Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 2021

Μίκης Θεοδωράκης,

όπως Θεού-Δώρο!

Ο Χατζιδάκις για τον Θεοδωράκη (1978)



Απόσπασμα από ραδιοφωνική εκπομπή του Μάνου Χατζιδάκι στο Τρίτο Πρόγραμμα στην οποία μας αποκαλύπτει τον "άγνωστο" φίλο του Μίκη Θεοδωράκη.


Μάνος Χατζιδάκις: Σήμερα λοιπόν θέλω να σας αποκαλύψω έναν φίλο μου συνθέτη, πολύ σημαντικό, που είμαι βέβαιος πως δεν ξέρετε. Τον Μίκη Θεοδωράκη. Να μη νομίσετε πως λέω αστεία, ούτε κι ο γενικός μας διευθυντής να φανταστεί πως αστειεύομαι, μια κι έβγαλε φιρμάνι χθες για να μη λέμε αστεία από το ραδιόφωνο κι ούτε πολλές κουβέντες. Έλα όμως που επιθυμώ να σας παρουσιάσω έναν Μίκη Θεοδωράκη τέτοιον που δεν τον φανταστήκατε κι ούτε τον μάθατε ποτέ. Γιατί πολλοί γνωρίζουν τα ονόματα, μα λίγοι ξέρουν το τι πράγματι κάνει ο κάθε ένας. Όπως κι εμένα. Δεν με ξέρουν. Πολλοί με σταματούν και μου ζητούν αυτόγραφο. Φροντίζω αμέσως να τους ρωτήσω αν με γνωρίζουν και μ’ απαντούν: «...Δεν είστε αυτός που τραγουδά στην τηλεόραση;»… Καταλαβαίνετε όπως κι εγώ, πως με μπερδεύουν. Γιατί, ούτε τραγουδιστής είμαι, ούτε παρουσιάζομαι στην τηλεόραση, την οποία, μάλλον, αντιπαθώ. Φαίνεται όμως πως με περνάν για τον εκτάκτως συμπαθή τραγουδιστή Τόνυ Μαρούδα ή το πολύ για την κυρία Μαβίλη, της τηλεοράσεως.

Φαίνεται το ίδιο δεν συμβαίνει και με τον Μίκη Θεοδωράκη. Γιατί αυτός και τον γνωρίζουνε και τραγουδάει. Αλλά ποιοι είναι αυτοί που ξέρουν τη μουσική του σημασία μέσα στον χώρο μας; Κι ακόμα, ότι, ο Θεοδωράκης δεν έγραψε μόνο τον «Ζορμπά» ή το «Πέντε-πέντε δέκα» με τα οποία πολλοί νομίζουν πως εκεί τελειώνει η προσφορά του. Ούτε πάλι οι άλλοι, οι περισσότεροι, που ερμηνεύουν τη μεγαλοσύνη του γιατί τους καθηλώνει στα γήπεδα με τις ώρες και τους κινητοποιεί εσωτερικά. Δεν είναι μόνο αυτό ο Μίκης. Ο Θεοδωράκης είναι βαθιά και πλατιά μουσικός και λειτουργεί παράλληλα, σε άλλες λιγότερο γνωστές στιγμές, με ακρίβεια και με συνείδηση των πηγών του και των στόχων του. Με ευαισθησία και με τεχνική απαράμιλλη, κι αυτές είναι οι στιγμές που τον τοποθετούν στο μέλλον σίγουρα και παντοτινά!

Ο Μίκης Θεοδωράκης, είναι ένας ποταμός σπανίων μελωδιών που έχει βαθιές τις ρίζες του στον ελλαδικό χώρο κι όχι μόνο στην Κρήτη. Από την Κρήτη πήρε την επική μεγαλοστομία και λεβεντιά που σφραγίζει τους ρυθμούς του. Απ’ τα νησιά του Αιγαίου την χάρη τους και τη λεπτεπίλεπτη δεξιοτεχνία του. Κι από τη βόρεια Ελλάδα τους βαθείς αναστεναγμούς της μουσικής του. Όσοι θέλησαν να τον μιμηθούν, το μόνο που κατάφεραν είναι να φτιάξουν μια μονότονη μπροσούρα που προκαλούσε αθεράπευτη πλήξη και ανία στον ακροατή. Η επανάσταση χωρίς ταλέντο είναι για να κοιμάσαι ασφαλώς κι όχι για να λιθοβολείς.
Αρχίζω τη 2η σειρά των τραγουδιών που διάλεξα, του Θεοδωράκη, με ένα από τα πιο λυρικά τραγούδια που έχουν γραφτεί στη νεότερη Ελλάδα και με μοναδική την ερμηνεία της Φαραντούρη. Αυτό το τραγούδι, είναι ένα αριστούργημα! Το περιέχουμε και μας αποκαλύπτει. «…στης νύκτας το μπαλκόνι παγώνει ο ουρανός…».

“Τ’ όνειρο καπνός” – Μαρία Φαραντούρη






Μάνος Χατζιδάκις: Και τώρα, μια άλλη μεγάλη στιγμή του Θεοδωράκη. «Εδώ σωπαίνουν τα πουλιά». Η ενορχήστρωσή του, η επική μελωδική γραμμή μαζί με το θαυμάσιο ποίημα του Ρίτσου, δημιουργούν ένα δραματικό αραβούργημα. Από τις πρώτες νότες του τραγουδιού, αρχίζει να ζωγραφίζεται ένα βαθύ αίσθημα μιας δραματικής αναμονής…

“Ο ταμένος” (εδώ σωπαίνουν τα πουλιά) – Γιώργος Νταλάρας

Λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας (1974) σε Μίκη Θεοδωράκη και στοίχους Γιάννη Ρίτσου







Μάνος Χατζιδάκις: Τώρα, το γυναικείο πάθος σε λυρική έξαρση του Θεοδωράκη! Η πολύ ενδιαφέρουσα φωνή της Μπιρμπίλη –φωνή του ’60- τραγουδά το ποίημα του Ελύτη, “Ο κήπος έμπαινε στη θάλασσα”. Ένα ύφος τραγουδιού που σφράγισε ανεπανάληπτα μιαν εποχή ολόκληρη.

