΙΤΗΣ!



Γιώργος Κοντογιώργης - Το ελληνικό κράτος είναι θερμοκήπιο της διαφθοράς - 7.7.2020