Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2020

 1922-2020. Ομοιότητες και διαφορές



1922-2020. Ομοιότητες και διαφορές. Αναλύει ο Γιώργος Κοντοιώργης, ομότιμος καθηγητής Πολιτικγής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. #livemedianews

Απομαγνητοφώνηση, Ελένη Ξένου. 

Οι τελευταίες εξελίξεις που έχουν κινήσει τη Ιστορία της Ελλάδας και τη διεθνή κατάσταση στην περιοχή, θυμίζουν πάρα πολύ και για πολλούς λόγους, αυτό που συνέβη και κατέληξε στο 1922. Τότε, αν σκεφθούμε απολογιστικά, η Ελλάδα προικοδοτήθηκε με ένα πρόβλημα σοβαρής ασφάλειας που στο μέλλον προοιωνίζονταν κατά τον τρόπο που το αντιμετωπίζουμε σήμερα. Διότι διαμορφώθηκαν οι προϋποθέσεις ενός συσχετισμού δυνάμεων στην περιοχή που, δεν ήταν καθόλου ευνοϊκές για την Ελλάδα. 

Ωστόσο, η παραλληλία η οποία μπορεί να εγκαθιδρυθεί μεταξύ αυτών που προηγήθηκαν και που οδήγησαν στο 1922 στη μικρασιατική καταστροφή κι αυτού που συνέβη στη διάρκεια της μεταπολίτευσης και που οδήγησε στη σημερινή κατάσταση της χώρας (της Ελλάδας), είναι πολύ μεγάλη. Έχει σημασία να σταθούμε στην παραλληλία αυτή, μεταξύ των όσων συνέβησαν και οδήγησαν στο 1922 και στη σημερινή πραγματικότητα, διότι έτσι θα αναδειχθεί η κοινή αιτία των δύο καταστροφών ουσιαστικά. Γιατί, η σημερινή καταστροφή η οποία έχει ήδη πραγματοποιηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και που ετοιμάζει την επικύρωσή της, εμφανίζει πολύ μεγάλη σχέση με την μικρασιατική καταστροφή. 

Τι συνέβη τότε; Φτάσαμε, στο όνομα της εθνικής ολοκλήρωσης, στον καταστροφικό πόλεμο του 1897. Γιατί οδηγηθήκαμε εκεί; Διότι το κράτος, δηλαδή το πολιτικό σύστημα και το πολιτικό προσωπικό που καλούσε για να το διαχειριστεί, κι άρα τις υποθέσεις του έθνους, ήταν αναντίστοιχο προς την βούληση και το συμφέρον της χώρας. Δεν έχει σημασία να σταθούμε σ’ αυτό. Σημασία έχει ότι, η ήττα του ελληνικού κόσμου στο μικρασιατικό, οργανώθηκε και συνέβη στην Αθήνα· όχι στο μέτωπο. Το 1897 λοιπόν, επειδή όλοι πίστευαν ότι κινδύνευε πια ο ελληνισμός από τους εθνικισμούς στα Βαλκάνια και, επειδή είχαν τη βεβαιότητα οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας -συμπεριλαμβανομένου και του βασιλέα- ότι οι μεγάλες δυνάμεις δεν θα επέτρεπαν μία παρέμβαση πολεμική στην περιοχή, κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον μιας αυτοκρατορίας και βεβαίως, οδήγησαν εκεί που οδήγησαν. Ο Βικέλας μας το λέει με πολύ παραστατικό τρόπο ότι, δεν υπήρχε στρατός, δεν υπήρχε ενδιαφέρον κι η πολιτική τάξη στο μέσον της καταστροφής ασχολιόταν με τις πελατειακές σχέσεις. -Ο υπουργός των ναυτικών είχε αμέτρητη ουρά, όταν το μέτωπο είχε καταρρεύσει, από πελάτες του που τους κατέγραφε ο ίδιος τα αιτήματα τους. 