“Ο κήπος έμπαινε στη θάλασσα” – Σούλα Μπιρμπίλη








Εις μνήμην Μίκη Θεοδωράκη.
Απομαγνητοφώνηση, Ελένη Ξένου.
Ηχητικό βίντεο απομαγνητοφώνησης:






ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ (29 Ιουλίου 1925, Χίος - 2 Σεπτεμβρίου 2021, Αθήνα)













Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2021

Γιώργος Κοντογιώργης - Τα Ίμια της χώρας


Γ. Κοντογιώργης - Τα Ίμια της χώρας - 20.3.2015

https://youtu.be/xdV5BuOYI_E

Ομιλία του Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και πρώην πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργου Κοντογιώργη, η οποία έγινε στα πλαίσια της παρουσίασης του βιβλίου του Ναυάρχου ε.α Χρήστου Λυμπέρη "Οψόμεθα την αλήθεια καθώς εστί: 1994-1996" (Εκδόσεις Ποιότητα, 2014), στις 20.3.2015 στη Στοά του Βιβλίου.

Απομαγνητοφώνηση, Ελένη Ξένου.

Γιώργος Κοντογιώργης:

Οι προλαλήσαντες με διευκολύνουν να μην σταθώ στο περιεχόμενο του βιβλίου αυτό καθαυτό, άλλωστε, νομίζω ότι ο καλύτερος τρόπος για να γνωρίσει κανείς το περιεχόμενο είναι να το διαβάσει, να το μελετήσει θα έλεγα.

Μία γενική παρατήρηση έχει να κάνει με το τι εισφέρει. Νομίζω ότι είναι μία πρωτογενής πηγή για μία πολύ-πολύ σημαντική στιγμή της σύγχρονης Ιστορίας μας. Υπαγορεύτηκε βεβαίως από την ανάγκη του Ναυάρχου να εκφράσει την αγωνία του ως στρατιώτης απέναντι σε όσα συνέβησαν και, βεβαίως στη αντιμετώπισή του από την πολιτική ηγεσία της εποχής, αλλά, εγώ θέλω να το δω –και σας καλώ να το δείτε- υπό το πρίσμα της απολογίας ενός συστήματος -όχι της απολογίας του Ναυάρχου- αλλά, του περιεχομένου μιας απολογίας που αποκαλύπτει τα αίτια της ελληνικής κακοδαιμονίας.  Διότι η ήττα –και είναι ήττα αυτό που συνέβη στα Ίμια- έρχεται να συμπληρώσει μια αλυσίδα καταστροφών που ολοκληρώνει μία πορεία του ελληνικού κόσμου η οποία μόνο θλίψη μπορεί να μας προκαλέσει. Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν. Έχει σημασία να δει κανείς πώς εγγράφεται μέσα στο γενικότερο πρίσμα της αντιμετώπισης, όχι κάποιων μικρών εσωτερικών προβλημάτων ή έστω μεγάλων, αλλά εθνικών προβλημάτων. Αυτών που συνέχονται με τις διεθνείς σχέσεις –άρα και με την ασφάλεια της χώρας.

Θα επισημάνω μόνο ορισμένα σημεία τα οποία τα διαπραγματεύεται ο Ναύαρχος Λυμπέρης αναλυτικά στο έργο του αυτό. Εκλήθη η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων στη βουλή, για να αντιμετωπίσουν μία στιγμή που, ήταν στιγμή πολεμικής αναμέτρησης. Ήταν απέναντι τα πολεμικά πλοία και από στιγμή σε στιγμή, εάν η Τουρκία παραδείγματος χάρη αποφάσιζε να κάνει μία απόβαση σε ένα νησί, θα μπορούσε κάλλιστα να έχει συνέπειες τις οποίες δε θα μπορούσε κανείς να τις διαχειριστεί από τη βουλή. Έπρεπε να είναι επιτόπου. Αυτό είναι κομβικό σημείο για να δει κανείς τι τρέχει πίσω από αυτό το πολιτικό σύστημα και τους συντελεστές του. Δεύτερον, την ίδια στιγμή που οι Τούρκοι ουσιαστικά καταλάμβαναν τα Ίμια, ο Πάγκαλος ήταν στα κανάλια… Ο υπουργός Εξωτερικών. Για σκεφθείτε το αυτό λίγο, για να δείτε, όχι τι ευθύνη αισθάνεται ότι έχει, αλλά πώς αντιμετωπίζει τα ζητήματα αυτά. Διαπιστώνουμε από όλη την διαδρομή του βιβλίου ότι όχι μόνο δεν υπήρχε σχεδιασμός αντιμετώπισης της κρίσης από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας, αλλά συγχρόνως απέκρυβε και απέφευγε να αντιμετωπίσει την αναγγελία της κρίσης που, όπως πολύ σωστά αναγγέλθηκε, έναν μήνα πριν είχε ανακοινωθεί από την τουρκική πλευρά. Θα μου πείτε, “δεν το πήραν στα σοβαρά”. Μα αυτό είναι το πρόβλημα. Διότι, από την άλλη μεριά, αν ήταν να μην το έχουν πάρει στα σοβαρά, δε θα δήλωναν ότι είναι εναντίον της ενεργοποίησης των κανόνων εμπλοκής για να αντιμετωπίσουν τα επιμέρους προβλήματα που μπορούσαν να αντιμετωπιστούν, ούτε ότι δεν είναι η ώρα να αντιμετωπίσουμε το στρατιωτικό μέρος διότι διαπραγματευόμαστε. Και όπως απεδείχθη –και δεν είναι η πρώτη φορά κύριε Καλεντερίδη- η Τουρκία έκανε το ίδιο πράγμα και στην Κύπρο. Ενώ συνομιλούσε για την ειρήνη, έκανε πράξεις ντε φάκτο, δημιουργίας νέων καταστάσεων. Επομένως δεν ήταν για να διασφαλίσει ότι συμφωνίστηκε, αλλά να το πάει πιο πέρα.

Για τα 12 μίλια: Έχω γράψει και έχω πει από την πρώτη στιγμή που γεννήθηκε το θέμα ότι, ανεξαρτήτως του αν θέλουμε ή μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε, να αντιμετωπίσουμε την επέκτασή τους, είναι καλύτερα να παραβιάζουν ένα τετελεσμένο γεγονός που θα αναφέρεται στα 12 μίλια, παρά να αγωνιζόμαστε να υπερασπιστούμε τα 6 μίλια και, βεβαίως, στο πλαίσιο αυτό, να αλωνίζουν οι άλλοι και, μάλιστα κατά νόμιμο τρόπο, στο υπόλοιπο μέρος του Αιγαίου το οποίο βεβαίως δεν καλύπτεται από τα χωρικά μας ύδατα. Νομίζω αυτό είναι καίριας σημασίας.

Θα επισημάνω όμως και κάτι άλλο που έχει σημασία να το προσέξουμε ως προς αυτό το μεγάλο ζήτημα των Ιμίων. Ο Ναύαρχος αναφέρει κάποια στιγμή κάποιες αδυναμίες στις Ένοπλες Δυνάμεις. Πρέπει να πούμε βεβαίως ότι, αυτό, ένα πολιτικό σύστημα δηλαδή το οποίο χωλαίνει στην κορυφή, δε μπορεί να μην προκαλεί συνέπειες και μάλιστα αλυσιδωτές σε όλους τους επιμέρους τομείς συμπεριλαμβανομένων και των Ενόπλων Δυνάμεων. Είναι χαρακτηριστικό, αυτό που ξέρουμε και ζούμε σήμερα με την διαφθορά στις Ένοπλες Δυνάμεις και τη λεηλασία της χώρας εκεί που αναφέρεται στην άμυνα της χώρας. Η παρατήρηση ότι υπήρχε μεγάλη απόσταση από τις βάσεις, ποιος το αποφασίζει αυτό και από πότε; Γιατί πρέπει όλα να είναι συγκεντρωμένα στην Αθήνα και στον Πειραιά; Αυτό, είναι ένα πρόβλημα που συνέχεται επίσης με τα κενά επάνδρωσης των νήσων. Γιατί πρέπει να υπάρχουν κενά; Αν συνδυαστεί αυτό και με το γεγονός βεβαίως ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις παραδοσιακά αποδέχθηκαν το μεγάλο γλέντι του ρουσφετιού που όλοι όσοι υπηρετούσαν στο κέντρο ήταν ή μέλη παρατάξεων (εννοώ στρατιώτες) ή μέλη πανεπιστημίων (με “πλάτες” επομένως) που δε μπορούσαν καν να τους ελέγξουν, είτε τέκνα της υψηλής ελίτ τα οποία δεν καταδεχόντουσαν να βρεθούν στο μέτωπο, αυτό ομολογεί ότι υπήρχε ένα ουσιαστικό πρόβλημα στις Ένοπλες Δυνάμεις. Θα σας επικαλεστώ δύο παραδείγματα, για να δούμε αυτό το μεγάλο ζήτημα του «τις πταίει» σε αυτή την χώρα. Λίγο μετά τα Ίμια βρέθηκα στη Ρόδο. Υπήρχε ένα μικρό πολεμικό καράβι το οποίο ήταν αραγμένο στο λιμάνι με την πλώρη του μπρος και την πρύμνη του προς το άνοιγμα του Αιγαίου και απέναντι ακριβώς, περνούσε και έκανε βόλτες ένα πολύ μεγάλο τουρκικό πολεμικό πλοίο –φρεγάτα. Και, ζητάω τον αρμόδιο και τον ρωτάω εάν είναι δυνατόν πρώτα-πρώτα να μην είναι κανείς μέσα (θα ήταν στο καφενείο) και, αν είναι δυνατόν να το έχουν έτσι αγκυροβολημένο. Ώσπου να κάνει τη μανούβρα να βγει από το λιμάνι, ο άλλος θα το έχει βυθίσει. Τι ρόλο λοιπόν παίζετε εδώ, τους λέω. Μου χαμογελούσαν. Δεν είχαν να πουν τίποτε. Τις ίδιες μέρες, όταν ο κύριος υπουργός εξωτερικών ήταν στα κανάλια, είχαμε εικόνες από το Καστελόριζο. Δεν υπήρχε κανείς εκεί. Υποτίθεται, ότι είναι πιθανή μία πολεμική αναμέτρηση. Τα τουρκικά πλοία όμως έκοβαν επίσης βόλτες εκεί. Αντιλαμβάνεστε επομένως ότι, υπήρχε ένας σχεδιασμός που, δεν κάλυπτε ολόκληρο το εύρος αυτής της επικείμενης κρίσης και, βεβαίως, υπήρχε ένας πρωθυπουργός ο οποίος έθετε ερωτήματα… Δεν κάθισε δηλαδή στο τραπέζι του επιτελείου όπως και οι υπόλοιποι υπουργοί του για να αποφασίσουν τι θα κάνουν και να αντιμετωπίσουν τις ενδεχόμενες παραμέτρους αυτής της κρίσης ώστε να μπορέσουν και πολιτικά να διαπραγματευτούν. Γιατί όταν δεν υποστηρίζεις στρατιωτικά την πολιτική διαπραγμάτευση, δεν οδηγείς –όχι σε νίκη- αλλά ούτε σε ένα αξιοπρεπές αποτέλεσμα. Θέλω να πω όμως ότι, αυτό που συνέβη με την κατάληψη των μικρών Ιμίων από τους Τούρκους και την υπόθεση της σημαίας, δε μπορεί κανείς να το υποβαθμίζει. Είναι απαράδεκτο που δεν υπήρχε εκεί στρατιωτικό άγημα, αφού ήταν στοχοποιημένα τα Ίμια. Γνωρίζαμε ότι εκεί έριχνε το βάρος της η Τουρκία. Γνωρίζουμε επίσης, ότι οι καιρικές συνθήκες δεν επέτρεπαν την προστασία του χώρου αλλά κυρίως, αν είχαμε μελετήσει την εποχή της Επανάστασης του 1821, οι νίκες που κατήγαγαν οι Έλληνες ήταν νίκες τακτικής οι οποίες περιείχαν το στοιχείο του αιφνιδιασμού, δηλαδή της “πονηριάς” έναντι αυτού του οποίου επεδίωκαν και όχι της κατά μέτωπο αντιμετώπισης. Γιατί, δε μπορώ να διανοηθώ ότι θα μπορούσε να φυλαχθεί με την περιπολία το νησάκι από το ενδεχόμενο να περάσουν οι βατραχάνθρωποι από κάτω και να βγουν στη ξηρά και να δημιουργήσουν τετελεσμένα. Ούτε μπορώ να διανοηθώ ότι η προστασία, δηλαδή η εκδίωξη των ανθρώπων που θα ήταν επάνω θα μπορούσε να γίνει με τη μεταφορά με ελικόπτερα. Διότι, δεν ήταν παρέλαση. Θα μπορούσαν να τα καταρρίψουν οι Τούρκοι. Τι θα κάναμε;… Είναι ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με αυτή την αντιμετώπιση από την πολιτική ηγεσία μιας πραγματικότητας η οποία ήταν κρίσιμη.