Γιατί υπήρξε αυτή η ανάταση των Βαλκανικών Πολέμων και στη Μικρά Ασία στη συνέχει η Συνθήκη των Σεβρών; Διότι, έχοντας καταρρεύσει το παλαιό κομματικό σύστημα (η κομματοκρατία), που ουσιαστικά διαχειριζόταν τη χώρα δίκην παρασίτου -ως πρυτανείο σίτισης- και λειτουργούσε επικαλούμενη στην πραγματικότητα την μεγάλη ιδέα για να ηγεμονεύει εσωτερικά εις βάρος της χώρας, το σύστημα λοιπόν αυτό του παλαιοκομματισμού όπως λεγόταν, κατέρρευσε και, μετά το Γουδί, δεν είχε άλλη ελπίδα παρά να καλέσει κάποιον απ’ έξω για να το σώσει. Αν ο Βενιζέλος την πρώτη περίοδο λοιπόν της ηγεσίας της χώρας από αυτόν, δημιούργησε αυτό που δημιούργησε με την μεγέθυνση της χώρας και με τη Συνθήκη των Σεβρών, είναι γιατί δεν ήταν προϊόν αυτού του πολιτικού συστήματος. Δεν ήταν παράγωγο του πολιτικού συστήματος της χώρας. Ήρθε απ’ έξω φυτευτός. Και συνεπώς είχε άλλη λογική για τη σχέση μεταξύ της ηγεσίας του, του πολιτεύεσθαι και των συμφερόντων της χώρας. Διέπραξε ένα σφάλμα τότε. Αντί να ξεριζώσει το παλαιό καθεστώς, με τη “συντακτική” όπως λεγόταν, πραγματοποίηση την “αναθεωρητική” πράξη του, (τη βουλή δηλαδή, για την αναθεώρηση του συντάγματος), με αποτέλεσμα η πολιτική τάξη που είχε καταρρεύσει να ανασυγκροτηθεί και να ακυρώσει το μικρασιατικό διακύβευμα. Διότι ποιος ήταν ο λόγος; Ο λόγος ήτανε ένας. Ότι εάν ο Βενιζέλος κατόρθωνε να κρατήσει το μικρασιατικό, δηλαδή τη Συνθήκη των Σεβρών, αυτοί θα περιέρχονταν στο περιθώριο. Προτίμησαν δηλαδή να βάλουν το ίδιο παρασιτικό συμφέρον το οποίον είχαν και βεβαίως την ιδεολογία τους, επί καταστροφή του μείζονος Ελληνισμού. 

Σήμερα τι συνέβη; Από τη δεκαετία του ’80, είμαστε μάρτυρες της ίδιας λεηλατικής καταστροφής του κράτους, δια χειρός του κράτους. Από την πολιτική τάξη και όλους όσοι συγκατανευσιφάγοι κινούντο γύρω για να νέμονται την ελληνική χώρα. Τι συνέβη λοιπόν; Οδηγηθήκαμε στην απόλυτη αδυναμία των μνημονίων, της οικονομικής απαξίας και της εξάρτησης από τους πάσης φύσεως εξωτερικούς παράγοντες που ήρθαν να στηρίξουν αυτή την πολιτική τάξη για να παραγάγει το έργο που ήθελαν αυτοί και βεβαίως, μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα απομονώθηκε κι απαξιώθηκε και, διαλύθηκε τόσο ο κοινωνικός όσο και ο κρατικός και, βεβαίως πέραν του κρατικού και του κοινωνικού ιστού διελύθηκαν και οι ένοπλες δυνάμεις. Τη στιγμή που, στην Τουρκία, βρέθηκε ένας ηγέτης (ο σημερινός της ηγέτης), ο οποίος μέσα σε ελάχιστο χρόνο την ανασυγκρότησε και την οδήγησε με στρατηγική στόχευση σε ρόλους οι οποίοι σήμερα εκπλήσσουν! Εκπλήσσουν αυτούς οι οποίοι κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου. Όπως είναι η ελληνική πολιτική τάξη, η ελληνική άρχουσα τάξη, όλοι αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι κινούνται γύρω από το κράτος και το λυμαίνονται όπως τα παράσιτα το δέντρο που έχει τις ρίζες στην κοινωνία. 