Και, ερχόμαστε -αν θέλετε- σε αυτό που είναι η σημαία. Η σημαία δηλώνει κυριαρχία μίας χώρας. Όταν αφαιρείς τη σημαία, έστω και αν αποχωρούν οι Τούρκοι από εκεί, σημαίνει ότι βγάζοντας τη σημαία παραιτείσαι από την κυριαρχία –από την ιδιοκτησία του νησιού. Σήμερα λοιπόν, δεν τους ενδιαφέρει. Είναι ένα ξένο σώμα οι άνθρωποι αυτοί. Και η περίπτωση λοιπόν του πρωθυπουργού της εποχής, είναι από τις πιο χαρακτηριστικές αυτής της αντίληψης που την έχω χαρακτηρίσει «ολιγαρχική κομματοκρατία». Δηλαδή ένα πολιτικό σύστημα που παράγει και επιτρέπει να ανέλθουν στην ιεραρχία σκουπίδια τα οποία υπηρετούν ιδιοτελείς καταστάσεις αλλά όχι το εθνικό συμφέρον. Όχι το συμφέρον της κοινωνίας. Αυτό είναι το κεντρικό πρόβλημα. Και, νομίζω ότι, ο Ναύαρχος είναι πολύ επιεικής όταν μιλάει για ερασιτεχνισμό. Τι σημαίνει ερασιτεχνισμός; Ξέρετε, ο Σωκράτης, όπως μας το μεταφέρει ο Πλάτωνας, κάνει έναν διάλογο με έναν νεαρό τον Γλαύκο, ο οποίος θέλει να πολιτευθεί. Και του λέει, «…έλα εδώ παιδάκι μου. Ξέρεις τι στρατός χρειάζεται, τι όπλα χρειάζεται η χώρα; Τι οικονομικούς πόρους; Και άρα να ξέρεις τι δημοσιονομικό σύστημα θα κάνεις; Τι πολιτικές και για ποιον σκοπό θα ακολουθήσεις»; Και του απαντούσε αυτός, όχι. «Και πότε θα τα μάθεις;» του λέει. Και του απαντάει, «Όταν αρχίσω να κυβερνάω». Όπως ξέρετε, αυτό κάνουν οι Έλληνες πολιτικοί. Ο κύριος Σημίτης, έχει πολύ μακρά ιστορία στην πολιτική. Αλλά ήταν πάντα απών από τα μεγάλα γεγονότα. Όταν συνέβαιναν τα μεγάλα γεγονότα αυτός ήταν απών και περίμενε την ώρα, την κατάλληλη στιγμή, να εμφανιστεί και να καρπωθεί το αποτέλεσμα της πολιτικής ή του αγώνα που κάνανε οι άλλοι. Και βεβαίως, όλα τα προβλήματα -αν καθίσουμε να μελετήσουμε την πολιτική του- όλα τα προβλήματα προσπαθούσε να τα βάζει κάτω από το χαλί και να μην τα αντιμετωπίζει. Όσα αντιμετώπισε (γιατί αναγκάστηκε) κατέστρεψε τη χώρα. Από την είσοδο στο ευρώ, από το χρηματιστήριο, από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, από χίλια δυο. Μην τα αναφέρουμε αυτή τη στιγμή. Και όταν βοούσε ο τόπος για τη λεηλασία των εθνικών χώρων, από το Υπουργείο Άμυνας μέχρι παντού,  η απάντηση ήταν: «όποιος έχει στοιχεία να πάει στον εισαγγελέα».  Δηλαδή, απλώς παρίστατο στην υποτιθέμενη διακυβέρνηση της χώρας. Θα με ρωτήσετε, «κάποιοι άλλοι δεν έχουν κάνει σχεδιασμό»; Ξέρετε, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα, υποθέτω, που δεν έχει τράπεζα δεδομένων για το τι γίνεται γύρω της, τι λένε οι άλλοι και, δεν έχει επίσης και κέντρα μελετών. Όταν έθεσα στον κύριο υφυπουργό Εξωτερικών της προηγούμενης κυβέρνησης τον κύριο Κούρκουλα κάποτε το ερώτημα –που το έχω θέσει δεκάδες φορές ξεκινώντας ήδη από την Κύπρο βεβαίως σε διάφορους πολιτικούς- το γιατί δεν φτιάχνουν ένα κέντρο ερευνών να μελετάνε και κάνουν προβολή λύσεων ή προβλημάτων ή συσχετισμών στο μέλλον για να ξέρουν τι θα υποστηρίξουν και τι όχι, μου απάντησε: «Μα δε μας χρειάζεται. Έχουμε το ΕΛΙΑΜΕΠ». Το αναφέρει αυτό ο Ναύαρχος και, ξέρουμε τι πολιτικές υποστηρίζει και από ποιους χρηματοδοτείται. Δεν τους ενδιαφέρει λοιπόν το εθνικό. Είναι αριστοτέχνες όμως στο να καταδολιεύουν την πολιτική και να μεταφέρουν ευθύνες είτε στους επιμέρους είτε στην ίδια την κοινωνία όπως ξέρουμε σήμερα που, κατατείνουν στο να την πείσουν ότι είναι συνυπεύθυνη γι’ αυτά που συνέβησαν τα τελευταία χρόνια.

Μας φέρνει εδώ σε μία πολύ ενδιαφέρουσα αρχή των χαμένων ευκαιριών, που, ο μακαρίτης ο Αβέρωφ είχε χαρακτηρίσει έτσι για πρώτη φορά. Αλλά, πριν πω αυτό, θέλω να σας αναφέρω το εξής που έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία για το πώς αντιμετωπίζεται η χώρα από αυτήν την πολιτική τάξη. Το 1957 στο Παρίσι, υποστηρίχθηκε μία διδακτορική διατριβή ενός ονόματι Σακά (Τούρκος). Ο οποίος μέσα –και με χάρτες- αναφέρει λέξη προς λέξη πώς πρέπει να χαραχθεί η γραμμή του Αιγαίου, να ουδετεροποιηθούν, να γίνουν Ίμια δηλαδή τα νησιά και η περιοχή του ανατολικού Αιγαίου και για ποιους γεωστρατηγικούς λόγους της Τουρκίας. Αυτό το βιβλίο, από το 1974 που επέστρεψα στην Ελλάδα, το περιέφερα σε φωτοτυπίες και το έδινα στους πολιτικούς αρχηγούς και στους άλλους υπευθύνους που έκρινα ότι έπρεπε να το προσέξουν. Όλοι μου λέγανε ότι δεν τους ενδιαφέρει. Αυτήν τη στιγμή βρίσκεται στη βιβλιοθήκη Σβορώνου διότι λίγο πριν πεθάνει του το έδειξα για να του πω και του ιδίου τον καημό μου -ως δάσκαλός μου- και, το διάβασε και μου λέει, "παιδί μου είναι πολύ χαρακτηριστικό του πόσο αδιαφορούν για τα εθνικά ζητήματα". Ο Σβορώνος, ένας ιστορικός ο οποίος είχε τον πόνο στο μυαλό του για την χώρα.

Η πολιτική των χαμένων ευκαιριών τι δηλώνει; Δηλώνει πολύ απλά ότι, η ελληνική πολιτική τάξη, επειδή βρίσκεται προ ζητημάτων που πρέπει να αντιμετωπίσει, αυτό που κάνει είναι να διαμορφώνει προτάγματα πολιτικών τα οποία είτε δεν έχει τη θέληση να τα υποστηρίξει –όπως εν προκειμένω η περίπτωση Σημίτη- είτε, δεν μπορεί γιατί δεν έχει σταθμίσει τον διεθνή παράγοντα. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση έχουμε υποστεί τις συνέπειες. Δε χρειάζεται να πάμε πιο πίσω. Η περίπτωση του Κυπριακού αυτό ομολογεί. Η περίπτωση των Σκοπίων αυτό ομολογεί. Και όλες οι άλλες βεβαίως περιπτώσεις που θα μπορούσε να δει κανείς στα μεγάλα και στα μικρά ζητήματα.

Λέω συχνά, ότι, οι ήττες της Ελλάδας δεν συντελούνται ούτε στα σύνορα, ούτε στους διπλωματικούς χώρους αλλά στην Αθήνα. Εδώ προετοιμάζονται. Και είναι αποτέλεσμα αυτής της αναντιστοιχίας του κράτους, του πολιτικού συστήματος με την κοινωνία. Και όποιος αποδέχεται ότι φταίει η κοινωνία γι’ αυτό (έστω στο παραμικρό), είναι υπόλογος συνενοχής σε αυτά που συμβαίνουν και που θα διαιωνιστούν εάν συνεχίσουμε να αποδεχόμαστε τη δική μας ευθύνη γι’ αυτό το πολιτικό σύστημα. Δε θα πω περισσότερα γι’ αυτό, αλλά θα επισημάνω ότι, η κορυφαία  εκδήλωση αυτού του γεγονότος που –αν θέλετε- προσωποποιείται στον πρωθυπουργό των Ιμίων, φέρνει στην επιφάνεια και κάτι άλλο. Ότι ο ίδιος, επειδή είχε ανάγκη να δικαιολογήσει την απραξία ή την καταστροφή που έχει προκαλέσει σε πολλά επίπεδα, επιστράτευσε τη διανόηση για να δικαιολογήσει τις πολιτικές του. Τους ξέρουμε. Βγαίνανε και ελεεινολογούσαν την κοινωνία γιατί εμπόδισε τον πρωθυπουργό να κάνει μεταρρυθμίσεις, το «τις πταίει» που αποτυγχάνουν οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, ακριβώς γι’ αυτόν τον σκοπό. Εκείνη η διανόηση όμως ήταν παρακαλώ ονομαστικά, αυτή που βρισκόταν σε θέσεις αργομισθίας και εισέπραττε θεσμούς και χρήματα.

Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε ένα πολύ μεγάλο δίλλημα που η υπόθεση των Ιμίων το επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά. Ότι δηλαδή η Τουρκία, έχει πεισθεί (την έχουμε πείσει) ότι μπορεί έναντι της Ελλάδας να καρπωθεί το 100% των επιδιώξεών της. Έχει υπομονή και σχεδιάζει. Κινείται βάσει σχεδίου. Και αυτό οφείλεται –αν θέλετε- στο γεγονός ότι από το 1922, από τη μικρασιατική καταστροφή, επανήλθαν οι δυνάμεις του παλαιού καθεστώτος, οι οποίες δυνάμεις το μόνο που δεν κάνουν είναι να συνέχονται στις πολιτικές τους με αυτό που αποτελεί δημόσιο εθνικό ή κοινωνικό συμφέρον (όπως θέλετε πείτε το). Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Δε γίνεται επειδή είμαστε “κακοί” ή έχουμε κάποιο άλλο αίμα στις φλέβες μας σε σχέση με το παρελθόν. Δεν είναι ότι υπό το κράτος-έθνος ξαφνικά αλλάξαμε το DNA μας και δεν είμαστε οι Έλληνες της τουρκοκρατίας -που, εάν θέλουμε να δούμε ποια ήταν η θέση του ελληνισμού, ηγεμόνευε οικονομικά και πολλές φορές και σε πολλά άλλα επίπεδα σε τρεις αυτοκρατορίες σε ένα πολύ μεγάλο μέρος της Ευρώπης. 

Σημασία έχει, να διερωτηθούμε «τις πταίει» για να μην δίνουμε φάρμακο σε λάθος ασθενή. Και, όσοι δηλώνουν ότι φταίει η κοινωνία, εγώ θα θέσω ένα πολύ απλό ερώτημα (γιατί, το σύστημα καθορίζει πώς θα συμπεριφερθεί ο κάθε πολίτης). Εάν βρισκόμαστε λοιπόν σε ένα πανηγύρι και τα βιολιά παίζουν τσάμικο, θα μπει μέσα στον χορό κανείς για να χορέψει καλαματιανό; Όχι. Ή θα χορέψει ή θα είναι αναντίστοιχος με τις πραγματικότητες. Αυτό λοιπόν ομολογεί -και, θέλω να το επισημάνω αυτό- ότι η υπόθεση των Ιμίων σηματοδοτεί όχι τον κίνδυνο να ακρωτηριαστεί η χώρα, αλλά τον κίνδυνο να περιέλθει στο καθεστώς των Ιμίων. Στη δεκαετία του 1980, έγραφα ότι η Τουρκία θα επιδιώξει τη φιλανδοποίηση της Ελλάδας. Είμαστε πολύ μακριά από αυτό τώρα. Επιδιώκει την ιμιοποίηση της Ελλάδας. Τη μεταβολή της σε έναν χώρο χωρίς βούληση και χωρίς εθνική κοινωνική συνοχή, που θα της υπαγορεύει τη βούλησή της διότι έχει ηγεμονικές βλέψεις. Και όσο βεβαίως βυθιζόμαστε σε αυτό το καθεστώς στο οποίο ζούμε σήμερα, τόσο η βούληση της Τουρκίας θα επανέρχεται και θα επεκτείνεται και προς καινούργιες καταστάσεις. Δεν την ενδιαφέρει την Τουρκία ούτε το καθεστώς των Ιμίων ούτε τίποτε. Το καθεστώς της Ελλάδας την ενδιαφέρει. Χωρίς αυτό, δεν μπορεί να παίξει κανένα ρόλο.

Θα περιγράψω το σημερινό πολιτικό σύστημα -το οποίο διαχρονικά- αλλά το σημερινό που εξακολουθεί να είναι και να αντιστέκεται, ότι  είναι απόρροια του γεγονότος ότι έτσι όπως εγκαθιδρύθηκε με τη Βαυαροκρατία και εξακολουθεί να λειτουργεί, είναι αναντίστοιχο προς την κοινωνία και προς την πολιτική ανάπτυξη της κοινωνίας. Άρα τις νοοτροπίες του κοινωνικού μας ιστού. Δηλαδή, δεν είναι ορθό να λέμε ότι φταίνε για εμάς τους πολίτες οι οθωμανικές μας καταβολές. Το οθωμανικό κράτος, η οθωμανική λογική, εγκαταστάθηκε σε αυτό το κράτος και έγινε λεηλατικό επί της κοινωνίας, διότι διερράγη η συνεκτική του σχέση, η θεσμική του σχέση, με την κοινωνική συλλογικότητα. Και αυτό είναι το κεντρικό πρόβλημα. Δεν πολιτεύεται για το εθνικό συμφέρον. Βρίσκει τρόπους να είναι απέναντι. Και αν θέλετε παρακολουθήστε το εκεί που διεξάγεται ο διάλογος. Μέχρι τη στιγμή που κάποιος επικαλείται την κοινωνία, οι πολιτικές δυνάμεις μεταξύ τους σκοτώνονται για το ποιος θα νέμεται το κράτος. Αλλά όταν έχουν απέναντι την κοινωνία, συσπειρώνονται. Αυτό, δείχνει ότι δεν υπάρχει ελπίδα, αν δεν αλλάξει η σχέση κοινωνίας και πολιτικής. Χωρίς δηλαδή το πολιτικό προσωπικό να εξαναγκαστεί θεσμικά, πολιτειακά, να πολιτεύεται υπέρ της κοινωνίας. Διαφορετικά θα έχουμε επαναλαμβανόμενα Ίμια. Η περίπτωση ακριβώς αυτής της επισήμανσης που διαχέει το βιβλίο του κυρίου Λυμπέρη, είναι πολύ χαρακτηριστική. Με μία επισήμανση ότι δεν είναι θέμα ενός ή άλλου, όποιος και αν ανέβει σε αυτό το σύστημα -και, θα μου επιτρέψει ο κύριος Ναύαρχος να διαφοροποιηθώ σε αυτό- όποιος λοιπόν και να ανέβει στο σύστημα αυτό, θα πράξει τα ίδια, διότι διαφορετικά θα τον εκβράσει το ίδιο το σύστημα. Αυτός που δεν θέλει να είναι μέσα στο σύστημα αυτό με αυτούς τους όρους, δεν μπορεί να πολιτευθεί με το σύστημα αυτό. Και, το χειρότερο είναι ότι έχουμε βρεθεί αυτή τη στιγμή σε μία διαδικασία, είμαστε αντιμέτωποι και με πλήγματα που καταφέρονται στις Ένοπλες Δυνάμεις. Γιατί όταν ζει υπό ένα καθεστώς «Καιάδα-οικονομικής κρίσης», δεν μπορεί να υποστηρίξει κανείς την άμυνα της χώρας και δεν υπάρχει και η αντίστοιχη δυνατότητα να υποστηριχτεί.

Άρα λοιπόν, εάν ερωτηθώ αν είναι ανατάξιμη η πορεία της χώρας προς την περεταίρω καταστροφή, θα έλεγα ότι, όχι χωρίς ένα κράτος που θα δεσμεύει την πολιτική θεσμικά να πολιτεύεται προς το συμφέρον της κοινωνίας. Και μία επισήμανση για την αλλαγή των γεωπολιτικών όρων: Είναι γεγονός ότι από τη στιγμή που η Τουρκία έχει επιδείξει με υπερφίαλο και πολύ πρώιμο τρόπο την ηγετική της φιλοδοξία στην περιοχή, είναι γεγονός ότι από αυτή τη στιγμή έχουμε μία πολύ σημαντική ευκαιρία στα χέρια μας να κάνουμε αυτό που έκανε η Τουρκία στο παρελθόν, δηλαδή, να χρησιμοποιηθεί η Ελλάδα, να προσεγγίσει δηλαδή τις Δυτικές δυνάμεις -και όχι μόνο- ώστε να λειτουργήσει ως ανάχωμα σε αυτή τη φιλοδοξία της Τουρκίας. Πιστεύω ότι γεωπολιτικά η συνάντηση με το Ισραήλ αλλά και με τη Ρωσία, υπό άλλους όρους, μπορεί να αποτελέσει μία καλή βάση για να ανακτήσει και να συγκλείνει τα συμφέροντά της η χώρα με τα συμφέροντα της Δύσης, διότι είναι προφανές ότι μόνον στο επίπεδο της διπλωματίας και των στρατηγικών συμμαχιών μπορούμε πια να αντιμετωπίσουμε την Τουρκία και όχι στο στρατιωτικό σκέλος το οποίο από μέρα σε μέρα, εάν η χώρα δεν αναταχθεί θα καθίσταται δυσμενέστερο για εμάς.

Σας ευχαριστώ πολύ.


 
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑ


CLAUSEWITZ: «Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΕ ΑΛΛΑ ΜΕΣΑ» – Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΚΑΙ Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΑ ΠΕΔΙΑ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΚΑΙ Η ΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΙΜΙΩΝ

https://l.facebook.com/l.php?u=https%3A%2F%2Fwp.me%2FpaSdey-1yF%3Ffbclid%3DIwAR2WiUt8wOtXEx-I0YUoDP2Xp9MkZH9YGS1TnJhAnMihj_EE9wU4dolYyCg&h=AT0MTBEN-28EXU9Gq28bGgV9-QPSmJGSocPDHv_KKTLMFKDXXgFSZOrjYHt9nj-AOulRJpPoyBMrKRVPOJEioyybKI228KO8LBE1UcIHAXNgo49i8NxaoXmmHa7WZh7fJZoF&__tn__=H-R&c[0]=AT1-oUZHZZ_4tXwp-eU6fxE8ldJ8EmwyXstXIcnyXGaEw5szlgd27YUnchPKBOUmoA7Xtw-EP-GfAL3xAaEl_T7eloRuVCGWyougf7swAXdf8FzPOPOu5UzEJfFpwX4JN1W7CebI7DRaF9_lEKGqqpWy87_PyVTLniWJH0j6TVxZ_uQksyhnfO4RHPbS1MupAyyS2_d1hDbtT2dPXZ6JA1hymtV2Pg





 

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2021

Γιώργος Κοντογιώργης: «Γιατί οι πολιτικοί δεν υπηρετούν το κοινό συμφέρον;»



 Απομαγνητοφώνηση, Ελένη Ξένου.

Γιώργος Κοντογιώργης:

Σε ό,τι έχει να κάνει με την καθημερινή διαχείριση της πολιτικής, με τις πολιτικές δηλαδή εσωτερικού χαρακτήρα, διαπιστώνουμε ότι εκεί η πολιτική τάξη της χώρας που κυβερνάει, είναι σε απόλυτη αναντιστοιχία με αυτό που είναι το εθνικό ή το κοινό συμφέρον. Με άλλα λόγια, ασκεί πολιτική αποδόμησης, κομματικής ευνοιοκρατίας, ιδιωτικοποίησης με την έννοια της χειραγώγησης του κράτους και, σε απόσταση από το κοινό συμφέρον. Όπου όμως παρεμβάλλεται αυτό το οποίο δεν επιτρέπει στην πολιτική τάξη να αποδομήσει τη συλλογικότητα -όπως είναι τα εθνικά θέματα- εκεί διαπιστώνουμε ότι η πολιτική τάξη ή βρίσκεται καταφανώς αντιμέτωπη -οπότε αποκαλύπτεται ότι υπηρετεί ξένα συμφέροντα ή ίδια συμφέροντα- ή, αναγκάζεται να εναρμονιστεί. Οι πολιτικοί δεν εκλέγονται για να υπηρετούν ούτε ξένα συμφέροντα ούτε τις δικές τους απόψεις. Εκλέγονται για να είναι εναρμονισμένοι με «αυτόν» που τους έδωσε την εντολή. Δηλαδή, την κοινωνική πλειοψηφία -τουλάχιστον.

Και, προσέξτε. Δεν είναι το ότι αγνοήθηκε από τον ελληνικό λαό. Είναι ότι επειδή όρθωσε το ανάστημά του, χαρακτηρίστηκε ως «ετερόκλιτος όχλος». Αν αυτό δεν είναι σκοταδιστική έως φασιστική αντιμετώπιση του λαού ο οποίος εξέλεξε αυτούς τους ανθρώπους για να τον κυβερνήσουν, τότε τι είναι; Το ίδιο μπορούμε να δούμε και στο επίπεδο της διαχείρισης του μεταναστευτικού. Ακούμε συχνά να λένε ότι οι μεν ή οι δε υπηρετούν ξένα συμφέροντα. Υπηρετεί κανείς ξένα συμφέροντα -ή άλλα συμφέρονται, αν θέλετε- όταν δεν υπηρετεί το συλλογικό συμφέρον και δεν είναι εναρμονισμένος με την κοινωνική συλλογικότητα. Είτε υπηρετεί τις Αγορές, είτε υπηρετεί ξένες δυνάμεις, είτε υπηρετεί τον εθνικισμό άλλων για να κοντύνει τους Έλληνες, είτε υπηρετεί στο όνομα οποιασδήποτε αιτιολογίας λαούς άλλους -όπως είναι όχι οι πρόσφυγες αλλά οι μετανάστες που θέλουν να εισέρθουν στη χώρα και βάζουν αυτούς ως προτεραιότητα στην διαχείριση της πολιτικής αντί για την ίδια την κοινωνία και ορθώνονται και απέναντι στην κοινωνία και στη βούλησή της- αυτοί όλοι υπηρετούν ξένα συμφέροντα. Άρα είναι μακριά από αυτό για το οποίο τους εξέλεξε η ελληνική κοινωνία. Ό,τι έχει να κάνει με τις προσλήψεις, με τις αξίες αυτής της κοινωνίας, το μισούν θανάσιμα. Νομίζουν και, έχουν την αλαζονεία, να διατείνονται ότι αυτοί εκφράζουν την πεμπτουσία της προόδου -ενώ όλες τους οι πολιτικές επιλογές είναι βαθιά αντιδραστικές στον τρόπο της διαχείρισης αλλά και φασιστικές- και, έρχονται να καταλογίσουν στην ελληνική κοινωνία που δεινοπαθεί εξαιτίας τους, έρχονται να καταλογίσουν ενοχές. Γιατί; Διότι αντιστέκονται σε ό,τι πραγματοποιούν. Αντιλαμβάνεστε επομένως ότι, δεν έχουμε να κάνουμε με μια πολιτική τάξη η οποία κινείται στο πλαίσιο του συμφέροντος της χώρας. Γι’ αυτό και τους βλέπετε ότι ιδεολογικά έχουν κατασκευάσει –εισάγουν ουσιαστικά, μηρυκάζουν, αλλά, το διακινούν εδώ- ένα ολόκληρο ιδεολογικό κλίμα μέσα στο οποίο κινούνται για να καταδολιεύσουν και να αρνηθούν τη βούληση της κοινωνίας. Να πολιτευθούν εναντίον της. Θα σας πω ένα πολύ απλό παράδειγμα: Μιλάνε και θεωρούν ότι ο εχθρός των πολιτικών τους είναι η πλειοψηφία. Η πλειοψηφία της κοινωνίας όμως. Η πλειοψηφία της κοινωνίας, είναι η βούληση τα κοινωνίας. Αυτήν περιφρονούν υπέρ των λεγομένων «δικαιωμάτων». Ποια είναι τα δικαιώματα; Ξέρετε, η κοινωνία, αντιπροσωπεύει δια της πλειοψηφίας την ελευθερία της βούλησής της. Άρα αντιτείνουν τα δικαιώματα των ομάδων που θέλουν να ηγεμονεύουν επί της κοινωνίας, απέναντι στην ελευθερία της κοινωνίας. Δεν θέλουν η κοινωνία να είναι ελεύθερη. Διότι δεν είναι οι άνθρωποι αυτοί που διατείνονται ότι είναι προοδευτικοί. Είναι βαθιά αντιδραστικοί. Δεν θέλουν η κοινωνία να γίνει πολιτικά ελεύθερη, δηλαδή να αποφασίζει αυτή διά της πλειοψηφίας. Θέλουν και, διακινούν τα δικαιώματα, ώστε οι ομάδες συμφερόντων, όλος αυτός ο συρφετός που λυμαίνεται το κράτος, να είναι αυτός ο οποίος θα αποφασίζει για τα συμφέροντα και τις πολιτικές του κράτους.

Δημοσιογράφος: Ναι, αλλά το κράτος δεν είμαστε εμείς η κοινωνία; Δηλαδή εμείς δεν τους θέλουμε εκεί και εμείς δεν είμαστε αυτοί που διαμορφώνουμε στην ουσία με την ψήφο μας αυτό που λέμε κράτος; Θέλω να πω ότι, υπάρχει μερίδιο ευθύνης και στην κοινωνία.

Γιώργος Κοντογιώργης: Όχι. Δεν υπάρχει κανένα μερίδιο επί της κοινωνίας. Ξέρετε πότε θα υπήρχε μερίδιο ευθύνης στην κοινωνία; -Για να σας πω μετά και ποιο είναι το μερίδιο της ευθύνης της κοινωνίας-. Θα υπήρχε μερίδιο της ευθύνης της κοινωνίας αν η κοινωνία αποφάσιζε ως συλλογικότητα. Η κοινωνία για τις πολιτικές που διαπράττονται από το κράτος, δεν αποφασίζει αυτή. Αποφασίζουν εκείνοι που τους εμπιστεύεται να κυβερνήσουν. Και αυτοί όταν αναλαμβάνουν την εξουσία πολιτεύονται εναντίον της βούλησης και εναντίον του συμφέροντος της κοινωνίας. Εκεί που ευθύνεται η κοινωνία είναι ότι, δεν αποφάσισε ακόμα αντί να σκέφτεται με όρους εναλλαγής -δηλαδή να αλλάζει ηγεμόνες που έχουν την εξουσιοδότηση να συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο και να αναπαράγουν αυτό το άθλιο πολιτικό προσωπικό- να τους πει ότι: «Ανακαλώ την πολιτική εξουσία που σας έδωσα και θέλω να είμαι εντολέας. Να ερωτώμαι και να συμμετέχω στην πολιτική απόφαση»! Αυτό είναι το λάθος της κοινωνίας. Το ότι την αποδομούν, την εξαγοράζουν, την εκφυλίζουν και, όταν έρχεται η στιγμή -όπως είναι στα εθνικά θέματα- να αντιτάξει το ανάστημά της την χαρακτηρίζουν ως όχλο, αυτό ΔΕΝ είναι ευθύνη της κοινωνίας. Είναι ευθύνη αυτών που εκφυλίζουν –για να μην χαρακτηρίσω τον όρο εκπορνεύουν- την κοινωνία για να την έχουν υποχείριό τους και να την ενοχοποιούν στη συνέχεια για ό,τι διαπράττουν αυτοί. Γιατί ό,τι διαπράττεται, οι όποιες πολιτικές, είναι η πολιτική τάξη του κράτους που τις διαπράττει. Και αν θέλουμε να διερωτηθούμε «γιατί;» αυτή η πολιτική τάξη συμπεριφέρεται έτσι, δεν έχουμε παρά να διερωτηθούμε τι είναι ακριβώς είναι αυτό το πολιτικό σύστημα. Που τους δίνει όλη την εξουσία παρά την αντίθεση της κοινωνίας, παρά την απόλυτη αντίθεση μάλιστα, διότι όταν έχουμε 70-80 τοις εκατό ποσοστά εναντίωσης σημαίνει ότι εδώ έχουμε ένα τεράστιο πρόβλημα νομιμοποίησης των πολιτικών του κράτους. Τι συμβαίνει λοιπόν και, ποιος τους δίνει την εξουσία να αποφασίζουν σε πρώτο και τελευταίο βαθμό εναντίον των συμφερόντων της χώρας, εναντίον της κοινωνίας και παρ’ όλα αυτά να είναι εκεί που είναι και να κάνουν ό,τι τους αρέσει; …