Σήμερα λοιπόν, είμαστε παραστάτες του ιδίου φαινομένου. Ξέρετε, η πολιτική τάξη της χώρας έχει συνθηκολογήσει μέσα της. Ψάχνει να βρει τρόπο να έρθει από αλλού το περιεχόμενο της συνθηκολόγησης, γιατί ούτε έχει πρόθεση να οδηγήσει τη χώρα σε μια ανάταξη και συνεπώς σε μία λύση των ελληνοτουρκικών η οποία θα είναι συμφέρουσα γι’ αυτήν, ούτε και βεβαίως κάνει τα αναγκαία για την ταχύτατη ανασυγκρότηση του κράτους, των ενόπλων δυνάμεων και την επάνοδο της χώρας στο διεθνές προσκήνιο. Είναι πρωτοφανής η πολιτική και διπλωματική απομόνωση της χώρας σήμερα. Και αυτή η απομόνωση, φαίνεται από τις εκ των ενόντων προσπάθειες αυτή τη στιγμή, να κερδηθεί έδαφος στο διπλωματικό πεδίο, για να εμφανισθεί ο εξωτερικός “διαιτητής” -που μπορεί να είναι η Χάγη ή οι Ηνωμένες Πολιτείες- να μας οδηγήσουν στην υπογραφή της συνθηκολόγησης. Ξέρετε, οι διεθνείς σχέσεις και συμμαχίες μιας χώρας, χτίζονται μακροχρόνια. Άρα με στρατηγική, η οποία θα οδηγήσει σε σύγκληση συμφερόντων, μεταξύ της χώρας μας (της Ελλάδας) και των δυνάμεων που διαμορφώνουν τον γεωπολιτικό χάρτη της περιοχής. Όταν εκ των ενόντων και, δυνάμει των πρωτοβουλιών του αντιπάλου τρέχει κανείς να διαμορφώσει σχέσεις, σημαίνει ότι εκεί επενδύει στην ήττα του. Και αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα. Δηλαδή, προετοιμάζεται μία πρωτοφανής εκχώρηση εθνικού χώρου, όπως έγινε με άλλους όρους αλλά με τις ίδιες συνθήκες, η οποία θα είναι καταλυτική και για την εθνική υπόσταση -την πολιτισμική συνοχή την οποία άλλωστε καταγίνονται με συστηματικό τρόπο να την αποδομήσουν- αυτοί δηλαδή που θα κληθούν να πολεμήσουν σήμερα, έχουν διδαχθεί ότι πρέπει να εκχωρήσουμε. Έχουν διδαχθεί ότι η ιστορική πολιτισμική συνοχή που δημιουργεί ακριβώς την θέληση για ανεξαρτησία και ελευθερία, είναι, κάτι το πολύ “κακό”. Το πολύ “επικίνδυνο” για τις ανάγκες της χώρας. Και, βεβαίως είναι επικίνδυνο. Είναι επικίνδυνο όμως για την πολιτική τάξη της χώρας, η οποία θέλει νουνεχείς, θέλει ανθρώπους οι οποίοι θα χειροκροτούν ακόμα και για την εκχώρηση εθνικών συμφερόντων. 

Το κοινό σημείο λοιπόν, είναι το πολιτικό αυτό σύστημα, το οποίο αποτελεί το καρκίνωμα για τον Ελληνισμό και την ελληνική κοινωνία. Σήμερα, όπως και τότε, είναι όλοι γουναριστές. Υπάρχει όμως μία διαφορά. Ποια είναι αυτή η διαφορά; Το γεγονός ότι τότε, αυτοί που διαδέχθηκαν τον Βενιζέλο (οι γουναριστές), ήρθαν σε προφανή αντίθεση προς τις δυνάμεις που διαμόρφωναν τον χάρτη στην περιοχή. Και γι’ αυτόν τον λόγο η Ελλάδα οδηγήθηκε στην καταστροφή και βεβαίως σε μία ανατροπή των πολιτικών πραγμάτων και μια αστάθεια εσωτερική. Σήμερα συμβαίνει το αντίθετο. Δηλαδή, οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας, εκχώρησαν εθνικό χώρο, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό και εξωτερικό –και συνεχίζουν να εκχωρούν- γιατί εισάγουν, εισπράττουν επομένως, από τους εξωτερικούς παράγοντες εσωτερική νομιμοποίηση. Γι’ αυτό και δεν οδηγούνται στην κατάρρευση. Γιατί έχουν ακόμα πολλές συναλλαγματικές να υπογράψουν. Όπως έγινε με την προηγούμενη κυβέρνηση και το Σκοπιανό, έτσι και τώρα με τα ελληνοτουρκικά, που είναι ένα μείζον θέμα για τις δυνάμεις και επομένως πρέπει η πολιτική τάξη της χώρας να βρει τον νομιμοποιημένο τρόπο από την εξωτερική παρέμβαση, που θα της επιτρέψει και να επιβιώσει, γιατί η νομιμοποίηση μιας πολιτικής απόφασης με όρους ήττας –χωρίς να πέσει τουφεκιά- είναι πάρα πολύ σημαντικό στοιχείο για την επιβίωση της εξάρτησης αλλά, και για την συνέχιση αυτού του καθεστώτος, του εντελώς προσβλητικού για την χώρα. 

Γιώργος Κοντογιώργης







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου